
Η πρόσφατη εμπειρία από τη χρήση των drones έφερε ξαφνικά στην επικαιρότητα ένα κεντρικής σημασίας θέμα που βαίνει πέραν των αρνητικών αισθητικών εντυπώσεων και της (αναγκαίας) προστασίας των αρχαιολογικών μας χώρων, και αγγίζει ευθέως ζητήματα εθνικής ασφάλειας και ασφάλειας κρίσιμων υποδομών. Είναι γεγονός ότι η εντυπωσιακή είσοδος των drones στη ζωή μας συνοδεύεται από σύνθετες νομικές και θεσμικές προκλήσεις, αναδεικνύοντας τη διαφορά ταχύτητας μεταξύ της ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης και της νομοθετικής «αντίδρασης». Αυτή η απόκλιση είναι γνωστή και οριζόντια, εν προκειμένω όμως η σύγχυση του νομοθέτη είναι εντονότερη και η ανάγκη ρύθμισης ιδιαιτέρως αυξημένη.
Η ενωσιακή και εθνική νομοθεσία έχει πράγματι επιχειρήσει να οργανώσει την εκμετάλλευση των drones σε ένα ενιαίο πλαίσιο, με σκοπό την ασφάλεια των πτήσεων αλλά και την προστασία των πολιτών με βάση τον Κανονισμό 2019/947, ο οποίος κατατάσσει τα drones σε τρεις κατηγορίες (ανοικτή, ειδική, πιστοποιημένη), αναλόγως της επικινδυνότητας κατά τη χρήση τους. Στις δύο τελευταίες εξ αυτών απαιτείται αδειοδότηση για την πτήση από την αρμόδια Αρχή, ενώ στην πρώτη όχι (αν και υπόκειται σε περιορισμούς). Επίσης, έχει οριστεί το περιεχόμενο των γεωγραφικών ζωνών πτητικής λειτουργίας ΣμηΕΑ άνωθεν χερσαίων εκτάσεων ή χωρικών υδάτων, καίτοι δεν έχουν καθοριστεί οριστικές γεωγραφικές ζώνες. Οι δύο ζώνες είναι οι: α) Απαγορευμένη Περιοχή – απαγόρευση πτήσης αεροσκαφών και β) Περιορισμένη Περιοχή – απαιτούνται ειδικές προϋποθέσεις για την πτήση αεροσκαφών. Συνεπώς, είναι υποχρεωτική η ενημέρωση κάθε ενδιαφερομένου για τις γεωγραφικές ζώνες μέσω του https://dagr.hasp.gov.gr/ και μέχρι την τελική υιοθέτηση των ζωνών αυτών. Την εποπτεία της λειτουργίας του πλαισίου σε διοικητικό επίπεδο έχει η Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, ενώ σε επίπεδο καταστολής οι αρμόδιες αστυνομικές Αρχές.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι το ισχύον πλαίσιο δεν προβλέπει επαρκείς μηχανισμούς προστασίας για φορείς πέραν του κράτους και, κυρίως, για κρίσιμες υποδομές από επιθετική χρήση drones, όπως: μονάδες παραγωγής ενέργειας, τηλεπικοινωνιακά κέντρα, δεξαμενές καυσίμων και αντίστοιχες ζωτικής σημασίας εγκαταστάσεις.
