Κάποια «άλλη αλήθεια»

Σαν σήμερα πριν από δέκα χρόνια, στις 5 Ιουλίου 2015, το 61,31% του ελληνικού λαού ψήφισε «Οχι» σε μια «Preliminary Debt sustainability analysis».

Ελάχιστοι ήξεραν τι είναι αυτό, κάποιοι το έμαθαν στη συνέχεια κι ακόμη λιγότεροι κατάλαβαν περί τίνος πρόκειται.

Πάντως οι Ελληνες ψήφισαν μαζικά νομίζοντας πως απορρίπτουν ό,τι είχε ο καθένας στο κεφάλι του. Τη Μέρκελ, τον εργοδότη του ή την πεθερά του. Το βράδυ γιόρταζαν ενθουσιασμένοι κι αμέριμνοι με καλαματιανά στο Σύνταγμα.

Την επομένη, χαράς ευαγγέλια. Με λίγο πανικό. Ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλος συγκάλεσε ένα αλλοπρόσαλλο «συμβούλιο πολιτικών αρχηγών».

Το συμβούλιο ουσιαστικά ακύρωσε το αποτέλεσμα του ακατανόητου δημοψηφίσματος με μια «κοινή δήλωση» που πρότεινε ο πρόεδρος και υποστήριξε ο πρωθυπουργός. Δεν την υπέγραψε μόνο ο γ.γ. του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας.

Πρωτοφανής διαδικασία. Κάνεις δημοψήφισμα, βγάζεις αποτέλεσμα και μετά λες «μια στιγμή να σας εξηγήσουμε τι βγήκε, δεν είναι αυτό που νομίζετε».

Παραμένει ασαφές για ποιον λόγο οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί της αντιπολίτευσης (Β. Μεϊμαράκης, Φώφη Γεννηματά, Στ. Θεοδωράκης) συνυπέγραψαν μια δήλωση που επέτρεπε στην κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου «να πέσει στα μαλακά» αφού πρώτα είχε οδηγήσει τη χώρα σε αδιέξοδο.

Τι λόγο είχε η αντιπολίτευση αλλά και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας να σώσουν την κυβέρνηση με το πρόσχημα ότι σώζουν τη χώρα; Και γιατί ανέλαβαν ευθύνες που δεν τους αναλογούσαν;

Αγνωστο. Κι αυτό είναι μάλλον το μοναδικό αναπάντητο ερώτημα εκείνου του διημέρου. Ισως η κόπωση, ίσως η απειρία, ίσως ο φόβος και οι ψευδαισθήσεις να είναι μια εξήγηση. Ισχνή.

Κατά τα άλλα οι εκμυστηρεύσεις των πολιτικών αρχηγών που ήταν παρόντες και αναρίθμητα δημοσιεύματα που ακολούθησαν δεν αφήνουν απορίες, ούτε κενά στην αφήγηση.

Ομολογώ λοιπόν ότι ξαφνιάστηκα από το αίτημα του τότε πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να δοθούν στη δημοσιότητα τα πρακτικά εκείνου του συμβουλίου.

Τι δεν ξέρουμε από ό,τι συνέβη ή τι έχουμε καταλάβει λάθος ώστε η δημοσιοποίηση των πρακτικών να βοηθήσει στην ερμηνεία των γεγονότων ή ακόμη και να την αλλάξει;

Αγνωστο. Κι ανείπωτο.

Το ίδιο αίτημα είχε διατυπωθεί το περασμένο φθινόπωρο κι από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Αλλά εκείνη τουλάχιστον ήθελε να εκθέσει τον Τσίπρα.

Η δημοσιοποίηση των πρακτικών πάντως απορρίφθηκε τότε από την πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας και τώρα από τον διάδοχό της. Το μυστήριο δεν λύθηκε.

Διότι το μυστήριο αφορά μόνο το αίτημα. Κατά τα άλλα έχουν προ πολλού καταγραφεί σε απειράριθμα δημοσιεύματα οι λόγοι του αδιεξόδου και της μετέπειτα «κωλοτούμπας».

Ουσιαστικά (και παρά τα θρυλούμενα) το πρώτο εξάμηνο του 2015 δεν υπήρξε καμία διαπραγμάτευση.

Ο τότε υπουργός Οικονομικών Ι. Βαρουφάκης πηγαινοερχόταν σε συζητήσεις με τους ευρωπαίους εταίρους αναπτύσσοντας διάφορες ανεκδιήγητες αρλούμπες.

