
Η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική στο εγγύς μέλλον θα χαρακτηρίζεται από έντονες ιδεολογικές συγκρούσεις, νέους συνασπισμούς και κατακερματισμό ως αποτέλεσμα της συνεχούς αύξησης της ισχύος και της επιρροής των ανερχόμενων λαϊκιστικών κομμάτων της ριζοσπαστικής Δεξιάς και της Αριστεράς και της προθυμίας της κυβέρνησης Τραμπ να τα υποστηρίξει, προειδοποιεί έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR) που προδημοσιεύεται σήμερα στα «ΝΕΑ» κατ’ αποκλειστικότητα στην Ελλάδα.
Η μελέτη «Αντιμέτωποι με τους αμφισβητίες: τα λαϊκιστικά κόμματα της Ευρώπης και το μέλλον της εξωτερικής πολιτικής της» καλεί τα κυρίαρχα κόμματα να προσαρμοστούν στις προκλήσεις που θέτουν οι λαϊκιστές.
Για να καταδείξουν τον βαθμό στον οποίο οι «αμφισβητίες» μπορούν να επηρεάσουν την εξωτερική πολιτική της Ευρώπης οι συντάκτες της μελέτης Jeremy Cliffe, Teresa Coratella, Camille Lons και Arturo Varvelli ξεκινούν από ένα σενάριο.
«Είναι Αύγουστος 2029. Καθώς οι παγκόσμιοι ηγέτες συγκεντρώνονται δίπλα στον ποταμό Ελβα για την οικογενειακή τους φωτογραφία στη σύνοδο κορυφής του G8 στη Δρέσδη, το αποτέλεσμα είναι μια εικόνα που θα φαινόταν αδιανόητη λίγα μόλις χρόνια νωρίτερα.
Η οκτάδα έχει ανασυσταθεί, ύστερα από 16 χρόνια αγρανάπαυσης, μετά την επιμονή της τελευταίας στιγμής του προέδρου των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς να προσκαλέσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν πίσω σε αυτό που, από το 2014, ήταν το G7».
Στο σενάριο αυτό ο Φρίντριχ Μερτς ηγείται μιας κυβέρνησης μειοψηφίας που βασίζεται στις ψήφους της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), της μεγαλύτερης δύναμης στην Μπούντεσταγκ, ο Νάιτζελ Φάρατζ είναι ο βρετανός πρωθυπουργός, ο Ζορντάν Μπαρντελά, ο γάλλος πρόεδρος.
Την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν διαδέχεται η Τζόρτζια Μελόνι, ο Τζουζέπε Κόντε είναι ο ιταλός πρωθυπουργός. Ο ιάπωνας πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα και ο Καναδός Μαρκ Κάρνεϊ αποτελούν ένα μοναχικό δίδυμο, εκπροσωπώντας τους δύο κεντρώους αντιπάλους μεταξύ των παρουσών κυβερνήσεων.
Οι συντάκτες προειδοποιούν ότι «το παραπάνω σενάριο παραμένει μια πραγματική πιθανότητα», αποτυπώνοντας πόσο μπορεί να επηρεαστεί η Ευρώπη από την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων.
Αναλύοντας τις θέσεις εξωτερικής πολιτικής δεκαέξι εκ των σημαντικότερων «αμφισβητιών» της ΕΕ, όπως του γερμανικού AfD, του πολωνικού PiS, του ιταλικού FdI, του γαλλικού RN, αλλά και του ελληνικού ΣΥΡΙΖΑ, η μελέτη αναδεικνύει τα διλήμματα που θα αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική.
Τα διλήμματα
Πρώτον, όσον αφορά τη νέα διατλαντική σχέση, οι περισσότεροι «αμφισβητίες» προσπαθούν να βρουν μια μέση γραμμή μεταξύ της εθνικής κυριαρχίας και του θαυμασμού για τον Τραμπ, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις με την LFI του Μελανσόν και τον ΣΥΡΙΖΑ, που είναι υποστηρικτές μιας συνεχιζόμενης απόστασης από τις ΗΠΑ.
