
Δικαίωση από το Ανώτατο Δικαστήριο (Cassazione) για τον iταλό ηθοποιό και σκηνοθέτη Ρομπέρτο Μπενίνι, έπειτα από μακρά δικαστική διαμάχη με την ιταλική φορολογική διοίκηση, σχετικά με την επιβολή του φόρου μεταβίβασης (imposta di registro) κατά την πώληση εταιρικών μεριδίων. Παρότι είχε ηττηθεί τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, η τελική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου (αρ. 18374/7.7.2025) του έδωσε το δίκιο, υποστηρίζοντας ότι η μεταβίβαση των μεριδίων δεν ισοδυναμεί με πώληση επιχείρησης και συνεπώς φορολογείται μόνο με το πάγιο τέλος και όχι αναλογικά με συντελεστή 3%, όπως αξίωνε η Eφορία.
Η υπόθεση αφορούσε τη μεταβίβαση εταιρικών μεριδίων που εκπροσωπούσαν το σύνολο του εταιρικού κεφαλαίου μιας εταιρείας, η οποία είχε προηγουμένως συσταθεί μέσω εισφοράς (conferimento) επιχείρησης. Η φορολογική διοίκηση ισχυρίστηκε ότι το σύνολο της πράξης ισοδυναμούσε με έμμεση πώληση επιχείρησης και ότι έπρεπε να φορολογηθεί ανάλογα. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε πλέον παγιοποιημένη νομολογία, σύμφωνα με την οποία η φορολόγηση πρέπει να βασίζεται αυστηρά στη νομική φύση του κάθε επιμέρους εγγράφου και όχι στις οικονομικές συνέπειες ή σε ενδεχόμενη σύνδεσή του με άλλα έγγραφα.
Η απόφαση αυτή αποτελεί αποτέλεσμα μιας ευρύτερης νομοθετικής και νομολογιακής μεταστροφής που ξεκίνησε με τη μεταρρύθμιση του άρθρου 20 του Ενιαίου Κώδικα Φόρου Μεταβίβασης (Testo Unico dell’Imposta di Registro) μέσω του νόμου 205/2017 και ενισχύθηκε από αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας (υπ’ αριθ. 158/2020 και 39/2021). Το νέο αυτό καθεστώς απορρίπτει πλέον την προηγούμενη, «ουσιοκρατική» προσέγγιση της φορολογικής διοίκησης, η οποία επιχειρούσε να αξιολογήσει το συνολικό οικονομικό αποτέλεσμα μιας σειράς πράξεων, και αντ’ αυτού επιβάλλει την αυστηρή τήρηση του γραμματικού και νομικού χαρακτήρα του κάθε επιμέρους εγγράφου.
Συγκεκριμένα, το Ανώτατο Δικαστήριο επανέλαβε ότι η πώληση μεριδίων εταιρείας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως πώληση επιχείρησης, ακόμα και αν προηγείται εισφορά επιχειρηματικής δραστηριότητας στην εν λόγω εταιρεία. Παράλληλα, κάθε πράξη πρέπει να αξιολογείται και να φορολογείται αυτοτελώς, χωρίς να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με άλλες. Τα φορολογικά αποτελέσματα πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά στα στοιχεία που αναγράφονται στο συγκεκριμένο έγγραφο και όχι σε εξωκειμενικά ή συνδυαστικά δεδομένα.
Οι εκπρόσωποι του Μπενίνι επεσήμαναν ότι η απόφαση αυτή όχι μόνο δικαιώνει τον γνωστό καλλιτέχνη, αλλά ενισχύει τη νομική ασφάλεια και την προβλεψιμότητα για όλους τους φορολογούμενους, καθώς αποσαφηνίζει ότι στις μεταβιβάσεις εταιρικών μεριδίων, ακόμα και αν αυτές ακολουθούν εταιρικές αναδιαρθρώσεις, δεν μπορεί να επιβληθεί αναλογικός φόρος μεταβίβασης.
Oπως τονίζουν τα ιταλικά ΜΜΕ η περίπτωση Μπενίνι έρχεται να υπογραμμίσει την κρίσιμη σημασία της επιμονής στη δικαστική διεκδίκηση, ιδιαίτερα όταν αυτή στηρίζεται σε ευρύτερες θεσμικές και νομικές εξελίξεις που μεταβάλλουν το φορολογικό τοπίο υπέρ της νομικής ακρίβειας και κατά της αυθαίρετης ερμηνείας από τη διοίκηση. Η απόφαση, εκτός από νομικά καθοριστική, μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για παρόμοιες υποθέσεις στο μέλλον. Και ίσως, όπως θα έλεγε και ο ίδιος ο Μπενίνι με το γνώριμο χαμόγελό του, η ζωή είναι ωραία… όταν αποδίδεται δικαιοσύνη!