Πάνω από 15.000 πλοία κινδυνεύουν από τους Χούθι

Η Ευρώπη και η διεθνής κοινότητα παρακολουθούν από απόσταση προς το παρόν την επανεμφάνιση των ανταρτών Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα με επιθέσεις που διακρίνονται για την ιδιαίτερη σφοδρότητα και σκληρότητα, καθώς επέμειναν με τα χτυπήματά τους να βυθιστούν τα δύο ελληνόκτητα πλοία στις αρχές της εβδομάδας.

Το τραγικότερο ήταν ότι δεν υπολόγιζαν ούτε τη ζωή των ναυτικών με αποτέλεσμα μέχρι χθες τουλάχιστον τέσσερις εξ αυτών να θεωρούνται νεκροί ενώ άλλοι 11 είναι αγνοούμενοι.

Μπορεί τα δύο πλοία που βυθίστηκαν να ήταν ελληνόκτητα, τα χτυπήματα όμως των Χούθι δεν «πλήττουν» μόνο τη χώρα μας αλλά την Ευρώπη στο σύνολό της καθώς η θαλάσσια οδός της Ερυθράς Θάλασσας εξυπηρετεί κυρίως το εμπόριο από Ασία προς την Ευρώπη και το αντίστροφο.

Από τότε που εμφανίσθηκαν οι Χούθι, τον Νοέμβριο του 2023, τα περισσότερα πλοία και κυρίως τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που μετέφεραν εμπορεύματα στην Ευρώπη αποφεύγουν την Ερυθρά Θάλασσα και προτιμούν κάνουν τον γύρο της Αφρικής αυξάνοντας όμως το μεταφορικό κόστος, το οποίο στο τέλος το πληρώνει ο ευρωπαίος καταναλωτής.

«Η Ευρώπη θα πρέπει να ξυπνήσει» σχολίασε πρόσφατα η πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Μελίνα Τραυλού σε ανεπίσημη συνάντηση με δημοσιογράφους, στέλνοντας το μήνυμα ότι η ΕΕ θα πρέπει να προστατέψει την ευρωπαϊκή και διεθνή ναυτιλία καθώς, όπως πρόσθεσε, τα πλοία που περνάνε από την Ερυθρά Θάλασσα μεταφέρουν εμπορεύματα κυρίως στην Ευρώπη.

Η υπόθεση Χούθι δεν αφορά σε καμία περίπτωση βέβαια μόνο τα  ελληνόκτητα πλοία, αν και αυτά λόγω του μεγάλου μεγέθους της ελληνικής ναυτιλίας αντιπροσωπεύουν μεγάλο μερίδιο των πλοίων που περνούν από την Ερυθρά Θάλασσα.

Τις τελευταίες 30 ημέρες, 359 πλοία ελληνικής ιδιοκτησίας διέσχισαν την Ερυθρά Θάλασσα ή το Bab-el-Mandeb, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 20% της συνολικής κυκλοφορίας στην περιοχή, αναφέρει σε ένα σημείωμά της η Winward.

Σε κίνδυνο βρίσκονται πολύ περισσότερα πλοία. Οπως επισημαίνει η Winward οι αντάρτες Χούθι έχουν δηλώσει ότι θα στοχοποιούν τον στόλο ναυτιλιακών εταιρειών που τουλάχιστον ένα πλοίο τους έπιασε πρόσφατα κάποιο ισραηλινό λιμάνι. Και τα δύο ελληνόκτητα πλοία που βυθίστηκαν από τα χτυπήματα των ανταρτών ανήκουν σε ναυτιλιακές εταιρείες που κάποιο από τα άλλα πλοία τους προσέγγισαν ισραηλινό λιμάνι.

Λαμβάνοντας αυτό υπόψη η Winward υπολογίζει ότι σε κίνδυνο βρίσκονται χιλιάδες πλοία που διέρχονται από την περιοχή και ανήκουν σε στόλους με ιστορικό ελλιμενισμού σε ισραηλινά λιμάνια.

Τους τελευταίους έξι μήνες, 1.113 πλοία έκαναν ελλιμενισμό σε ισραηλινά λιμάνια. Αυτά συνδέονται με περισσότερα από 15.000 πλοία μέσω κοινής ιδιοκτησίας ή διαχείρισης. Θεωρητικά, αυτό σημαίνει ότι ένα στα έξι πλοία παγκοσμίως διατρέχει αυξημένο κίνδυνο να γίνει στόχος των Χούθι εάν διέρχεται από την Ερυθρά Θάλασσα.

Αποκλεισμός του Ισραήλ

Η απότομη κλιμάκωση του κινδύνου στην Ερυθρά Θάλασσα γεννά το ερώτημα αν θα αρχίσουν οι ναυτιλιακές εταιρείες να αναθεωρούν τις εκτιμήσεις κινδύνου για να λάβουν υπόψη τις επισκέψεις σε ισραηλινούς λιμένες από πλοία του στόλου τους που αποτελούν πλέον σαφή αφορμή για επιθέσεις. Η τακτική των Χούθι μοιάζει να επιδιώκει έναν ιδιότυπο αποκλεισμό του Ισραήλ από το θαλάσσιο εμπόριο.

«Η επίθεση στο “Eternity C” λίγες μόνο ημέρες μετά τη βύθιση του “Magic Seas” σηματοδοτεί μια ανησυχητική κλιμάκωση», δήλωσε ο Ami Daniel, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ναυτιλιακών πληροφοριών Windward. «Περίπου το 16% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου έχει κάποια μορφή επιχειρησιακής σύνδεσης με εταιρείες που εμπορεύονται με το Ισραήλ. Εάν οι Χούθι στοχεύουν πλέον ακόμη και έμμεσες συνεργασίες, αντιμετωπίζουμε μια νέα σοβαρή απειλή για το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο».

Η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Υεμένης κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να αναλάβει δράση, προειδοποιώντας ότι οι συνεχιζόμενες επιθέσεις ενέχουν κίνδυνο περιβαλλοντικών καταστροφών, ανθρωπιστικών διαταραχών και στρατιωτικής κλιμάκωσης σε ολόκληρη την περιοχή.

«Αυτές οι τρομοκρατικές επιθέσεις αποτελούν σοβαρή απειλή για τη ναυτιλιακή ασφάλεια και ενδέχεται να οδηγήσουν σε καταστροφικές περιβαλλοντικές καταστροφές», ανέφερε το υπουργείο Εξωτερικών της Υεμένης σε δήλωσή του, προσθέτοντας ότι «αυτή η κλιμάκωση θα οδηγήσει στη στρατιωτικοποίηση των περιφερειακών υδάτων και σε μεγαλύτερη καταστροφή της εύθραυστης υποδομής της Υεμένης».