
Ξεκάθαρο μήνυμα ότι η επιστροφή των παρανόμως εισπραχθεισών κοινοτικών επιδοτήσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ λίγο πριν από το εδώλιο από εμφανιζόμενους ως νέους ή νεοεισερχόμενους αγρότες δεν ισοδυναμεί με… διαγραφή των ποινικών τους ευθυνών και δεν οδηγεί σε ατιμωρησία, έστειλε χθες το Εφετείο της Αθήνας.
Η απόφαση του δικαστηρίου καθίσταται πιο επίκαιρη από ποτέ, καθώς η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ βρίσκεται στο επίκεντρο των ερευνών της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που χάρη στις δικές της έρευνες έχουν ήδη σχηματιστεί πολλές δικογραφίες, με πολλούς από τους ελεγχόμενους να σπεύδουν να γυρίσουν πίσω τα χρήματα που εισέπραξαν.
Υπό αυτό το πρίσμα, η αξία της χθεσινής απόφασης που έκρινε το σημαντικό αυτό ζήτημα για πρώτη φορά δημιουργεί νομολογιακό προηγούμενο και για άλλες συναφείς υποθέσεις. Κυρίως για όσους επέστρεψαν ή σκοπεύουν να επιστρέψουν αχρεωστήτως καταβληθέντα χρήματα όχι οικειοθελώς αλλά υπό τη βαριά σκιά της υπόθεσης λίγο πριν κληθούν να δώσουν εξηγήσεις και ενώ οι Αρχές είχαν φτάσει στα ίχνη του χρήματος. Ειδικότερα, ο πρόεδρος του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών Γιάννης Λαμπρινόπουλος, ακολουθώντας την πρόταση της εντεταλμένης ευρωπαίας εισαγγελέως Καλλιόπης Νταγιάντα, κήρυξε ένοχους και τους επτά κατηγορούμενους που είχαν δηλώσει εκτάσεις στην περιοχή του Γράμμου για το αδίκημα της απάτης.
Ενοχοι επτά κατηγορούμενοι
Με βάση την απόφαση του δικαστηρίου, επιβλήθηκαν στους επτά κατηγορούμενους ποινές φυλάκισης από 9 έως 15 μήνες με τριετή αναστολή για το αδίκημα της πλημμεληματικής απάτης στην υπόθεση παράνομης λήψης επιδοτήσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ σε περιοχή στον Γράμμο.
Το ενδιαφέρον όμως πέρα από την τιμωρία των κατηγορουμένων έγκειται στο γεγονός ότι το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό τους για εξάλειψη του αξιόποινου λόγω της επιστροφής των χρημάτων, όπως ακριβώς είχε εισηγηθεί η ευρωπαία εντεταλμένη εισαγγελέας. Επιπλέον το δικαστήριο δεν αναγνώρισε στους κατηγορούμενους ότι η επιστροφή των χρημάτων αποτελεί καν ελαφρυντική περίσταση. Και για αυτόν τον λόγο, όπως είχε προτείνει και η εισαγγελέας της έδρας, απορρίφθηκε τόσο η αναγνώριση του ελαφρυντικού της ειλικρινούς μεταμέλειας όσο και το αίτημα των κατηγορουμένων που ζήτησαν την εφαρμογή του άρθρου 104Β του Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο «το δικαστήριο μπορεί να μην επιβάλει ποινή στον υπαίτιο πλημμελήματος, αν αυτός έχει αποκαταστήσει στο μέτρο του δυνατού την προσβολή που έχει προκαλέσει στον παθόντα, δείχνοντας ειλικρινή μετάνοια».
«Επέστρεψαν τα χρήματα για να αποφύγουν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, όχι λόγω ειλικρινούς μετανοίας. Μόνο αν επέστρεφαν τα χρήματα πριν από τον έλεγχο και οικειοθελώς θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί», είπε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας. Τελικά, το δικαστήριο αναγνώρισε μόνο το ελαφρυντικό του σύννομου βίου για πέντε εκ των επτά κατηγορουμένων, με απόρριψή του για τον ιδιοκτήτη ΚΥΔ και τον γεωπόνο που βάσει διαθήκης υποστήριξε πως είναι ιδιοκτήτης των εκτάσεων.
Οι κατηγορούμενοι άσκησαν έφεση για να κριθεί η υπόθεση και σε δεύτερο βαθμό και να αξιολογηθεί εκ νέου ο ισχυρισμός τους για εξάλειψη του αξιόποινου λόγω της επιστροφής των χρημάτων, ωστόσο η ολοκλήρωση της διαδικασίας άνοιξε τη βεντάλια των ερευνών. Και αυτό γιατί ο πρόεδρος υιοθέτησε την πρόταση της εισαγγελέως αποφασίζοντας τη διαβίβαση των πρακτικών της δίκης και της απόφασης στον ευρωπαίο εισαγγελέα, προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο τέλεσης των αξιόποινων πράξεων της κακουργηματικής απάτης κατά της ΕΕ για τους υπαλλήλους του ΟΠΕΚΕΠΕ που διενήργησαν έλεγχο και διαπίστωσαν ότι τα χαρτιά των κατηγορουμένων ήταν σωστά.
Επιπλέον, με βάση την εισαγγελική πρόταση, θα διαβιβαστούν έγγραφα για να ερευνηθεί και η τέλεση του αδικήματος της απιστίας από αρμόδια στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ επειδή «δεν έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για τη διασφάλιση του πού πηγαίνουν τα κονδύλια», αλλά και το ενδεχόμενο τέλεσης απάτης για όλους τους έλληνες πολίτες που πήραν με αυτόν τον τρόπο επιδότηση. Τέλος, διαβιβάζονται έγγραφα για να ερευνηθεί και το αδίκημα της πλαστογραφίας για τη διαθήκη που προσκομίστηκε από κάποιους εκ των κατηγορουμένων, που ισχυρίζονται ότι είναι κύριοι της έκτασης μέσω ιδιόγραφης διαθήκης αλλά αποδείχθηκε ότι πρόκειται για δημόσιες δασικές εκτάσεις.