Ζυμώσεις στην ξαπλώστρα

Η ανησυχία στα κυβερνητικά γραφεία είναι έντονη, όχι μόνον γιατί ο ΟΠΕΚΕΠΕ μπήκε στη ζωή μας σε μια φάση που στο Μέγαρο Μαξίμου κινούνταν με τη βεβαιότητα ότι ο κύκλος των Τεμπών είχε κλείσει και η ΝΔ διέγραφε μια ανοδική τροχιά. Το νέο «βραχυκύκλωμα» έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι δεν υπάρχει μοντέλο πρόγνωσης για όσα μπορεί να φέρει ένας νέος κύκλος αποκαλύψεων, καθώς και για το αποτύπωμα που αυτές θα αφήσουν στο κύμα των δημοσκοπήσεων του Σεπτεμβρίου – όταν σχεδόν πάντοτε, με υπερόπλο και το «πακέτο» της ΔΕΘ, οι κυβερνήσεις θεωρούν ότι ελέγχουν απόλυτα τις εξελίξεις και μπορούν να ανοίξουν με νέα δυναμική την πολιτική σεζόν. Το φετινό καλοκαίρι δείχνει διαφορετικό και οι συνταγές στον κυβερνητικό «τσελεμεντέ» φαίνονται πολυκαιρισμένες. Εξού και η ανάληψη ευθυνών, προσωπικά και συλλογικά, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με το «άλλοθι» των διαχρονικών ευθυνών να περνά σε δεύτερο πλάνο. Ακόμη και ο Γκρίνμπεργκ μπορεί να διαβεβαιώσει ότι στον έκτο χρόνο μιας κυβερνητικής θητείας δεν μπορείς να ρίχνεις το μπαλάκι στους προηγούμενους για πεπραγμένα που συνέβησαν επί των ημερών σου.

Μπορεί ο Ουμπέρτο Εκο να διαβεβαίωνε ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις, αλλά στο τέλος κι εκείνος είχε αναθεωρήσει. Για πρώτη φορά στην εξαετία, στο κυβερνητικό επιτελείο στέκονται με αμηχανία μπροστά στις ζυμώσεις παρα θίν’ αλός  – που μπορεί να διαμορφώσουν ένα νέο εκλογικό ακροατήριο. Στις παραλίες δεν άνοιξαν πληγές ούτε στο λοκντάουν, ούτε στις υποκλοπές. Ανάμεσα σε ανέκδοτα ή σοβαρές συζητήσεις στις ξαπλώστρες, το σκηνικό μπορεί φέτος να αλλάξει, προκαλώντας αποπληξία – και η κυβέρνηση να αναζητεί τέλος Αυγούστου έναν δρόμο επιστροφής από την άγονη γραμμή. Εάν ο ΟΠΕΚΕΠΕ κυριαρχεί κάτω από τις ομπρέλες, οι μετρήσεις και τα focus group θα μπορούσαν να ανατρέψουν πολλές βεβαιότητες, ακόμη και για τον εκλογικό ορίζοντα.

Για την πολιτική διαχείριση του σκανδάλου, άλλωστε, σε μεγάλο βαθμό και για την ποινική, οι γρίφοι που ήδη αναδεικνύονται φαίνονται δισεπίλυτοι. Με την ογκώδη δικογραφία που διαβίβασε στη Βουλή, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ζητεί πλήρη έρευνα για τυχόν ποινικές ευθύνες δύο πρώην υπουργών. Στο Μαξίμου αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι μια εξέλιξη που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί όπως τον φάκελο για τη σύμβαση 717, ούτε είναι εύκολο η κυβερνητική πλειοψηφία να καταφύγει εκ νέου σε ελιγμούς με fast track διαδικασίες. Για τον νομικό πολιτικό των Ευρωπαίων, άλλωστε, δείχνει μάλλον οξύμωρο κάποιος πρώην υπουργός να διώκεται ποινικά – γιατί αυτό συνεπάγεται η παραπομπή σε προανακριτική και πολύ περισσότερο σε δικαστικό συμβούλιο – χωρίς επί της ουσίας την παραμικρή έρευνα. Το «μοντέλο Τριαντόπουλου» που αντιγράφεται και στην περίπτωση του Κώστα Αχ. Καραμανλή δεν είναι παντός καιρού. Και στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι προκρίνεται από την πλευρά των εμπλεκομένων, τουλάχιστον όχι από τον Μάκη Βορίδη.

Ακόμη χειρότερα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία παρακολουθεί και τους χρόνους παραγραφής – γι’ αυτό, άλλωστε, διαβίβασε μέσα στον Ιούνιο το πρώτο μέρος της δικογραφίας στη Βουλή, ενώ η έρευνά της συνεχίζεται και πολλές συνομιλίες δεν έχουν ακόμη απομαγνητοφωνηθεί. Ο Νικήτας Κακλαμάνης γνωρίζει καλά το πλαίσιο, αλλά και τους νέους όρους του παιχνιδιού, διαβεβαιώνοντας ότι αυτό το καλοκαίρι η Βουλή θα μείνει ανοικτή για να μην μπορεί κανένας «συνάδελφος της αντιπολίτευσης» να πει ότι έκλεισε η Βουλή «προκειμένου να παραγραφεί ένα αδίκημα του οποιουδήποτε». Ο πρόεδρος της Βουλής «τα λέει εκ των προτέρων για να μην αρχίσει να ακούει περίεργα εκ των υστερών», δείχνοντας ήδη το τέλος Σεπτεμβρίου ως καταληκτικό σταθμό, με τη βεβαιότητα ότι με ένα διαφορετικό χρονοδιάγραμμα μπορεί να βρεθεί εκείνος στο στόχαστρο. Το μήνυμα ότι η Βουλή θα κλείσει «μόνο την ημέρα της Παναγίας, για να πάμε να ανάψουμε οι αμαρτωλοί ένα κερί μπας και μας συγχωρέσει», μπορεί να έχει αποδέκτες τους βουλευτές, αλλά φτάνει και στο Μαξίμου, όπως και στη Λάουρα Κοβέσι…