Άλμα στα ασφάλιστρα ναυτιλιακών μεταφορών στη Μέση Ανατολή λόγω της σύγκρουσης Ισραήλ – Iράν

Η κλιμακούμενη ένταση ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του κόστους ασφάλισης για τα πλοία που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο.

Σύμφωνα με στοιχεία της Marsh McLennan, του μεγαλύτερου μεσίτη ασφαλίσεων στον κόσμο,  το ασφάλιστρο για πλοία που εισέρχονται στον Περσικό Κόλπο έχει αυξηθεί στο 0,2% της αξίας τους, από 0,125% πριν από την αιφνιδιαστική επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν την περασμένη εβδομάδα.

Αύξηση παρατηρείται και στα ασφάλιστρα πολεμικού κινδύνου για την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ η κάλυψη για λιμάνια στο Ισραήλ έχει υπερτριπλασιαστεί, φτάνοντας στο 0,7%.

Παράλληλα, έχει μειωθεί ο χρόνος ισχύος των προσφορών από τις ασφαλιστικές, με τις περισσότερες να τις περιορίζουν πλέον στις 24 ώρες, από 48 που ίσχυε προηγουμένως, υποδηλώνοντας τον αυξημένο κίνδυνο.

Η αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών καλύψεων αντικατοπτρίζει την επιδεινούμενη κατάσταση ασφαλείας στη Μέση Ανατολή, με τις δύο χώρες να εξαπολύουν αλλεπάλληλες αεροπορικές επιθέσεις τις τελευταίες ημέρες.

Η κλιμάκωση του πολέμου έχει εντείνει τις ανησυχίες για πιθανή γενίκευση της σύρραξης, με την παγκόσμια ναυτιλιακή κοινότητα να παρακολουθεί στενά κάθε ένδειξη εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών.

«Δεδομένου ότι προς το παρόν η σύγκρουση παραμένει εντός των ορίων της περιοχής, οι καλύψεις συνεχίζουν να προσφέρονται ώστε να διατηρηθεί η ροή των φορτίων», δήλωσε μέσω email στο CNBC ο Marcus Baker, παγκόσμιος επικεφαλής του τομέα ναυτιλιακών και εμπορευματικών ασφαλίσεων στη Marsh.

Ορισμένοι πλοιοκτήτες έχουν επιλέξει πρόσφατα να αποφύγουν τα Στενά του Ορμούζ, σημείο στρατηγικής σημασίας, γεγονός που επιβεβαιώνει την αυξανόμενη ανησυχία του κλάδου.

Τα Στενά του Ορμούζ, τα οποία ενώνουν τον Περσικό Κόλπο με την Αραβική Θάλασσα και χωρίζουν το Ιράν από το Ομάν, θεωρούνται μία από τις σημαντικότερες θαλάσσιες διόδους για το παγκόσμιο εμπόριο πετρελαίου. Οποιαδήποτε διακοπή της ροής πετρελαίου, έστω και προσωρινή, από τη συγκεκριμένη δίοδο μπορεί να προκαλέσει άνοδο στις διεθνείς τιμές ενέργειας, αύξηση του κόστους μεταφοράς και σοβαρές καθυστερήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα.