Τα χρήματα δεν αγοράζουν την αγάπη, αλλά…

Μπορεί τα χρήματα να μη φέρνουν την αγάπη, όμως φαίνεται πως μπορούν να μας κάνουν πιο ανοιχτούς στο ενδεχόμενο να την αναζητήσουμε. Σύμφωνα με δύο νέες έρευνες που δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Marriage and Family, οι άνθρωποι με υψηλότερα εισοδήματα είναι πιο πιθανό να επιθυμούν μία σχέση, να αισθάνονται έτοιμοι για αυτή και τελικά να την ξεκινήσουν. Οι μελέτες, που βασίστηκαν σε δεδομένα από περισσότερους από 4.800 ανύπαντρους συμμετέχοντες στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία, πραγματοποιήθηκαν από τον ψυχολόγο Geoff MacDonald του Πανεπιστημίου του Τορόντο και την καθηγήτρια Johanna Peetz του Πανεπιστημίου Carleton.

Και στις δύο χώρες, τα ευρήματα έδειξαν ότι όσο υψηλότερο είναι το εισόδημα ενός ατόμου, τόσο πιο θετική είναι η στάση του απέναντι στις σχέσεις, αυξάνεται η αίσθηση ετοιμότητας και μεγαλώνει η πιθανότητα να ξεκινήσει μία νέα συντροφική σχέση. Όπως σημειώνει ο MacDonald, σε περιόδους οικονομικής αστάθειας, οι νέοι άνθρωποι κάνουν λογικούς υπολογισμούς: δεν είναι εύκολο να απολαύσεις μία σχέση αν εργάζεσαι 80 ώρες την εβδομάδα ή δεν ξέρεις πού θα ζεις την επόμενη χρονιά.

Τα αποτελέσματα της μελέτης δεν έχουν μόνο ατομική αλλά και κοινωνική σημασία, καθώς σχετίζονται με ζητήματα όπως η μείωση των γεννήσεων και η αύξηση της μοναξιάς. Η οικονομική σταθερότητα αναδεικνύεται ως καθοριστικός παράγοντας για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν τη συντροφικότητα και τη δημιουργία οικογένειας.

Αξιοσημείωτο είναι πως, παρότι τα υψηλά εισοδήματα αυξάνουν την πρόθεση για σχέσεις, δεν φαίνεται να σχετίζονται με υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή ως ανύπαντρος. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό ενδεχομένως να εξηγείται με βάση την «θεωρία των σταδίων ζωής»: οι άνθρωποι χτίζουν τη ζωή τους βήμα-βήμα και, παρόλο που τα χρήματα μπορεί να βελτιώνουν την καθημερινότητα ενός εργένη, ίσως ταυτόχρονα σηματοδοτούν και τη μετάβαση σε ένα στάδιο όπου η ανάγκη για σύντροφο γίνεται πιο έντονη.

Τέλος, οι MacDonald και Peetz προτείνουν μελλοντική έρευνα που να εξετάζει άλλους δείκτες κοινωνικοοικονομικής προοπτικής, όπως η ανεργία, το χρέος και η προσβασιμότητα στη στέγαση, ώστε να κατανοηθεί καλύτερα πώς αυτές οι παράμετροι επηρεάζουν την ετοιμότητα και την απόφαση για είσοδο σε μία σχέση.