Εγκατασταθήκαμε στο Παρίσι τη δεκαετία του ’80, ο Γιώργος κι εγώ, ο Νικόλας και ο Κωσταντής, με απρόβλεπτες δυσκολίες και προβλήματα. Πώς εντασσόμαστε, πώς κατευθύνουμε τα παιδιά μας στην «άλλη» κοινωνική πολιτισμική πραγματικότητα, ώστε να μην αισθάνονται μειονότητα· ταυτοχρόνως, όμως, να μη χαθεί η οικογενειακή κληρονομία, η γλώσσα, η παράδοση, οι ιστορικές αναφορές, η θρησκεία – τα ως τότε δεδομένα. Πώς, δηλαδή, θα συνυπήρχαν αγαστά και συμπληρωματικά δύο ταυτότητες, χωρίς να αντιφάσκουν ή να αλληλοακυρώνονται.
Στα χρόνια αυτά, στα πρώτα της προσαρμογής, μπήκε στη ζωή μας ο Μητροπολίτης Ιερεμίας.
Σεβασμιώτατε, Γέροντα, γλυκύτατε πάτερ, αγαπημένε μας,
Γνωριστήκαμε σαράντα τόσα χρόνια πριν, στην Ιερά Μητρόπολη Γαλλίας, στον Αγιο Στέφανο. Η πανέμορφη ιστορική εκκλησία, έγινε εξαρχής η στέγη μας, μια προστατευτική πατρίδα. Δημιουργήσατε ένα έδαφος οικουμενικό, ένα καταφύγιο πίστης, χαράς, ελπίδας και ελευθερίας. Προσεγγίσατε τον καθένα μας με κατανόηση και σεβασμό, διαθέτοντας υπομονετικά και απλόχερα τον χρόνο Σας. Προσφέρατε προστασία, στήριξη και παραμυθία.
Διατηρήσατε τις Κυριακές, τις εορτές, τις επετείους ως ορόσημα στον ελληνορθόδοξο χρόνο. Οργανώσατε τα συλλείτουργα στις μεγάλες στιγμές της Ορθοδοξίας. Οι Χαιρετισμοί, η Μεγάλη Εβδομάδα, η Ανάσταση έλαβαν άλλη διάσταση, ένα βαθύ άμεσο νόημα. Είχατε, όμως, ενσπείρει και ένα πνεύμα που μας επέτρεπε να αστειευόμαστε με τα εκάστοτε παθήματα της αξέχαστης κυρίας Πολυτίμης… Θυμάμαι τον Αλέξη Χρυσοστάλη αιωρούμενο στον Σταυρό για να προσαρμόσει τα κεριά· εμένα να ταλαντεύομαι φορτωμένη καρέκλες· τον Γιώργο με τη φωτογραφική μηχανή επ΄ ώμου· το πλήθος που συνέρρεε και έφθανε ως τη λεωφόρο, για να Σας ακούσει να αναγγέλλετε «Χριστὸς Ἀνέστη!». Εντόπιοι και περαστικοί προσπαθούσαν να Σας προσεγγίσουν – παρά τις ηχηρές παραινέσεις του αειμνήστου Αλεξάνδρου Τωμαδάκη «Ματαιοπονείτε!». Κανείς δεν ήθελε να λείπει το Πάσχα από τον Αγιο Στέφανο.
Φέρατε τα παιδιά στην Εκκλησία, πρόθυμα και έτοιμα να συνδράμουν όπου και όπως μπορούσαν – στα γραφεία, στο Ιερό, στην ετοιμασία του Επιταφίου, στην περιφρούρηση της εκκλησίας. Ανταγωνίζονταν ποιος θα φορέσει το σήμα «Métropole Saint Stephane». Τους δώσατε ρίζες, ταυτότητα, ανήκειν. Ενισχύσατε μαθητές και φοιτητές, τους πλαισιώσατε και τους κατευθύνατε – τον Νίκο, τη Σοφία, τον Νικόλα, τον Θοδωρή, τον Κωσταντή, την Αλεξία… Ετσι χτίστηκαν φιλίες, σχέσεις ακατάλυτες. Η γλώσσα, το μέλος, η ιερά παράδοση, η Ιστορία· όλα σηματοδοτούνταν υπό την καθοδήγησή Σας. Θυμάμαι τη χορωδία, με εσάς προεξάρχοντα, τον χοράρχη Κυριάκο Κουτσομάλλη, τον ψάλτη Μπάμπη, τη δεσποινίδα Ασπασία με την αισθαντική φωνή. Στην αυλή, όταν ο καιρός το επέτρεπε, τα παιδιά, με επικεφαλής τον Τέντυ, γιόρταζαν τις επετείους με παραδοσιακούς χορούς. Ηταν ωραία χρόνια.
Σεβασμιότατε,
στην αποχαιρετιστήρια λειτουργία Σας, όταν μετακινηθήκατε στην Ελβετία, ήλθαν οι πάντες – όχι μόνον οι Ορθόδοξοι, ούτε καν μόνον οι Χριστιανοί. Σε όλους κόστισε ακριβά η αναχώρησή Σας. Ομιλίες, δάκρυα, ευγνωμοσύνη, ευλάβεια πλαισίωσαν αυτήν την αλησμόνητη Κυριακή. Πήραν τον λόγο οι φίλοι, οι συνεργάτες, οι συλλειτουργούντες, εκπρόσωποι από τα δόγματα, οι μαθητές Σας. Θυμάμαι την ιδανική συγκινημένη φωνή Σας να απαντά ψάλλοντας «Τὶς Θεὸς Μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡµῶν».
Σας κατευοδώνουμε «κύπτοντες τα γόνατα».
Η ευλογία Σας πάντα μαζί μας, Δέσποτα.
Η Μάρω Πρεβελάκη είναι καθηγήτρια – φιλόλογος