Οι εταίροι επέμεναν να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα.

Η ελληνική πλευρά νόμισε ότι βρήκε στο δημοψήφισμα μια οδό διαφυγής από τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η χώρα.

Και μπροστά στον κίνδυνο του ανεπανόρθωτου, η κυβέρνηση Τσίπρα πήρε 61,31% και συμφώνησε… να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα!

Υποθέτω πως δεν έπεσαν από τον ουρανό. Θα έπρεπε ίσως να θυμούνται πως το ίδιο ή περίπου το ίδιο είχε συμβεί το 2011 όταν ο Γ. Παπανδρέου είχε τη φαεινή ιδέα ενός δημοψηφίσματος που δεν έγινε αλλά του στοίχισε την πρωθυπουργία.

Τι έμεινε τελικά; Εμειναν οι παλινωδίες του πρώτου εξαμήνου 2015 από μια καταφανώς ανίδεη κι απροετοίμαστη κυβέρνηση. Ενας αποτυχημένος τυχοδιωκτισμός.

Αυτό αποτυπώνει ένας ρεαλιστικός απολογισμός του οποίου το δημοψήφισμα δεν ήταν παρά ένα ατυχές επεισόδιο.

Και φυσικά δεν υπάρχει άλλη «αλήθεια για το ’15» όπως υπαινίσσεται ο πρώην πρωθυπουργός (δήλωση Αλ. Τσίπρα, 29/6).

Μένει όμως ένα ερώτημα. Για ποιον λόγο αναζητούν κάποιαν «άλλη αλήθεια» εκείνοι των οποίων οι επιδιώξεις και οι αποφάσεις αποδοκιμάστηκαν με τόσο οικτρό τρόπο από την ίδια τη ζωή και τη συνέχεια των πραγμάτων;

Τι άλλο έχουν να προσθέσουν στο προφανές και στο δεδικασμένο; Γιατί μια πεισματική άρνηση των πραγμάτων;

Ακόμη περισσότερο όταν όλοι οι κυβερνητικοί παράγοντες εκείνης της εποχής καταλήγουν σήμερα στον παραλογισμό να υποστηρίζουν και το αδιέξοδο και το δημοψήφισμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και την απόρριψη του αποτελέσματος από την «κωλοτούμπα» που ακολούθησε (Ν. Βούτσης, Κ. Γαβρόγλου, Γ. Σταθάκης, Δ. Λιάκος, «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», 27-28/6). Ολα σε ένα.

Ακόμη και οι θαυμαστές του τότε πρωθυπουργού τον δικαιώνουν αναδρομικά.

Πρόκειται για «τη μεγάλη στιγμή του Τσίπρα» παρόλο που «δεν έχει ακόμη μιλήσει» και ούτε έχει πει «την δική του πλήρη εκδοχή» (Ν. Μαραντζίδης, στο ίδιο).

Να θυμίσω πως ούτε ο κυβερνήτης του «Τιτανικού» μπόρεσε να πει τη δική του εκδοχή. Τον πρόλαβε το παγόβουνο.

Η ανατομία ενός τυχοδιωκτισμού στην πολιτική δεν είναι εύκολη υπόθεση. Δεν μπορείς δηλαδή να πεις με βεβαιότητα τι οφείλεται στην ασυνείδητη σκοπιμότητα, τι στην άγνοια και τι στην απλή βλακεία.

Στην προκειμένη περίπτωση όμως είχαμε μια μάλλον αναπάντεχη συγχορδία. Ο Βαρουφάκης κορδωνόταν, ο Λαφαζάνης έψαχνε ρούβλια και δραχμές στη Ρωσία, κάποιοι άλλοι ήλπιζαν στην Κίνα ή ήθελαν να καταλάβουν το Νομισματοκοπείο.

Και το «κέντρο διεύθυνσης» της κυβέρνησης (ο Τσίπρας και οι συνεργάτες του…) δεν είχαν καν συναίσθηση της κατάστασης. Ούτε τότε αλλά ούτε και τώρα.

Υπάρχει σε όλα αυτά κάποιο δίδαγμα;

Νομίζω πως ναι. Κυρίως πόσο εύκολα εκτροχιάζεται μια χώρα όταν οι πολίτες της αρνούνται να δεχτούν την πραγματικότητα αλλά αποδέχονται εκείνους που τους υπόσχονται «κάτι άλλο».

Υποψιάζομαι πως είναι οι ίδιοι που τώρα αναζητούν μια «άλλη αλήθεια».