Απειλή για την φορολογική ισορροπία παγκοσμίως η συμφωνία της G7 για την Ελάχιστη Φορολογία

Η συμφωνία της G7 για την Παγκόσμια Ελάχιστη Φορολογία, που κάποτε χαιρετίστηκε ως ιστορικό βήμα κατά της επιθετικής φοροαποφυγής, μοιάζει σήμερα περισσότερο με έναν εύθραυστο συμβιβασμό παρά με πραγματική μεταρρύθμιση. Η πρόσφατη απόφαση των ηγετών των G7 να επιτρέψουν στοχευμένες εξαιρέσεις για τις αμερικανικές πολυεθνικές επιχειρήσεις επαναφέρει στο προσκήνιο τα βαθύτερα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που υπονομεύουν την ουσία της παγκόσμιας φορολογικής δικαιοσύνης.

Όπως αποκάλυψαν οι Financial Times, ο νέος συμβιβασμός επιτρέπει στις ΗΠΑ να εξαιρούν τις πολυεθνικές τους από βασικές προβλέψεις του πλαισίου, ιδίως όταν αυτές ήδη φορολογούνται στο εσωτερικό. Πρόκειται για μια προσαρμογή που, σύμφωνα με την Καναδική προεδρία της G7, βασίζεται στην «φορολογική κυριαρχία των κρατών». Ωστόσο, για τους περισσότερους αναλυτές, πρόκειται ξεκάθαρα για υποχώρηση απέναντι στην πολιτική πίεση της κυβέρνησης Τραμπ, η οποία μέσω του «Big Beautiful Bill» απειλεί χώρες που θα επιμείνουν στην εφαρμογή του αρχικού μοντέλου με αντίποινα και εκδικητική φορολόγηση.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΟΣΑ Ματίας Κόρμαν προσπάθησε να διατηρήσει θετικό τόνο, κάνοντας λόγο για «πρόοδο στη φορολογική συνεργασία», όμως η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Η αμερικανική εξαίρεση θέτει σε αμφιβολία το βασικό υπόβαθρο της συμφωνίας: ότι οι μεγάλες εταιρείες θα φορολογούνται δίκαια εκεί όπου έχουν έσοδα και όχι απλώς όπου δηλώνουν έδρα.

Η Ευρώπη, που έχει υποστηρίξει σθεναρά την ελάχιστη φορολογία, κινδυνεύει τώρα να μείνει με ένα μηχανισμό κολοβό — αυστηρό για τις δικές της επιχειρήσεις, ανεφάρμοστο για τους αμερικανικούς κολοσσούς. Νομικοί ειδικοί προειδοποιούν ότι ο ΟΟΣΑ ίσως καταλήξει να διαχειρίζεται ένα γραφειοκρατικό “τέρας” χωρίς ουσιαστικά έσοδα, ιδιαίτερα αν ο παγκόσμιος συντελεστής των 15% εφαρμοστεί με εθνικές εξαιρέσεις κατά το δοκούν.

Η εξέλιξη φέρνει στο φως και την ευρύτερη διάσταση της παγκόσμιας φορολογικής πολιτικής ως εργαλείου γεωπολιτικής πίεσης. Οι ΗΠΑ, παρά την αρχική στήριξή τους το 2021, δείχνουν τώρα ότι προτιμούν να κρατήσουν τον έλεγχο στο εσωτερικό τους φορολογικό καθεστώς, ακόμη και αν αυτό υπονομεύει τη διεθνή συναίνεση. Οι εξαιρέσεις για τις Big Tech ενδέχεται να εξασφαλίσουν φοροαπαλλαγές άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως προειδοποιούν οργανώσεις φορολογικής δικαιοσύνης όπως το Tax Justice Network και το Oxfam.

Η ψηφιακή φορολόγηση, ένα ακόμη ακανθώδες ζήτημα, μένει επίσης μετέωρη. Οι ΗΠΑ αντιστέκονται σθεναρά στην ιδέα επιβολής φόρων στις ψηφιακές πλατφόρμες με βάση τις χώρες κατανάλωσης, γεγονός που ευνοεί δυσανάλογα τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, οι οποίοι απολαμβάνουν τεράστια κέρδη εκτός ΗΠΑ με ελάχιστες φορολογικές υποχρεώσεις εκεί.

Η συζήτηση αναμένεται να συνεχιστεί στον ΟΟΣΑ, όπου θα εξεταστεί η τελική μορφή εφαρμογής της ελάχιστης φορολόγησης. Όμως, χωρίς ουσιαστική δέσμευση από τις ΗΠΑ — τη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη — η αξιοπιστία και η βιωσιμότητα του μηχανισμού απειλούνται άμεσα.

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η πρόκληση είναι διπλή: από τη μία, να προστατεύσει τα δημοσιονομικά της έσοδα, και από την άλλη, να διατηρήσει ενιαία στάση εντός του μπλοκ, καθώς χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ολλανδία ή το Λουξεμβούργο παραδοσιακά λειτουργούν ως «φορολογικοί διαμεσολαβητές». Μια αποτυχία του πλαισίου του ΟΟΣΑ ίσως οδηγήσει σε διάσπαση πρωτοβουλιών, με κράτη να επανέρχονται σε εθνικές λύσεις — επαναφέροντας την εικόνα ενός παγκόσμιου χάρτη γεμάτου «φορολογικά καταφύγια».

Η συμφωνία των G7 για την Παγκόσμια Ελάχιστη Φορολογία, με τις εξαιρέσεις που παραχωρούνται στις αμερικανικές πολυεθνικές, σηματοδοτεί μια επικίνδυνη υποχώρηση από την πολυδιαφημισμένη φορολογική μεταρρύθμιση του 2021. Η απουσία ουσιαστικής δέσμευσης από τις ΗΠΑ και οι ασύμμετρες ρήτρες απειλούν να εκφυλίσουν τον μηχανισμό σε ένα αδύναμο ευρωπαϊκό εργαλείο, χωρίς παγκόσμια ισχύ. Η επόμενη φάση θα κριθεί από τη βούληση των ευρωπαϊκών κρατών να επιμείνουν σε ουσιαστική εφαρμογή, να πιέσουν για πλήρη διαφάνεια, και να αξιοποιήσουν την πρωτοβουλία όχι απλώς ως σύμβολο, αλλά ως πραγματικό μέσο φορολογικής δικαιοσύνης στον 21ο αιώνα.