
Ακόμη και στον πυρήνα των στενών συνεργατών του, η αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη από τις Βρυξέλλες για όσα αποκαλύπτονται από την ογκωδέστατη δικογραφία για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, είχε ερμηνευτεί ως ένδειξη αμηχανίας. Το επιχείρημα ότι από τις Βρυξέλλες δεν σχολιάζονται εσωτερικά ζητήματα ήταν περισσότερο μια υπεκφυγή –ουκ ολίγες φορές από την ευρωπαϊκή έδρα έχουν γίνει αναφορές σε θέματα της εγχώριας ατζέντας. Οπως δεν ακούστηκε ιδιαίτερα πειστικό και το επιχείρημα ότι δεν πρόλαβε να ενημερωθεί για όσα έβλεπαν το φως της δημοσιότητας από τις επισυνδέσεις. Η δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας παρέμεινε κάμποσες ημέρες στον Αρειο Πάγο και το υπουργείο Δικαιοσύνης πριν φτάσει στη Βουλή – συνεπώς δεν είναι αυθαίρετο να σκεφτεί κανείς ότι κάποια γνώση για το υλικό θα είχαν οι φύλακες… Οπως και να έχει, όμως, στο τέλος της ημέρας ο Πρωθυπουργός έπρεπε να διαχειριστεί ένα νέο σκάνδαλο που είχε υποεκτιμηθεί και πλέον εμπλέκει τουλάχιστον δύο πρώην υπουργούς, μισή ντουζίνα νυν υφυπουργών και άλλους τόσους βουλευτές που εμφανίζονται να κινούνται εκτός θεσμικού πλαισίου.
Το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με ένα διαχρονικό σκάνδαλο που φέρνει σε θέση απολογούμενου και τις κυβερνήσεις του παρελθόντος, έχει ήδη επιστρατευθεί και πάνω σε αυτό θα επιχειρηθεί να στηθούν αναχώματα. Το πρόβλημα είναι ότι στα χρόνια της παρούσας κυβέρνησης όχι μόνον δεν φαίνεται να είχαν γίνει καθαρτήριες κινήσεις στον ΟΠΕΚΕΠΕ, απεναντίας οι «αμαρτίες» πολλαπλασιάστηκαν. Στην πραγματικότητα, την τελευταία πενταετία άλλαζαν μόνον οι διοικήσεις στον κρατικό οργανισμό – και όχι απαραιτήτως για λόγους ανικανότητας, όπως διαφαίνεται τουλάχιστον από τα καταγγελλόμενα των αποπεμφθέντων. Η γραμμή άμυνας που περνά από τις διαχρονικές, διακομματικές ευθύνες χρησιμοποιήθηκε και στην υπόθεση των Τεμπών, αλλά στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ το ισοζύγιο είναι διαφορετικό. Υστερα από μια διαδρομή έξι ετών, οι μονάδες μέτρησης για τα πεπραγμένα αλλάζουν και η σκόνη από ελλείψεις και παραλείψεις δεν κρύβονται με την ίδια ευκολία κάτω από το μεγάλο πολιτικό χαλί.
Πέραν των ευθυνών πρώην υπουργών και άλλων πολιτικών προσώπων ή τον κοινοβουλευτικό έλεγχο που θα τροφοδοτήσει το πολωτικό κλίμα, στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ ενδέχεται να προκύψει μια πρωτοφανής εμπλοκή με τις Βρυξέλλες. Η κατάργηση του οργανισμού φαντάζει πλέον περισσότερο ως σπασμωδική κίνηση και όχι ως αποτέλεσμα ενός σχεδίου που είχε βάθος, ενώ το κοινοτικό πρόστιμο των 400 εκατ. ευρώ, ακόμη κι αν αποτελεί μια κίνηση συμβιβασμού, μπορεί να λειτουργήσει ως πρόσθετη εύφλεκτη ύλη. Ιδίως εάν ακολουθήσουν κι άλλα. Ακόμη περισσότερο, στην υπόθεση έχει τον δικό της κρίσιμο ρόλο η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η οποία κάθε άλλο παρά δείχνει να κινείται με τη λογική συμβιβασμών και ισορροπιών. Στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, η κυβέρνηση μπορεί να αποδειχθεί όχι μόνον ότι υποτίμησε τις διαστάσεις του σκανδάλου, αλλά και τις επιπτώσεις. Και οι όποιες μεθοδεύσεις κατά των ευρωπαίων εισαγγελέων αναδεικνύονται μέσα από τις σελίδες της δικογραφίας, περιορίζουν τους ελιγμούς.
Οι δύο πρώην υπουργοί Αγροτικής Ανάπτυξης είναι ήδη προφανές ότι δεν ακολουθούν την ίδια γραμμή άμυνας, ούτε ο Μάκης Βορίδης καταλαμβάνει τον ίδιο ζωτικό χώρο στον γαλάζιο βιότοπο με τον Λευτέρη Αυγενάκη, έστω κι αν εξαναγκάστηκε χθες σε παραίτηση. Τα κυβερνητικά αναχώματα για τις διαχρονικές παθογένειες δεν καλύπτουν τον κρητικό βουλευτή, καθώς είναι η δική του περίπτωση εκείνη που περισσότερο τις αναδεικνύει. Με μια διαγραφή στο βιογραφικό του για ένα επεισόδιο που παραπέμπει στην Ελλάδα του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ» και ένα κύμα καταγγελιών για αποθέωση του πελατειακού κράτους, ο Αυγενάκης μπορεί να βρεθεί και πάλι στην πρέσα, ακόμη κι αν δεν βλέπει «ούτε ένα στοιχείο» που να τον εμπλέκει «σε οποιαδήποτε έκνομη πράξη». Ο Μητσοτάκης αναζητεί δραστικές κινήσεις για απεγκλωβισμό, έχοντας να διαχειρισθεί μέλη της κυβέρνησης και της κοινοβουλευτικής ομάδας που κινούνται μέσα σε ένα φορτισμένο σκηνικό. Εστω κι αν τα παραπτώματα του παρελθόντος συγχωρέθηκαν και η διαγραφή αποδείχθηκε προσωρινή, ο Αυγενάκης δείχνει ξανά ο πιο αδύναμος κρίκος…