Μετά τις αμερικανικές βόμβες

Στις 22 Ιουνίου, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι η Αμερική βομβάρδισε το Φορντό, το Νατάνζ και το Ισφαχάν, τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν. Σχεδόν ενάμιση χρόνο από την ημέρα που η Χαμάς σφαγίασε περίπου 1.200 αμάχους, το Ισραήλ έχει πολεμήσει στη Γάζα, στον Λίβανο, στη Συρία, στην Υεμένη. Οταν, στις 13 Ιουνίου, ισραηλινά αεροσκάφη έπληξαν το Ιράν, έγινε σαφές ότι το Ισραήλ δεν θα αρκούνταν στους πληρεξούσιους του ιρανικού καθεστώτος, που έχει ορκιστεί την εξαφάνισή του από τον χάρτη, αλλά θα επιχειρούσε να εξουδετερώσει τον βασικό του αντίπαλο. Τους σιίτες μουλάδες.

Σε τι αποσκοπούσε το Ισραήλ επιτιθέμενο στο Ιράν; Κατά κύριο λόγο, να σταματήσει, ή τουλάχιστον να καθυστερήσει σημαντικά το πυρηνικό πρόγραμμά του. Η καθυστέρηση φαίνεται ότι τελικά επετεύχθη μετά την επιλογή του αμερικανού προέδρου Τραμπ να χρησιμοποιήσει αμερικανικά βομβαρδιστικά B-2 Stealth οπλισμένα με βόμβες «bunker buster» για να πλήξει τις καλά ασφαλισμένες πυρηνικές υποδομές.

Αλλ’ ο βαθμός της ζημιάς που έγινε είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Μόνο ένα πράγμα είναι σαφές. Το Ιράν πληρώνει την καθυστέρηση να υπογράψει μια πυρηνική συμφωνία με τις ΗΠΑ, αρχικά με τον πρόεδρο Μπάιντεν και κατόπιν με τον Τραμπ. Στην Τεχεράνη πίστευαν ότι ο Τραμπ θα είναι στη γραμμή του 2018, όταν έκανε το μεγάλο λάθος να αποχωρήσει από τις ιρανοαμερικανικές συνομιλίες. Πίστευαν, δηλαδή, ότι οι Αμερικανοί δεν εννοούσαν την απαίτησή τους από το Ιράν να εγκαταλείψει την προσπάθεια εμπλουτισμού ουρανίου. Και πιάστηκαν στον ύπνο.

Εχουν νόημα οι θριαμβολογίες του Τραμπ και του Νετανιάχου, στο Ισραήλ; Χωρίς αμφιβολία, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα καθυστερήσει για πολλά χρόνια. Αλλά το Ιράν ήδη έχει αναπτύξει σοβαρή τεχνογνωσία ενώ, κατά την εκτίμηση του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, η χώρα έχει ήδη στην κατοχή της εμπλουτισμένο ουράνιο που φτάνει για δέκα πυρηνικές βόμβες. Ούτε είναι βέβαιη η επιτυχία του στόχου να πέσει το θεοκρατικό καθεστώς, κάτι για το οποίο προσπαθεί το Ισραήλ. Ενώ ακόμα κι αυτό αν συνέβαινε, κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει με ασφάλεια ποια θα είναι η διάδοχη κατάσταση.

Η ουσία, πάντως, για την ώρα είναι ότι το καθεστώς του Ιράν μοιάζει έτοιμο να αντιδράσει σαν πληγωμένος τίγρης: αντεπιτιθέμενο. Το ιρανικό καθεστώς κυβερνά με φόβο και, όπως εξηγεί ο Μαξ Μπουτ της «Washington Post», θα νιώσει «αναγκασμένο να αντεπιτεθεί με κάποιον τρόπο για να αποφύγει να μεταδώσει μια εντύπωση αδυναμίας στον ίδιο του τον πληθυσμό». Οπως παρατηρούν οι αναλυτές, ακόμα και σε αδυναμία, το καθεστώς της Τεχεράνης μπορεί να πλήξει τη Δύση με τρομοκρατικές ενέργειες και με κυβερνοεπιθέσεις, μπορεί να πλήξει με πυραυλικές επιθέσεις αμερικανικούς στόχους στην περιοχή, ενώ στρατηγικό όπλο του είναι η δυνατότητα να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, δημιουργώντας προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα με καύσιμα.

Ολα πάντως θα κριθούν από το πλήγμα που έδωσαν οι τελευταίες επιθέσεις στο ιρανικό καθεστώς. Αν οι μουλάδες δεν πληγούν ουσιαστικά, το Ιράν θα παραμείνει κράτος-παρίας, ακόμη πιο προσηλωμένο σε ένα παράνομο πυρηνικό όπλο, παρασύροντας την Αμερική σε μια μακροπρόθεσμη στρατιωτική εκστρατεία για τον περιορισμό της απειλής.

Η ιδανική περίπτωση θα ήταν αν μια αποδυναμωμένη κυβέρνηση ή, ακόμα καλύτερα, ένα μεταβατικό καθεστώς θα είχε τη διάθεση να διαπραγματευτεί τον τερματισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Αυτό θα ήταν και η αρχή του τέλους της μακράς απομόνωσης της χώρας. Με τα σημερινά δεδομένα, πολύ αισιόδοξο σενάριο.