Οσον αφορά τη Ρωσία και την Ουκρανία, οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις ενθαρρύνουν ορισμένους να επιστρέψουν στα πριν από το 2022 ένστικτά τους.
Στη μετανάστευση, οι περισσότεροι είναι σθεναρά κατά, αλλά είναι εντυπωσιακή η σύγκλισή τους με το ευρωπαϊκό mainstream, παρά τις διαφορές, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ και το LFI ευθυγραμμίζονται σε μια πιο επιτρεπτική θέση.
Στην ασφάλεια και την άμυνα οι «αμφισβητίες» προσκολλώνται σε ένα εθνικό όραμα για την άμυνα, στέκονται σκεπτικιστικά απέναντι στο ΝΑΤΟ, ενώ μερικοί πιο αριστεροί, όπως το LFI και ο ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορούν την Ευρώπη ότι δίνει προτεραιότητα στις στρατιωτικές δαπάνες έναντι των επενδύσεων σε εκπαίδευση και υγεία.
Οσον αφορά την «ιδέα της Ευρώπης», οι θέσεις τους έχουν εξελιχθεί από τον σκληρό ευρωσκεπτικισμό σε μια επιθυμία για «μεταρρυθμίσεις εκ των έσω». Στις σχέσεις Ευρώπης – Κίνας οι περισσότεροι προτιμούν τη συνεργασία με το Πεκίνο ως αντίβαρο στις ΗΠΑ και τις Βρυξέλλες.
Παράλληλα, έχουν έντονες θέσεις κατά του ελεύθερου εμπορίου και κατά του κλίματος, με ορισμένους όπως το LFI, ο ΣΥΡΙΖΑ και το M5S να τάσσονται υπέρ της δράσης για το κλίμα. Οσον αφορά το Ισραήλ και τη Γάζα, οι δεξιοί «αμφισβητίες» είναι ολοένα και πιο φιλοϊσραηλινοί και οι αριστεροί πιο επικριτικοί, ενώ ΣΥΡΙΖΑ και LFI ακόμη πιο επικριτικοί.
Τι σημαίνει η άνοδος των αμφισβητιών κομμάτων για τη χάραξη ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής;
Κατά τους ειδικούς του ECFR, τα κυρίαρχα κόμματα πρέπει να προετοιμαστούν για μια συρρικνούμενη διάκριση μεταξύ «αμφισβητιών» και καθιερωμένων κομμάτων.
Θα υπάρχουν επώδυνες επιλογές για τους κυρίαρχους πολιτικούς όσον αφορά το ποιοι «αμφισβητίες» αποτελούν αποδεκτούς εταίρους εξωτερικής πολιτικής. Οσοι τους κατανοήσουν καλύτερα θα είναι πιο πετυχημένοι.
Στη μελέτη τονίζεται ότι το μέλλον της εξωτερικής πολιτικής της Ευρώπης θα ανήκει στους δημιουργούς συνασπισμών. Η θέση της Ευρώπης θα αποφασιστεί από εκείνους τους πολιτικούς και τα κόμματα, είτε αμφισβητίες είτε παλιά κυρίαρχα κόμματα είτε νέους συνδυασμούς των δύο, που μπορούν να σφυρηλατήσουν αυτούς τους νέους συνασπισμούς, τονίζεται.
Πέντε σενάρια
Οι μελετητές επεξεργάζονται μάλιστα πέντε σενάρια. Στο πρώτο υπάρχει «τραμπική» πόλωση με ενίσχυση των αμφισβητιών. Στο δεύτερο υπάρχει «τραμπική» αναταραχή και αψηφούν την παλιά λογική στην εξωτερική πολιτική. Στο τρίτο οι κυρίαρχοι αμφισβητίες, που αντιτίθενται στις ΗΠΑ, γίνονται η πιο ισχυρή δύναμη. Στο τέταρτο υπάρχει μια «ορμπανοποιημένη» Ευρώπη και στο πέμπτο επικρατεί ένας «ευρωπαϊστής» συνασπισμός, όπου οι μετριοπαθείς καταφέρνουν να έχουν μια θέση διαρκούς επιρροής.