
Η εξωτερική πολιτική είναι το κατεξοχήν δυναμικό πεδίο. Ούτε στατική μπορεί να είναι ούτε επιπόλαιη. Σήμερα δε που έχουμε καταδυθεί σε μία απόλυτη ανατροπή των διεθνών κανόνων και η εντροπία έχει κυρίαρχο ρόλο στις διεθνείς σχέσεις, απαιτείται επιφυλακή, κινητικότητα από τη μεριά μας, συμμαχίες, ευελιξία αλλά και στρατηγικό βάθος. Η διπλωματία δεν έχει απλώς να κάνει με το τι συμφέροντα υπερασπίζεσαι, που βεβαίως είναι ένα δομικό ζήτημα. Εχει να κάνει με το τι οραματίζεσαι για τη δυναμική της δικής σου χώρας. Την αλληλεπίδραση και τις σχέσεις με τα γύρω κράτη, τις δυνητικές και μη συμμαχίες της. Ακόμα και τις ρήξεις εντός των διεθνών σχέσεων όπου απαιτείται.
Η νέα εντροπία δεν έχει ξεκινήσει με τη μονομερή επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν, με την απάντηση του Ιράν στο Ισραήλ ή με την επίθεση των ΗΠΑ σε στόχους του Ιράν. Η εντροπία δεν έχει ξεκινήσει καν με την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η εντροπία στην πραγματικότητα έχει ξεκινήσει μετά το 1999 αλλά και τους πολέμους του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας, της Αμερικής κατά του Ιράκ και του Αφγανιστάν και ευρύτερα απροκάλυπτων επεμβάσεων σε κυρίαρχα κράτη. Η ανατροπή των διεθνών κανόνων, η παραβίαση του διεθνούς δικαίου, ο παραμερισμός του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών ήταν το αποτέλεσμα μιας νέας διπλωματίας της ισχύος. Απλώς άλλαζε κάθε φορά το επιχείρημα για να μπορέσει να ξεδιπλωθεί.
Το είδαμε για παράδειγμα με την επίθεση στο Ιράκ και με την έωλη επιχειρηματολογία που τότε κυρίως η Μεγάλη Βρετανία του Τόνι Μπλερ χρησιμοποίησε. Μέρος και οργανικό κομμάτι της νέας μεταβολής των διεθνών κανόνων αποτελούν και αναθεωρητικές λογικές από μία σειρά κρατών που δεν αμφισβητούν μόνον το status quo αλλά και επαναδιεκδικούν επεκτάσεις έναντι γειτονικών χωρών. Η κλιμακούμενη και περίπου 30ετής στρατηγική της Τουρκίας μπορεί κάθε φορά να αλλάζει, και από το λεγόμενο Στρατηγικό Βάθος του Νταβούτογλου να έχουν μεταβεί στην επικίνδυνη Γαλάζια Πατρίδα, όμως παραμένει σταθερή σε ένα της κομμάτι: στην κλιμακούμενη αμφισβήτηση της εδαφικής κυριότητας της Ελλάδας και όχι απλώς και μόνον σε μία συνεκμετάλλευση του Αιγαίου ή σε ένα γκριζάρισμα ζωνών.
Ενας απλός παρατηρητής θα δει ότι η Τουρκία μέσα στα χρόνια και κυρίως τα ερντογανικά προσθέτει νέες διεκδικήσεις, αξιοποιώντας προφανώς και αδρανείς στρατηγικές κινήσεις της δικής μας μεριάς. Ο συνολικός αναθεωρητισμός που ξεδιπλώνεται γύρω από τη χώρα μας προφανώς έχει κι άλλα αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα το πρόσφατο παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο που συνεχώς επικαιροποιείται από τη μεριά και της Λιβύης και της Τουρκίας και που προφανώς δεν αντιμετωπίζεται με φραστικές καταδίκες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όπως είδαμε χθες.
Η αλήθεια είναι πως οι κυβερνήσεις Μητσοτάκη από το 2019 που ξεκινούν τη δική τους πολιτική πορεία βρέθηκαν προ τετελεσμένου από τη μεριά της Λιβύης και της Τουρκίας και έκαναν τα πάντα τουλάχιστον στην περίοδο Νίκου Δένδια ακριβώς για να αποκρουστούν δυσμενείς επιπτώσεις του παράνομου αυτού συμφώνου (μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, διπλωματικό επεισόδιο το 2022 με την ορθή αποχώρηση του Δένδια από τη Λιβύη λόγω πρόθεσης να μη συναντηθεί με την τότε ΥΠΕΞ Μανγκούς). Η διπλωματία τότε κινητοποιήθηκε αρκετά και έφτασε σε θετικά σημεία.
Φαίνεται όμως πως εντός και των κυβερνήσεων Μητσοτάκη υπήρξαν ασυνέχειες. Και αυτό δεν το βλέπουμε απλώς και μόνον από το 2023 και μετά και στο ζήτημα της Λιβύης. Το βλέπουμε στην αδράνεια απέναντι στην Αλβανία όπου είχαμε φτάσει κοντά σε συμφωνίες. Στην απουσία και τον μη ενεργό μας ρόλο στη Συρία. Στη μη σύσφιγξη των σχέσεων με την Αίγυπτο – η εν λόγω χώρα είναι κλειδί για την Ελλάδα και όχι μόνο για τις προσφυγικές ροές –, στο πώς δεν υλοποιούμε τη Συμφωνία των Πρεσπών. Η αδράνεια στη διπλωματία έχει το χαρακτηριστικό όχι απλώς να τιμωρεί αλλά να προσθέτει προβλήματα.