
Εξετάσεις διαρκείας θα δίνει εφεξής το ΕΣΥ, με τον ρόλο των βαθμολογητών να τον αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι πολίτες. Στο πλαίσιο αυτό και όπως επισήμως ανακοινώθηκε, από την ερχόμενη Δευτέρα οι ασθενείς που παίρνουν εξιτήριο από οποιαδήποτε δημόσια κλινική θα λαμβάνουν μήνυμα στο κινητό τους. Με αυτό η πολιτεία θα τους ενημερώνει ότι η γνώμη τους είναι πολύτιμη. Και έπειτα θα καλούνται να απαντήσουν ανώνυμα – έχει μετρηθεί ότι χρειάζονται μόλις 180 δευτερόλεπτα για να ολοκληρωθεί η διαδικασία – σε ένα ειδικά διαμορφωμένο ερωτηματολόγιο.
Πρόκειται για μια τεχνικά απλή διαδικασία, η οποία όμως ενσωματώνει μια ισχυρή πολιτική υπόσχεση: να ακουστεί επιτέλους η φωνή του πολίτη.
Ζούμε σε μια χώρα όπου αρκετοί από εμάς νιώθουμε ότι η γνώμη μας πραγματικά μετράει μόνο την ώρα της κάλπης. Τα έτη που μεσολαβούν – έως ότου να στηθεί η επόμενη κάλπη – βιώνουμε μια αποξένωση από τη λήψη αποφάσεων.
Η καθημερινότητά μας (η αφόρητη ζέστη σε αρκετούς συρμούς του μετρό, η πολύωρη αναμονή για το λεωφορείο ή το τρόλεϊ, οι ουρές στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, οι τσουχτερές τιμές ακόμα και σε προϊόντα πρώτης ανάγκης και τόσα άλλα παραδείγματα) μαρτυρά ότι όσο και να φωνάζουμε, η κραυγή μας φτάνει (στην καλύτερη περίπτωση) με χρονοκαθυστέρηση στο… αρμόδιο αφτί. Υπό αυτό το πρίσμα, το γεγονός ότι οι χρήστες των υπηρεσιών υγείας αποκτούν φωνή λειτουργεί εκτονωτικά σε περιπτώσεις δυσαρέσκειας. Αλλά και ανακουφιστικά, καθώς καλλιεργείται η αντίληψη ότι η συμμετοχή του πολίτη έχει απτό αντίκρισμα. Και κάπως έτσι το πολύτιμο αυτό εργαλείο που ενισχύει τη διαφάνεια και ενδυναμώνει τη σχέση εμπιστοσύνης κράτους – πολίτη ισοδυναμεί παράλληλα και με έναν πολιτικό ελιγμό ενόσω τα προβλήματα στα νοσοκομεία παραμένουν άλυτα.
Αυτό άλλωστε είναι και το ζητούμενο: Το υπουργείο Υγείας θα συγκεντρώνει εφεξής στοιχεία για απλά αλλά και πιο πολύπλοκα ζητήματα (από το εάν είχε χαρτί υγείας η τουαλέτα έως την επάρκεια του προσωπικού και την ποιότητα της φαρμακευτικής αγωγής), χαρτογραφώντας έτσι τα κόκκινα σημεία του συστήματος στα οποία πρέπει να γίνουν άμεσα διοικητικές παρεμβάσεις, χωρίς να αποκλείονται και τιμωρητικές ενέργειες – εφόσον διαπιστωθούν αδιαφορία και μη συμμόρφωση.
Ως εδώ όλα καλά. Είναι γεγονός ότι κάτι αλλάζει και αποτελεί κοινή ευχή ότι αυτή η αλλαγή θα είναι προς το καλύτερο. Ας κάνουμε όμως μία υπόθεση: Εάν και ενόσω το ερωτηματολόγιο αυτό επεκταθεί και στους χρήστες των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), στα παιδιατρικά νοσοκομεία και στα ογκολογικά νοσοκομεία, προκύψει ότι, παραδείγματος χάριν, λείπουν πολλοί παθολόγοι από το σύστημα ή ότι οι ασθενείς νιώθουν στο πετσί τους τη «μαύρη τρύπα» των νοσηλευτών, τότε τι να περιμένουμε;
Προσλήψεις; Μα, ακόμα κι όταν προκηρύσσονται θέσεις το ενδιαφέρον είναι αναιμικό. Μήπως, αυξήσεις;
Το ζήτημα επομένως δεν είναι μόνο αριθμητικό – είναι κυρίως ποιοτικό και συστημικό. Αρα;
Αν, για παράδειγμα, ένα διαφορετικά διαμορφωμένο ερωτηματολόγιο αποστελλόταν σε όλο το υγειονομικό προσωπικό του ΕΣΥ, που θα τους ρωτούσε πόσο ικανοποιημένοι ή δυσαρεστημένοι είναι, ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν κ.τ.λ., δεν θα τροφοδοτούσε με ενδιαφέροντα δεδομένα την τράπεζα πληροφοριών που χτίζεται στην οδό Αριστοτέλους; Η πολιτεία, συνεπώς, καλείται να αποδείξει ότι η αξιολόγηση δεν είναι επικοινωνιακό πυροτέχνημα αλλά θεσμικό εργαλείο, που σκοπό έχει την ενίσχυση του ΕΣΥ και όχι την ενοχοποίηση των ανθρώπων του.