
«Ο εχθρός μας είναι το πανεπιστήμιο». Αυτή η φράση του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς συμπυκνώνει, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Χρίστο Παπαδημητρίου, την επιθετική στάση της αμερικανικής κυβέρνησης απέναντι στην ανώτατη εκπαίδευση. Ο διακεκριμένος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια, επικεφαλής ερευνητής του Ινστιτούτου «Αρχιμήδης» και ένας από τους κορυφαίους θεωρητικούς της επιστήμης των υπολογιστών παγκοσμίως, ανατέμνει τις αιτίες της κρίσης και σκιαγραφεί τις πιθανές διεθνείς της συνέπειες – από την αναδιάταξη του παγκόσμιου ερευνητικού τοπίου μέχρι την ευκαιρία που μπορεί να αξιοποιήσει η Ελλάδα.
Ποιες προκλήσεις δημιουργούν για τα αμερικανικά πανεπιστήμια, και το Χάρβαρντ ειδικά, οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης Τραμπ;
Τα πανεπιστήμια των ΗΠΑ σήμερα διατρέχουν κινδύνους υπαρξιακούς. Τα οικονομικά πολλών πανεπιστημίων κρέμονταν από μια κλωστή και ο επιχειρηματίας Τραμπ τα χτυπάει αλύπητα στην τσέπη: τους μειώνει πολύ το ποσοστό των ερευνητικών χορηγιών που τα πανεπιστήμια παρακρατούν ως έξοδα και φέρνει εμπόδια στο να δέχονται ξένους φοιτητές, τα δίδακτρα των οποίων τα πανεπιστήμια τα χρειάζονται. Τα λίγα πλούσια πανεπιστήμια (το Χάρβαρντ, το Γέιλ, το δικό μου, το Κολούμπια, το ΜΙΤ, το Στάνφορντ και μερικά άλλα) που έχουν κληροδότημα δεκάδων δισεκατομμυρίων μάλλον θα αντέξουν. Για πολλά άλλα πανεπιστήμια η οικονομική καταστροφή, που ίσως ήταν ήδη μοιραία, μπορεί τώρα να επισπευσθεί.
Αλλά ο σοβαρότερος κίνδυνος που αντιμετωπίζουν τα πανεπιστήμια είναι να χάσουν το κύρος, την αξιοπρέπειά τους και την αξιοπιστία τους με το να δώσουν γην και ύδωρ στην κυβέρνηση, όπως ακριβώς έσπευσε να κάνει πρώτο πρώτο το δικό μου το πανεπιστήμιο, το Κολούμπια.
Το Χάρβαρντ, με τη γενναία στάση του, είναι αυτή τη στιγμή το έμβλημα όχι μόνο της μεγαλοσύνης της αμερικανικής διανόησης, αλλά και της αντίστασής της στο σκοτάδι που έρχεται.
Πιστεύετε ότι είναι όντως πολιτικοποιημένα τα αμερικανικά πανεπιστήμια και ιδιαίτερα το Χάρβαρντ;
Ο στόχος κάθε πανεπιστημίου είναι να δημιουργεί σκεπτόμενους πολίτες που συμμετέχουν στα κοινά και τους ενδιαφέρει ο κόσμος γύρω τους και είμαι βέβαιος ότι και το Χάρβαρντ (όπου άρχισα την καθηγητική μου καριέρα) εκεί στοχεύει. Αν λοιπόν ένα πανεπιστήμιο πάει καλά ως προς αυτόν τον στόχο, τότε είναι πολύ πιθανό ότι οι πιο πολλοί φοιτητές δεν θα αγνοήσουν μια γενοκτονία που συμβαίνει στην εποχή τους. Και αυτός ακριβώς είναι ο κύριος λόγος που πολλά πανεπιστήμια, μεταξύ των οποίων το Κολούμπια και το Χάρβαρντ, κατηγορούνται σήμερα για πολιτικοποίηση. Τα πανεπιστήμια κατηγορούνται επίσης ότι δείχνουν υπερβολική ευαισθησία στο πρόβλημα της μεγάλης ανισότητας της αμερικανικής κοινωνίας, που είναι αποτέλεσμα αιώνων σκλαβιάς, πατριαρχίας και διακρίσεων – και κάνουν δειλά βήματα προς κάποια μορφή επανόρθωσης. Νομίζω και οι δύο αυτές κατηγορίες της κυβέρνησης ευσταθούν και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που μου άρεσε μέχρι πρόσφατα να ζω στο αμερικανικό πανεπιστήμιο.