Οι υπάρχουσες διατάξεις δεν παρέχουν εργαλεία ενεργητικής αποτροπής ή αντίδρασης στους κυρίους και φορείς διαχείρισης τέτοιων εγκαταστάσεων. Αν χρησιμοποιήσουν οι ίδιοι αποτρεπτικά συστήματα, που εμφανίζονται ήδη στην αγορά σε τρεις βασικές κατηγορίες (hijacking, GNSS, jamming), ενδέχεται να παραβιάσουν ποινικές, διοικητικές και άλλες διατάξεις (π.χ. λόγω καταστροφής ιδιωτικής περιουσίας, παράνομης χρήσης ραδιοσυχνοτήτων). Το ενδεχόμενο προσφυγής σε αστυνομική αρωγή είναι προφανώς θεωρητικό, αν σκεφθεί τη χρονική διαφορά μεταξύ δράσης και αντίδρασης! Οπως για τη χρήση των drones έτσι και για τη χρήση των αντι-drones συστημάτων η διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου γίνεται ατελώς, καθυστερημένα και χωρίς να είναι πλήρως κατανοητά τα λειτουργικά τους χαρακτηριστικά. Ετσι, όμως, παραμένουν εκτεθειμένες σε κίνδυνο διακοπής, φθοράς ή απώλειας ζωτικές κοινωνικές και οικονομικές λειτουργικές στη χώρα μας.
Είναι λοιπόν πρόδηλη η ανάγκη λήψης αποτελεσματικών μέτρων αντιμετώπισης πιθανών κινδύνων για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των κρίσιμων υποδομών. Η σχετική Οδηγία 2022/2557 αποτελεί τη σημαντικότερη ενωσιακή πρωτοβουλία για την προστασία των υποδομών έναντι φυσικών και ανθρωπογενών απειλών – περιλαμβανομένων των drones. Αντικαθιστώντας την προηγούμενη Οδηγία 2008/114, η νέα νομοθεσία επιβάλλει:
n Υποχρεώσεις πρόληψης και ετοιμότητας για τους διαχειριστές κρίσιμων υποδομών.
n Συντονισμένο εθνικό κατάλογο κρίσιμων οντοτήτων.
n Δυνατότητα στοχευμένης αμυντικής τεχνολογικής θωράκισης, υπό δημόσιο έλεγχο και διαφάνεια.
Η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ενσωματώσει την Οδηγία, παρά το γεγονός ότι έχει λήξει η προθεσμία μεταφοράς της στο ελληνικό δίκαιο. Ετι περαιτέρω, ο εθνικός κατάλογος κρίσιμων υποδομών που προβλεπόταν ήδη υπό το προηγούμενο καθεστώς ουδέποτε καταρτίστηκε, αφήνοντας την εφαρμογή μέτρων ημιτελή. Η άμεση λοιπόν ενσωμάτωση της Οδηγίας 2022/2557 και η κατάρτιση του εθνικού καταλόγου κρίσιμων οντοτήτων αποτελούν το πρώτο ουσιαστικό βήμα αποτελεσματικής θεσμικής προστασίας, ώστε να διασφαλιστεί ένα ευρύ φάσμα εργαλείων και συνεπώς τα αναγκαία μέσα για την ελάχιστη αμυντική θωράκιση των κρίσιμων υποδομών. Ενδεικτικά με την ενσωμάτωση της Οδηγίας ανοίγει ο δρόμος για την επίτευξη:
n Της παροχής τεχνογνωσίας και εξοπλισμού από τα κράτη στα νομικά πρόσωπα που διαχειρίζονται κρίσιμες υποδομές, υπό το πρίσμα και της Ανακοίνωσης Επιτροπής [COM (2023)659final/18.10.2023].
n Της νομιμοποίησης στοχευμένων τεχνολογικών μέσων προστασίας, όπως ειδικά αντι-drone συστήματα, υπό αυστηρές συνθήκες και αδειοδότηση.
n Της εκπαίδευσης για κινδύνους από νέα ηλεκτρονικά μέσα.
Η ανάγκη προληπτικής θεσμικής εγρήγορσης για την αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων, ανεξαρτήτως προέλευσής τους, θα πρέπει να θεωρηθεί ύψιστη προτεραιότητα για τον έλληνα νομοθέτη. Ευκαιρία λοιπόν να ανοίξει συγκροτημένα ο διάλογος και, κυρίως, να καταλήξει σε εφικτές και σαφείς λύσεις, με ασφάλεια δικαίου.
Η Λία Ι. Αθανασίου είναι καθηγήτρια Εμπορικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών