ΟΟΣΑ για Ελλάδα: 30% χαμένο νερό από το σύστημα ύδρευσης

Το ποσοστό του νερού που πάει χαμένο από τα συστήματα ύδρευσης στην Ελλάδα πλησιάζει το 30% με βάση τα στοιχεία που επικαλείται ο ΟΟΣΑ στην τελευταία του έκθεση του 2025 για τις Παγκόσμιες Προοπτικές Ξηρασίας 2025. Η Ελλάδα φαίνεται ότι βρίσκεται σε καλύτερη θέση από χώρες όπως η Ουγγαρία, η Σλοβενία και η Πορτογαλία, αλλά και η Ρουμανία, η Ιρλανδία και η Βουλγαρία που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Βρίσκεται σε χειρότερη θέση από χώρες όπως η Πολωνία, η Ισπανία και η Βρετανία και σε πολύ χειρότερη θέση από χώρες όπως η Γερμανία, η Δανία και η Εσθονία.

Επιπλέον ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι το ποσοστό των εδαφών με αυξημένη συχνότητα ξηρασίας στη χώρα μας ανέρχεται σε 87%. Όσον αφορά την ένταση της ξηρασίας, τα εδάφη αυτά στην Ελλάδα φτάνουν το 52%. Τα τελευταία αυτά στοιχεία για συχνότητα και ένταξη ξηρασίας αφορούν μέση συχνότητα ανάμεσα στα έτη 1950-2000 και 2000-2020 όπως αναφέρεται.

Στην έκθεσή του ο Οργανισμός αναφέρει ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι ξηρασίες γίνονται ολοένα και πιο συχνές και σοβαρές παγκοσμίως. Η έκθεση δείχνει ότι η παγκόσμια χερσαία έκταση που επηρεάζεται από την ξηρασία διπλασιάστηκε μεταξύ 1900 και 2020, με το 40% του πλανήτη να βιώνει αυξημένη συχνότητα και ένταση ξηρασίας τις τελευταίες δεκαετίες.

Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ότι ο αυξανόμενος κίνδυνος ξηρασίας πηγάζει από συνδυασμό παραγόντων, με την κλιματική αλλαγή στον πυρήνα του προβλήματος. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι η κλιματική αλλαγή έκανε φαινόμενα ξηρασίας στην Ευρώπης έως και 20 φορές πιο πιθανά το 2022 και αύξησε την πιθανότητα της συνεχιζόμενης ξηρασίας στη Βόρεια Αμερική κατά 42%. Κάνει επίσης λόγο για προβλέψεις που δείχνουν ότι σε ένα σενάριο ανόδου των θερμοκρασιών κατά 4°C, οι ξηρασίες θα μπορούσαν να γίνουν έως και επτά φορές πιο συχνές και έντονες σε σύγκριση με ένα σενάριο χωρίς κλιματική αλλαγή.

Όπως αναφέρεται, σε παγκόσμιο επίπεδο η γεωργία είναι ο τομέας που επηρεάζεται περισσότερο. Σε ιδιαίτερα ξηρά έτη, οι αποδόσεις των καλλιεργειών μπορούν να μειωθούν έως και 22%, ενώ ο διπλασιασμός της διάρκειας της ξηρασίας θα μπορούσε να μειώσει την παραγωγή βασικών καλλιεργειών όπως η σόγια και το καλαμπόκι έως και 10%.

Οι ξηρασίες μπορούν να μειώσουν τον όγκο του εμπορίου μέσω ποταμών έως και 40% και να μειώσουν την υδροηλεκτρική παραγωγή κατά περισσότερο από 25%, επηρεάζοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού και τη διαθεσιμότητα της ενέργειας.

Ο ανθρώπινος αντίκτυπος της ξηρασίας είναι εξίσου σοβαρός. Παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύουν μόνο το 6% των φυσικών καταστροφών, οι ξηρασίες προκαλούν το 34% όλων των θανάτων που σχετίζονται με καταστροφές και επιδεινώνουν τον εκτοπισμό και τη μετανάστευση, ιδίως στην Υποσαχάρια Αφρική. Συνολικά, αυτές οι επιπτώσεις μπορούν να προκαλέσουν πολιτική αστάθεια, κοινωνική αναταραχή και γεωπολιτικές εντάσεις λόγω σπάνιων πόρων, προσθέτει ο Οργανισμός.

Βιώσιμη λύση για περιοχές με περιορισμένη ή μειωμένη παροχή γλυκού νερού προσφέρει η αφαλάτωση, υπό την προϋπόθεση ότι θα αντιμετωπιστούν οι αρνητικές παρενέργειες. Στην Ευρώπη η αφαλάτωση χρησιμοποιείται ευρέως στην περιοχή της Μεσογείου –ειδικά σε χώρες όπως οι Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία- ως συμπληρωματική πηγή, κυρίως για την αντιμετώπιση της εποχιακής ή τοπικής λειψυδρίας στις παράκτιες περιοχές, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.

Μερίδιο χαμένου νερού σε συστήματα ύδρευσης επιλεγμένων ευρωπαϊκών χώρων

Πηγή: ΟΟΣΑ