Φιλία και φιλοσοφία

Η φιλοσοφία είναι πεδίο µάχης, ένα πεδίο σύγκρουσης (Kampfplatz), λέει κάπου ο Καντ και αυτή τη φράση χρησιµοποιούσε ο Λουί Αλτουσέρ για να περιγράψει τον συγκρουσιακό χαρακτήρα των φιλοσοφικών τοποθετήσεων. Μάλιστα, θεωρούσε ότι αυτή η συγκρουσιακότητα, µε αρχέτυπο την αντίθεση ανάµεσα σε υλιστικές και ιδεαλιστικές τοποθετήσεις, ήταν σε τελική ανάλυση ένα είδος ταξικής πάλης στη θεωρία, µια αντανάκλαση του συνολικότερου πολιτικού και κοινωνικού ανταγωνισµού. Διατυπώνοντας την άποψη ότι η φιλοσοφία παράγει θέσεις, όχι όµως γνώσεις και επιστηµονικές έννοιες, ο Αλτουσέρ έδωσε έναν τρόπο να στοχαστούµε γιατί οι φιλοσοφικές τοποθετήσεις, σε αντίθεση µε τις επιστηµονικές θεωρίες, έχουν ικανότητα να επιβιώνουν και να αναπαράγονται. Εξηγεί, για παράδειγµα, γιατί έχουµε σήµερα νεοαριστοτελικούς ηθικούς φιλοσόφους που επικεντρώνονται στην έννοια της αρετής, όµως όχι νεοαριστοτελικούς φυσικούς που να αµφισβητούν τον Γαλιλαίο, τον Νεύτωνα και όλη τη µετέπειτα εξέλιξη της φυσικής.

Μόνο που επειδή οι φιλοσοφικές τοποθετήσεις αναπαράγουν μια σύγκρουση, οι φιλοσοφικές αντιπαραθέσεις είναι από τις πιο σκληρές και έντονες, καθώς δεν υπάρχει κάποιο πεδίο όπου τελικά κρίνεται η εγκυρότητα της μιας ή της άλλης απόφανσης, αλλά και επειδή τροφοδοτούνται από τον τρόπο που συναρθρώνονται επιστημολογικές αντιφάσεις, ηθικά διλήμματα και κοινωνικές συγκρούσεις. Κατά συνέπεια, για όποια έχει ασχοληθεί με τη φιλοσοφία έστω και με μικρή συστηματικότητα, η είδηση πριν από μερικά χρόνια ότι κάπου στη Νότια Ρωσία μια διαφωνία πάνω στον Καντ κατέληξε στο να τραβήξει όπλο ο ένας εκ των δύο διαφωνούντων συνομιλητών και να πυροβολήσει τον άλλο (ευτυχώς με πλαστική σφαίρα, με αποτέλεσμα ο τραυματισμός να μην είναι μοιραίος), φαντάζει κάπως λιγότερο παράδοξη.

Ο συγκρουσιακός χαρακτήρας της φιλοσοφίας κάνει πιο ξεχωριστές τις περιπτώσεις όπου μπορούμε να δούμε φιλίες μεταξύ φιλοσόφων. Αυτό εξηγεί γιατί ένας σημαντικός ιστορικός των ιδεών όπως ο Φρανσουά Ντος επέλεξε να γράψει το βιβλίο Φιλοσοφικές Φιλίες, που πολύ πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις, σε πολύ καλή μετάφραση του Γιάννη Μπαλαμπανίδη, και το οποίο ασχολείται με μια σειρά από φιλίες που σφράγισαν τη γαλλική (αλλά και την παγκόσμια) σύγχρονη σκέψη: Αρόν και Σαρτρ, Σαρτρ και Μερλό-Ποντί, Φουκό και Ντελέζ, Ντελέζ και Γκουαταρί, Λεφόρ και Καστοριάδης, Ρικέρ και Ντεριντά, Λεβινάς και Ντεριντά.

