Επί επτά χρόνια σιωπούσαν. Δεν απομνημονεύσαμε ποτέ τα ονόματά τους, δεν μάθαμε σχεδόν τίποτα για τους ανθρώπους τους που έχασαν. Δεν ακούσαμε τον τόνο της φωνής τους, δεν αναπαραγάγαμε αναρτήσεις τους στα social media, δεν προτάξαμε το μικρόφωνο να τους πάρουμε δηλώσεις. Οι συγγενείς των θυμάτων στο Μάτι, όμως, έδιναν όλα αυτά τα χρόνια με αξιοπρέπεια σιωπηρά έναν βασανιστικό αργόσυρτο δικαστικό αγώνα που κέρδισε μία μικρή δικαίωση μόλις πριν από τρεις μέρες στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων. Τέσσερα άτομα θα βρεθούν στη φυλακή, ανάμεσά τους δεν περιλαμβάνεται κανένα πολιτικό πρόσωπο, ούτε και ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, από το οικόπεδο του οποίου ξεκίνησε η πυρκαγιά που οδήγησε στον θάνατο 104 ανθρώπους. Κι όμως στα καθ’ έξιν θορυβώδη social media υπήρξε εκκωφαντική σιγή. Οι αυτοαναγορευόμενοι δικαστές του πληκτρολογίου που απαιτούν με ιεραποστολικό μένος την ποινική εξόντωση πολιτικών προσώπων και εμμονικά αποδίδουν πολιτικά χαρακτηριστικά σε δικαστικές υποθέσεις, τώρα δεν βγήκαν να ψελλίσουν ούτε λέξη που κανένα από τα κατηγορούμενα πολιτικά πρόσωπα δεν θα περάσει το κατώφλι της φυλακής.
Κι ας είχαν κάνει λόγο οι εισαγγελείς κατά την αξιολόγηση του υλικού της δικογραφίας για «απόλυτη ασυνεννοησία, χάος και κατάρρευση του συστήματος, γενικευμένες ευθύνες συναρμόδιων υπηρεσιών, εγκληματικά λάθη και σωρεία παραλείψεων στο στάδιο της πρόληψης από την πλευρά της αυτοδιοίκησης». Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα συνέβαινε αυτή τη στιγμή στη χώρα εάν υπήρχε η ίδια δικαστική απόφαση και αθώωνε όλα τα πολιτικά πρόσωπα για ευθύνες στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών. Τι θα έλεγαν κόμματα, ρεπορτάζ στα δελτία ειδήσεων, πηχυαίοι τίτλοι των εφημερίδων. Για μία δίκη που δεν έχει ξεκινήσει αυτοαναγορευόμενοι δικαστές, δικολάβοι δημοσιολογούντες και κάποιοι τυμβωρύχοι πολιτικοί κάνουν αβασάνιστες και επιπόλαιες διατυπώσεις, a priori, περί «συγκάλυψης». Για μία δίκη που ήδη πραγματοποιήθηκε πρωτόδικα και εν συνεχεία στο Εφετείο, αθωώνοντας όλα τα πολιτικά πρόσωπα, δεν κουνήθηκε φύλλο. Διότι ποτέ το επίδικο δεν ήταν για εκείνους η απώλεια της ανθρώπινης ζωής.
Το ίδιο άλλωστε αποδείχθηκε και στην υπόθεση του θανάτου του γιου της εισαγγελέως Λάρισας Βασίλη Καλογήρου όταν και πάλι οι συνήθεις έμποροι του πόνου επιχείρησαν να προσδώσουν πολιτικό περιεχόμενο σε μία ανείπωτη τραγωδία. Τον θάνατο ενός 39χρονου νέου ανθρώπου «από ισχαιμία του μυοκαρδίου» σύμφωνα με το τελικό πόρισμα ελλήνων δικαστών και ξένων εργαστηρίων, αλλά και το οριστικό συμπέρασμα πως όλα τα τραύματα που έφερε η σορός ήταν μεταθανάτια. Η απόλυτη τραγωδία μετατράπηκε σε πολιτικό υλικό για εκείνους που δεν δίνουν δεκάρα για «τον άνθρωπο», παρά μόνο για τις πολιτικές τους επιδιώξεις. Διατυπώνοντας ως τάχα αθώα ερωτήματα αισχρές θεωρίες συνωμοσίας, χωρίς να σεβαστούν στοιχειωδώς ούτε τον πόνο δικών του ανθρώπων, έλεγαν εμμέσως ή κάποιοι πιο ακραίοι άμεσα πως ο θάνατος του 39χρονου ήταν προϊόν δολοφονίας για τον εκβιασμό της εισαγγελέως στην υπόθεση των Τεμπών.
Ολα στον βωμό του πολιτικού παιχνιδιού, όλα ως εργαλεία για τη διαμόρφωση της εικόνας που θα αποτυπώσει η Merton Analysis, η Pulse ή η GPO. Αλλά είναι τόσο εξόφθαλμο αυτό που κάνουν, που τελικά δεν τα καταφέρνουν ούτε καν σε αυτό.