Ποινές έως 340 χρόνια – θα εκτιθούν μόνο τα 5 χρόνια

Σε μια μικρή «νησίδα» δικαίωσης στο πέλαγος της ατιμωρησίας ένιωσαν ότι… πάτησαν χθες οι συγγενείς των νεκρών και οι εγκαυματίες από τη φωτιά στο Μάτι μετά την απόφαση της Δικαιοσύνης να οδηγήσει στη φυλακή τέσσερις κατηγορουμένους για λάθη και παραλείψεις που έφεραν μαρτυρικό θάνατο στους δικούς τους ανθρώπους.

Επειτα από επτά χρόνια, η αυλαία μιας από τις εμβληματικότερες ποινικές δίκες έληξε με βαριές καταδίκες και τιμωρία για ένα έγκλημα που βρίσκει για πρώτη φορά στη φυλακή ολόκληρη την ηγεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και τον τότε γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, οι οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για ανθρωποκτονία από αμέλεια και πρόκληση σωματικών βλαβών.

Σιωπηλοί παρακολουθούσαν βήμα βήμα τη χθεσινή διαδικασία οι συγγενείς των θυμάτων, αλλά και οι κατηγορούμενοι οι οποίοι ανέμεναν την τελική κρίση της Δικαιοσύνης.

Κανένα ελαφρυντικό

Πρώτα ήρθε η απόφαση του δικαστηρίου, κατά πλειοψηφία, να μην αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό στους δέκα ενόχους, ούτε καν αυτό του σύννομου πρότερου βίου για πρόσωπα που διετέλεσαν σε θέσεις ευθύνης και ανέβηκαν όλα τα σκαλιά της ιεραρχίας του Πυροσβεστικού Σώματος.

Λίγη ώρα αργότερα, έφτασε η στιγμή για την αποτίμηση των αξιόποινων πράξεών τους. Η ετυμηγορία των δικαστών, ομόφωνη αυτή τη φορά, έδωσε σαφές στίγμα για την αυστηρή ποινική μεταχείριση των ενόχων για την εκατόμβη των νεκρών.

Το «διά ταύτα» της απόφασης βρήκε καταδικασμένους τους Σωτήρη Τερζούδη, πρώην αρχηγό της Πυροσβεστικής, Βασίλη Ματθαιόπουλο, πρώην υπαρχηγό, Ιωάννη Φωστιέρη, πρώην διοικητή του ΕΣΚΕ, και Ιωάννη Καπάκη, πρώην γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, με πολυετείς ποινές φυλάκισης που αθροιστικά φτάνουν τα 340 χρόνια για τον καθένα, για κάθε έναν από τους 102 νεκρούς και τους 32 εγκαυματίες από τη φωτιά στο Μάτι. Εξίσου αυστηρή ποινική μεταχείριση επεφύλαξαν και στους άλλους πέντε υψηλόβαθμους πυροσβέστες, τους Χρήστο Γκολφίνο, τότε διευθυντή του 199, Φίλιππο Παντελεάκο, τότε διευθυντή του Κέντρου Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας, Δαμιανό Παπαδόπουλο, τότε διοικητή του Πυροσβεστικού Σταθμού Νέας Μάκρης, Νίκο Παναγιωτόπουλο, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, και Χαράλαμπο Χιώνη, τότε διοικητή Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής, τιμωρώντας τους με 238 χρόνια συνολική φυλάκιση τον καθένα.  Ωστόσο, με βάση τον ποινικό νόμο που ίσχυε τότε, το ταβάνι της εκτιτέας ποινής, παρά τα εκατοντάδες χρόνια, δεν μπορεί να ξεπεράσει τα πέντε χρόνια.

Ο μόνος για τον οποίο επικυρώθηκε η πρωτόδικη ποινή των τριών ετών φυλάκισης ήταν ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, από την αυλή του οποίου φέρεται ότι ξεκίνησε η φωτιά στο Μάτι, καθώς για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο δεν είχε ασκήσει έφεση ο εισαγγελέας και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να καταστεί η θέση του δυσχερέστερη.

Και αμέσως μετά ανακοινώθηκε η απόφαση που έδειξε τον δρόμο για τη φυλακή στους τέσσερις βασικούς κατηγορουμένους, ενώ για όλους τους άλλους αποφασίστηκε η ποινή να είναι εξαγοράσιμη προς δέκα ευρώ την ημέρα.

Η ανακοίνωση της τελικής ετυμηγορίας δημιούργησε αντιφατικά συναισθήματα. Οι κατηγορούμενοι, που από τα υψηλά κλιμάκια της Πυροσβεστικής βρέθηκαν καταδικασμένοι, άκουσαν τη στερητική ποινή της ελευθερίας τους με σκυμμένο το κεφάλι. Οσο για τους συγγενείς των θυμάτων που είχαν γεμίσει τη δικαστική αίθουσα, έπεσε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου με δάκρυα στα μάτια. Μάλιστα, ακόμα και όταν οι αστυνομικοί πέρασαν χειροπέδες σε όσους οδηγούνταν με βάση τη δικαστική απόφαση στη φυλακή, όλοι οι συγγενείς φώναζαν «Λιότσιος, Λιότσιος» σε ένδειξη αναγνώρισης της προσφοράς του δικαστικού πραγματογνώμονα Δημήτρη Λιότσιου, που δεν κάμφθηκε ποτέ, παρά τις απειλές και τις πιέσεις που έχει καταγγείλει ότι δέχτηκε.

Στη δική τους συνείδηση, όπως αποτυπώθηκε και στις δηλώσεις τους, η απόφαση της Δικαιοσύνης ισοδυναμούσε με μια μικρή νίκη. Ολοι στις μεταξύ τους συζητήσεις μιλούσαν για δικαίωση της μνήμης των ανθρώπων που κάηκαν ή πνίγηκαν αβοήθητοι στη θάλασσα, βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο. Και εξέφρασαν την ελπίδα η απόφαση αυτή να μη μείνει χωρίς αντίκρισμα, ενώ δήλωσαν έτοιμοι να συνεχίσουν τον αγώνα τους εις μνήμην όλων εκείνων που δεν θα ξανασφίξουν ποτέ στην αγκαλιά τους. Για τη δικαίωση της δικής τους μνήμης δεν τα παράτησαν, όπως είπαν, όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και για να μην υπάρξουν άλλες τέτοιες τραγωδίες στο μέλλον.