
Μετά την ενεργειακή κρίση που πυροδότησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ενωση κινείται αποφασιστικά για να αποφύγει παρόμοια εξάρτηση από άλλα στρατηγικά αγαθά. Αυτή τη φορά, στο επίκεντρο δεν είναι το φυσικό αέριο αλλά τα κρίσιμα ορυκτά: σπάνιες γαίες, λίθιο, κοβάλτιο, γραφίτης και νικέλιο – υλικά απαραίτητα για την πράσινη μετάβαση, τις μπαταρίες, την τεχνολογία και την άμυνα. Η ΕΕ ανακοίνωσε πρόσφατα 13 μεγάλα έργα εξόρυξης και επεξεργασίας κρίσιμων πρώτων υλών σε τρίτες χώρες, επενδύοντας 5 δισ. ευρώ σε πέντε ηπείρους.
Το μήνυμα της Κομισιόν είναι σαφές: η Ευρώπη δεν μπορεί να παραμείνει όμηρος της κινεζικής υπεροχής σε αυτόν τον τομέα. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Κίνα ελέγχει σήμερα πάνω από το 90% της παγκόσμιας παραγωγής σπανίων γαιών και του κοβαλτίου, σχεδόν το 80% του γραφίτη και πάνω από το 70% της διύλισης λιθίου. Το Πεκίνο, επικαλούμενο περιβαλλοντικούς και εσωτερικούς λόγους, έχει αρχίσει να περιορίζει τις εξαγωγές, γεγονός που προκαλεί σοβαρές αναταράξεις σε παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, κυρίως στον κλάδο των μπαταριών και των ηλεκτρονικών. Η ευρωπαϊκή απάντηση είναι μια πολυεπίπεδη γεωπολιτική στρατηγική. Δίπλα στα 47 έργα που ήδη προωθούνται εντός της Ευρώπης, η Ενωση στοχεύει τώρα σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Βραζιλία, η Γροιλανδία, η Νέα Καληδονία, η Ουκρανία, το Καζακστάν, το Μαλάουι και η Νότια Αφρική. Πρόκειται για περιοχές με υψηλό γεωστρατηγικό ενδιαφέρον, καθώς σε αρκετές από αυτές, η ΕΕ ανταγωνίζεται την επιρροή τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Γροιλανδίας, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει βρεθεί στο στόχαστρο των ΗΠΑ – με τον Ντόναλντ Τραμπ να εκφράζει ανοιχτά την επιθυμία του να την «αγοράσει».
Ο πλούτος της σε σπάνιες γαίες, ωστόσο, την έχει φέρει και στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού σχεδιασμού. Την ίδια στιγμή, έργα αναπτύσσονται σε περιοχές με πολιτική αστάθεια ή ισχυρή κινεζική παρουσία, όπως η Αφρική και η Κεντρική Ασία, γεγονός που αυξάνει τον βαθμό δυσκολίας του εγχειρήματος.
Η ΕΕ έχει θέσει ως στόχο μέχρι το 2030 να καλύπτει το 10% των αναγκών της σε κρίσιμα ορυκτά από δική της παραγωγή και το 40% από επεξεργασία εντός των συνόρων της. Παράλληλα, εστιάζει σε στρατηγικές εταίρους για την εξασφάλιση μακροχρόνιων συμφωνιών. Ομως οι ειδικοί προειδοποιούν: πρόκειται για έργα που απαιτούν βάθος δεκαετίας και όχι άμεση απόδοση.
Εν τω μεταξύ, η ζήτηση για ορυκτά αυξάνεται με εκρηκτικούς ρυθμούς. Με βάση στοιχεία της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, η παγκόσμια κατανάλωση λιθίου αυξήθηκε κατά 29% ετησίως μεταξύ 2021 και 2024, ενώ για τον γραφίτη και το κοβάλτιο οι αυξήσεις ήταν 8% και 6% αντίστοιχα. Η προσφορά, ωστόσο, ακολουθεί κατά κύριο λόγο την κινεζική κατεύθυνση. Η πρόκληση για την Ευρώπη είναι διπλή: να διασφαλίσει επαρκείς πρώτες ύλες για τις πράσινες και τεχνολογικές της μεταβάσεις και ταυτόχρονα να μην υπονομεύσει τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς της κανόνες. Σε αντίθεση με άλλες παγκόσμιες δυνάμεις, η ΕΕ δεν μπορεί να προχωρήσει σε μεταλλευτικές δραστηριότητες χωρίς να λάβει υπόψη την κοινή γνώμη και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αν όμως η Ευρώπη θέλει να μείνει στο παιχνίδι, πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο των πρώτων υλών της. Εστω και αν χρειαστεί να τις βρει χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά…