Ασφυκτικό διήμερο με 107 πυρκαγιές

Το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου δεν άφησε πίσω του απλώς αποκαΐδια. Aφησε το στίγμα μιας χώρας ανοχύρωτης, ενός μηχανισμού εξαντλημένου, και πολιτών που πάλευαν με κάθε μέσο – πλάι στις υπεράνθρωπες προσπάθειες της Πυροσβεστικής — απέναντι σε ένα μέτωπο που ερχόταν από παντού. Μόνο μέσα σε δύο ημέρες, η Πυροσβεστική χρειάστηκε να αντιμετωπίσει 107 αγροτοδασικές πυρκαγιές, εκ των οποίων 55 εκδηλώθηκαν την Κυριακή, και από αυτές οι 50 κατασβέστηκαν άμεσα, ενώ σε πέντε παρέμεναν ενεργά μέτωπα. Η χώρα μας βίωσε ένα από τα πιο ασφυκτικά διήμερα της τελευταίας δεκαετίας. Η φωτιά δεν έκανε διακρίσεις: κατέκαψε δάση, σπίτια, επιχειρήσεις και παραγωγικές μονάδες από την Αττική μέχρι την Κρήτη.

Οι φλόγες στην αυλή της πρωτεύουσας

Η πυρκαγιά που ξέσπασε το Σάββατο στη Δροσοπηγή και επεκτάθηκε στο Κρυονέρι έκαψε δασικές εκτάσεις, κατέστρεψε σπίτια και αυτοκίνητα και απείλησε κατοικημένες περιοχές σε απόσταση αναπνοής από το Λεκανοπέδιο. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις, με 220 πυροσβέστες, 69 οχήματα, 8 πεζοπόρα τμήματα, 10 αεροσκάφη και 7 ελικόπτερα, έδωσαν μάχη σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο ανάγλυφο, σε μεικτή ζώνη δάσους και οικιστικού ιστού. Το 112 ήχησε δύο φορές για εκκένωση, ενώ η αστυνομία πραγματοποίησε τουλάχιστον 27 απεγκλωβισμούς πολιτών.

Κάηκε το 20% των Κυθήρων

Το νησί των Κυθήρων βρέθηκε στο επίκεντρο μιας βιβλικής καταστροφής. Σε λιγότερες από 24 ώρες, το 20% έως 30% της συνολικής του έκτασης κάηκε, σύμφωνα με τις τοπικές Αρχές. Ο αντιδήμαρχος Κυθήρων Γιώργος Κομνηνός περιέγραψε με δραματικά λόγια την κατάσταση: «Εχει καεί το μισό νησί. Αν δεν περιοριστεί η φωτιά, θα φύγουν όλοι – θα έχουμε ολοκληρωτική καταστροφή». Ο ίδιος προειδοποιούσε ότι η κατάσταση ενδέχεται να ξεφύγει εντελώς, τονίζοντας πως οι δυνάμεις πυρόσβεσης δεν επαρκούν, ενώ οι εναέριες ρίψεις έγιναν μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, αφήνοντας πολλά σημεία χωρίς κάλυψη. Παράλληλα, υπογράμμισε την απελπιστική πίεση που δέχονται οι κάτοικοι και οι εθελοντές, προσθέτοντας: «Αν δεν ενισχυθεί άμεσα η πυρόσβεση, θα καούν και άνθρωποι».

Ο Μυλοπόταμος, από τα πιο γραφικά χωριά του νησιού, υπέστη εκτεταμένες ζημιές, όπως και το φαράγγι της Φόνισσας και γειτονικοί οικισμοί. Οι φλόγες κατέκαψαν μελισσοκομεία, θερμοκήπια, ελαιώνες, μονάδες παραγωγής και αγροικίες, ενώ σπίτια και επαγγελματικοί χώροι μετατράπηκαν σε στάχτη. Η ανησυχία εντάθηκε ακόμη περισσότερο όταν χρειάστηκε να στηθεί επιχείρηση διάσωσης: 139 άνθρωποι, ανάμεσά τους και ένα βρέφος, μεταφέρθηκαν με σκάφη του Λιμενικού από παραλία που περικυκλώθηκε από τις φλόγες.

Το νησί έχει αιτηθεί να κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ενώ κάτοικοι και δημοτική Αρχή καλούν την πολιτεία να στείλει ενισχύσεις και να εκκινήσει αμέσως τις διαδικασίες αποκατάστασης. Τη στιγμή που ο δήμαρχος λιποθύμησε εν ώρα επιχειρησιακού συντονισμού από εξάντληση, η τοπική κοινωνία μετράει τις πρώτες, βαθιές πληγές.

Η Εύβοια ξανά στις στάχτες

Η Εύβοια, για ακόμα μία φορά, βρέθηκε στο έλεος της πυρκαγιάς. Καμένα δάση, θερμοκήπια, μελισσοκομεία και κτηνοτροφικές μονάδες συνθέτουν το τοπίο της επόμενης ημέρας.

Ο αντιπεριφερειάρχης Ευβοίας είδε την πυρκαγιά να περνά μέσα από τη χοιροτροφική του μονάδα: πάνω από 3.000 ζώα χάθηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Η ηλεκτροδότηση σε πολλές περιοχές αποκαθίσταται τμηματικά, ενώ εναέρια και επίγεια μέσα επιχειρούν διαρκώς για αναζωπυρώσεις. Δεν είναι η πρώτη φορά. Μόλις το 2021, η Βόρεια Εύβοια είχε καταστραφεί από μια από τις μεγαλύτερες πυρκαγιές στη σύγχρονη ιστορία της χώρας – πάνω από 500.000 στρέμματα έγιναν τότε στάχτη. Παρά τις εξαγγελίες για αναδάσωση, αντιπλημμυρικά έργα και ενίσχυση της πυροπροστασίας, πολλά σημεία παραμένουν ευάλωτα και απροστάτευτα. Η νέα πυρκαγιά ήρθε να θυμίσει πως εκεί όπου δεν φυτρώνουν πια δέντρα, φυτρώνει μόνο η οργή.

Αγρότες χωρίς γη στη Μεσσηνία

Στον Αετό Μεσσηνίας, η πυρκαγιά κατέκαψε καλλιέργειες με ελιές, σύκα, αμπέλια και δάση που για δεκαετίες έτρεφαν την τοπική κοινωνία. Η φωτιά πέρασε κυριολεκτικά μέσα από τους οικισμούς. Πολλοί κάτοικοι ανέβηκαν σε βουνοκορφές και ρεματιές προσπαθώντας να σβήσουν τις φλόγες με κουβάδες και φτυάρια. Η πλειονότητα των χωριών έμεινε χωρίς ρεύμα, ενώ οι κάτοικοι καταγγέλλουν έλλειψη πρόληψης και καθαρισμού.