Υπάρχει κίνδυνος «αυτολογοκρισίας» σε φοιτητές ή καθηγητές υπό τον φόβο δημόσιας αντίδρασης ή πολιτικής στοχοποίησης;
Σίγουρα, και θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Τα μέλη των τριών Εθνικών Ακαδημιών των ΗΠΑ (των Επιστημών, των Μηχανικών και της Ιατρικής) κλήθηκαν τον Φεβρουάριο να υπογράψουν ένα γράμμα διαμαρτυρίας για τη διαφαινόμενη πολιτική της νέας κυβέρνησης στην επιστήμη και την έρευνα. Αρκετά λιγότεροι από τους μισούς, κάπου 2.000, υπογράψαμε. Αυτό με εξέπληξε γιατί οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πάνω από το 80% των κατόχων διδακτορικού είναι εναντίον του Τραμπ. Που σημαίνει, κατά τη γνώμη μου, ότι τουλάχιστον άλλοι 2.000 αμερικανοί ακαδημαϊκοί συμφωνούσαν με τη διαμαρτυρία αλλά δεν υπέγραψαν, μάλλον επειδή φοβήθηκαν τις επιπτώσεις.
Για πρώτη φορά στα 52 χρόνια μου στο αμερικανικό πανεπιστήμιο νιώθω γύρω μου ότι όλοι φοβούνται το επόμενο άγνωστο κακό που θα τους κάνει η εξουσία. Οπως στην Ελλάδα της χούντας.
Ο Τραμπ είναι όλο αντιφάσεις, αλλά η πιο μεγάλη του αντίφαση είναι ότι ενώ δηλώνει ότι θα ξανακάνει την Αμερική μεγάλη, καταστρέφει συστηματικά την ανώτατη εκπαίδευση και την έρευνα, δηλαδή ό,τι πιο μεγάλο είχε η Αμερική. Αλλά υπάρχει λογική και στην αντίφαση: Το ποσοστό των πολιτών που αντιτίθεται στον Τραμπ δεν είναι μόνο τεράστιο για όσους έχουν διδακτορικό, είναι γενικότερα ευθέως ανάλογο με την εκπαίδευση! Μειοψηφία σε όσους δεν πήγαν στο γυμνάσιο, πλειοψηφία σε όσους πήγαν στο πανεπιστήμιο. Δηλαδή πολύ σωστά ο αντιπρόεδρος του Τραμπ, ο Βανς, είχε πει πριν από τις εκλογές «Ο εχθρός μας είναι το πανεπιστήμιο».
Ποιες νομίζετε ότι θα είναι οι διεθνείς επιπτώσεις αυτής της αναταραχής στην αμερικανική ανώτατη εκπαίδευση και έρευνα;
Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αμερική ήταν στην έρευνα ο φτωχός συγγενής της Γηραιάς Ηπείρου. Αυτό άλλαξε όταν πολλοί ευρωπαίοι ερευνητές, σε πολύ μεγάλο ποσοστό Εβραίοι, βρήκαν καταφύγιο στη βορειοαμερικανική δημοκρατία. Μετά τον πόλεμο ο Βάνεβαρ Μπους – ένας μεγάλος οραματιστής επιστήμονας – έθεσε τα θεμέλια της επιστημονικής μεγαλοσύνης της χώρας του με την ίδρυση του Εθνικού Ιδρύματος Επιστημών (NSF) και του συστήματος των κρατικών χορηγιών έρευνας. Το αποτέλεσμα: τα τελευταία 75 χρόνια η Αμερική ήταν η αναμφισβήτητη υπερδύναμη στην έρευνα. Σήμερα το σύστημα αυτό γκρεμίζεται.
Νομίζω ότι τα πράγματα θα αλλάξουν. Η ανερχόμενη Κίνα, ο κύριος ανταγωνιστής των ΗΠΑ στην έρευνα, θα ισχυροποιηθεί. Επίσης, πολλοί αμερικανοί ερευνητές θα κινηθούν προς τον Καναδά και την Ευρώπη – μάλιστα, η ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας (ERC) ήδη προετοιμάζουν μηχανισμούς που θα προσφέρουν κίνητρα και διευκολύνσεις για μετακινήσεις προς την Ευρώπη ερευνητών και καθηγητών από την Αμερική. Ελπίζω η ελληνική κυβέρνηση να ετοιμάζεται ήδη να κάνει το ίδιο, να δημιουργήσει δηλαδή θέσεις και κίνητρα και στη χώρα μας για να προσελκύσουμε δυσαρεστημένους άξιους ερευνητές από τις ΗΠΑ – και όχι μόνο ελληνικής καταγωγής.