Τεθλασμένες διαδρομές

Οι φιλίες αυτές είχαν διαφορετική εξέλιξη: κάποιες εξελίχθηκαν σε ρήξη, πρωτίστως για πολιτικούς λόγους, όπως αυτές του Σαρτρ και του Αρόν ή του Λεφόρ και του Καστοριάδη, όμως κάποιες διατηρήθηκαν μέχρι τέλους αποτελώντας πραγματικά εργαστήρια σκέψης και φιλοσοφικού πειραματισμού, όπως αυτές του Ντελέζ και του Γκουαταρί, ενώ κάποιες κατάφεραν ακόμη και μετά την προσωπική απομάκρυνση να παραμείνουν φιλοσοφικά ενεργές, όπως αυτή του Φουκό με τον Ντελέζ. Μέσα από αυτές τις φιλίες ο Ντος ανασυνθέτει το τοπίο της γαλλικής φιλοσοφίας στον 20ό αιώνα, δείχνοντας πόσο σύνθετες και τεθλασμένες ήταν οι φιλοσοφικές διαδρομές και οι διάλογοι ανάμεσα σε έννοιες και ρεύματα σκέψης – ας σημειώσουμε μόνο τις διαφορετικές συναντήσεις ανάμεσα στη φαινομενολογία και τον μαρξισμό στις περιπτώσεις του Σαρτρ και του Μερλό-Ποντί ή το πόσο περίπλοκο ήταν το ευρύτερο ρεύμα που συνήθως περιγράφουμε ως «στρουκτουραλισμό».

Δείχνει έτσι ότι εκείνη την περίοδο στη Γαλλία η φιλοσοφία δεν ήταν απλώς ένας ακαδημαϊκός κλάδος ή ένα πεδίο έρευνας. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι τόσες περιπτώσεις φιλοσόφων – και δη ιδιαίτερα πυκνών έως και δύσβατων πολλές φορές – ήταν ταυτόχρονα και εκ των σημαντικότερων δημόσιων διανοουμένων της εποχής, ικανών να επηρεάζουν ένα ευρύτερο διανοητικό και τελικά πολιτικό κλίμα, αποτελεί επαρκή απόδειξη της δραστικότητας της φιλοσοφίας. Για να το πούμε διαφορετικά, σε πείσμα μιας διαδεδομένης αντίληψης ότι η φιλοσοφία είναι ένα πάρεργο ή μια θεωρητική μορφή προγενέστερη και υποδεέστερη των επιστημών, η «γαλλική σκέψη» (για να χρησιμοποιήσουμε τον κάπως απαξιωτικό τρόπο με τον οποίο συντηρητικοί επικριτές την αντιμετώπισαν όταν μεταλαμπαδεύτηκε στις ΗΠΑ) ήταν ένα μεγάλο εργαστήριο σκέψης, μια καθοριστική για τις μεταγενέστερες συζητήσεις – πολύ πέρα από τα γαλλικά σύνορα – εννοιολογική και διανοητική δημιουργικότητα που επέτρεψε και διευκόλυνε άλματα και στις κοινωνικές επιστήμες και στην πολιτική σκέψη.

Η διαίρεση του Ψυχρού Πολέμου

Γι’ αυτόν τον λόγο αυτή η διανοητική ιστορία κάθε άλλο παρά αμέτοχη της συνολικής ιστορίας ήταν. Καθόλου τυχαία αυτές οι φιλίες δοκιμάστηκαν στα μεγάλα πολιτικά διλήμματα του μεταπολεμικού κόσμου, όπως ήταν η στάση που θα επέλεγαν απέναντι στη διαίρεση που έφερνε ο Ψυχρός Πόλεμος και η στήριξη ή όχι του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, με δεδομένη την επίγνωση των επιπτώσεων του σταλινισμού, η στάση απέναντι στον κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό ριζοσπαστισμό του γαλλικού – και παγκόσμιου – «1968», η στάση απέναντι στον αναδυόμενο νέο αντικομμουνισμό που συνόδεψε την παράλληλη ανάδυση του νεοφιλελευθερισμού στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970. Αλλά και καθόλου τυχαία, επίσης, ήταν η ανάδυση νέων προκλήσεων, όπως αυτή του ρατσισμού και της αντιμετώπισης των μεταναστών και των προσφύγων ως ανθρώπων χωρίς δικαιώματα, που αποτέλεσε το έναυσμα ώστε αυτοί οι φιλόσοφοι να πάρουν ξανά θέση, στο πλευρό των αδυνάμων, όπως όταν ο Ντεριντά και ο Ρικέρ στρατεύτηκαν στο πλευρό των μεταναστών «χωρίς χαρτιά» και υπερασπίστηκαν το δικαίωμα στο άσυλο, ενάντια σε πολιτικές που χρόνια μετά τις βλέπουμε ακόμη ενεργές (και κυρίαρχες…).