Η Ελλάδα που αρέσει

Είχαμε συνηθίσει για πολλά χρόνια να βλέπουμε την εθνική ομάδα να παίζει ένα ποδόσφαιρο που όχι μόνο εμείς, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη το αποκαλούσε «τσούκου, τσούκου». Κατακριτέο από πολλούς Ευρωπαίους το τότε παιχνίδι της Ελλάδας, κατακριτέο ακόμα και από πολλούς Ελληνες. Μέχρι και η Εθνική που πήρε το EURO, που έφτασε στο απόγειο μιας δόξας που ποτέ δεν περιμέναμε, είχε… haters. Για τον τρόπο που έπαιζε. Καθόλου δεν μας χαλούσε, εδώ που τα λέμε. Φτάσαμε έως την κορυφή της Ευρώπης. Αλλά πια το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει. Και κάθε ομάδα οφείλει να βγάζει στο γήπεδο επιθετικές αρετές αν θέλει να είναι μέσα σε αυτές που ξεχωρίζουν και φέρνουν επιτυχίες. Δύσκολα αντέχεις παίζοντας μόνο άμυνα.

Η Ελλάδα του Γιοβάνοβιτς δείχνει ότι αλλάζει όλη την κοσμοθεωρία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η Ελλάδα αρχίζει να παίζει ένα ποδόσφαιρο που αρέσει σε όλους. Επιθετικό και αποτελεσματικό ταυτόχρονα. Ενα ποδόσφαιρο περισσότερο… αλέγκρο. Εχει τα υλικά ο Γιοβάνοβιτς που ταιριάζουν σε αυτό το ποδόσφαιρο. Εχει και την τόλμη για να το πράξει. Γιατί θέλει τόλμη να πας πολύ γρήγορα από τη μία γενιά στην άλλη και από τον έναν τρόπο παιχνιδιού στον εντελώς αντίθετο. Αυτό το τελευταίο, για να είμαστε δίκαιοι, το επιχείρησε πρώτος ο Φαν ‘τ Σιπ. Ο Ολλανδός ήθελε να αλλάξει τον τρόπο παιχνιδιού της Ελλάδας, ανεξάρτητα από τους παίκτες που είχε, με τον Πογέτ επιστρέψαμε και πάλι στις… εργοστασιακές ρυθμίσεις, αλλά το ρόστερ που έχει ο Γιοβάνοβιτς είναι τέτοιο που αν είσαι καλός προπονητής θα το εκμεταλλευτείς.

Η Ελλάδα πλέον αρέσει. Και σε Ελληνες και σε ξένους. Αυτό το ποδόσφαιρο που αλλάζει τη φιλοσοφία την οποία γνωρίζαμε, αυτός ο τρόπος παιχνιδιού που μας κάνει να ανυπομονούμε για το επόμενο παιχνίδι. Αυτή η παρέα των πιτσιρικάδων που έχει μπροστά της όλο το μέλλον για να φέρει επιτυχίες. Και βλέπει περισσότερους από 20.000 Ελληνες ένα σαββατόβραδο να πηγαίνουν να τη δουν σε ένα φιλικό παιχνίδι κόντρα στη Σλοβακία.