Τι έκανες εκείνη τη νύχτα;

Σε εκείνη τη σύσκεψη στο Προεδρικό θα άξιζε να είσαι τοίχος με αφτιά ή, έστω, να δανειστείς τα μάτια από κανέναν ήρωα του ’21 που στέκει κορνιζαρισμένος στους διαδρόμους. Θα έβλεπες τον Τσίπρα με σκυμμένο κεφάλι, τον Καμμένο να ψελλίζει ότι δεν θα μας πει η Ευρώπη τι να κάνουμε, τον Μεϊμαράκη έτοιμο να ξεκινήσει τα μπινελίκια και τον Θεοδωράκη να ζητεί αποχώρηση των πρακτικογράφων. Ομως αφού έφυγαν οι καταγραφείς, τι ακριβώς αφορά το αίτημα του Τσίπρα για δημοσιοποίηση των πρακτικών; Νομίζω πως πρόκειται για ανέκδοτο που μπορούν να διηγηθούν μόνο ο ίδιος και ο Προκόπης Παυλόπουλος. Τέλος πάντων, ο φάκελος που βρίσκεται στο χρηματοκιβώτιο του Προεδρικού δεν πρόκειται να βγει στο φως. Και έτσι θα μάθουμε την εκδοχή Τσίπρα στο βιβλίο του, που θα κυκλοφορήσει τον Δεκέμβριο. Δεν αποκλείεται κάποιοι, εκ των συμμετεχόντων στη σύσκεψη, να διαψεύσουν όσα θα ισχυριστεί ο πρώην πρωθυπουργός. Και τότε ο Τσίπρας θα ζητήσει, εκ νέου, δημοσιοποίηση των πρακτικών. Ενδεχομένως να επικαλεστεί και τη μαρτυρία του προέδρου Παυλόπουλου. Και εκεί θα τελειώσει η συζήτηση. Αφού το λέει και ο Παυλόπουλος… Τα λέμε, λοιπόν, σε καμιά τριανταριά χρόνια, στην ονοματοδοσία δρόμου προς τιμή του Αλέξη Τσίπρα, του ηγέτη που κράτησε τη χώρα στην Ευρώπη.

Σήμερα συμπληρώνονται δέκα χρόνια από εκείνη την Κυριακή που, ως χώρα, ρίξαμε ψηλά το νόμισμα και περιμέναμε να δούμε αν θα πέσει εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Είναι η μέρα που, κατά δήλωσή της, κλαίει η συμβία του Αλέξη Τσίπρα. Ομως ας μας συγχωρέσει, η συμπάθειά μας διοχετεύεται αλλού. Σε εκείνα τα κορίτσια που χόρευαν στο Σύνταγμα. Τα βούτηξε ο αλήτης ο φακός και τα έκλεισε για πάντα σε μία κάψουλα, να ταξιδεύουν στον χρόνο ως εθνικά σύμβολα αφέλειας. Τι να απέγιναν, άραγε, οι κοπελιές; Ανά διαστήματα μαθαίνουμε τα νέα εκείνου του κοριτσιού που κρατούσε στην αγκαλιά του ο Ανδρέας στις εκλογές του 1985. Με τον ίδιο τρόπο θα έπρεπε να παρακολουθούμε και εκείνα τα κορίτσια. Τι πίστευαν ότι συνέβη εκείνο το βράδυ; Και τι σκέφτονται σήμερα για τον χορό της νίκης; Μεταξύ μας, είναι ερωτήσεις που μπορούμε να απευθύνουμε στους περισσότερους από τους συμπατριώτες μας που άκουσαν την προτροπή του Αλέξη Τσίπρα και συμφώνησαν με τη διαπίστωση του Βασίλη Παπακωνσταντίνου στη μεγάλη συναυλία: «Ο λαός αυτός χρωστάει μόνο στους ποιητές του». Ας είναι. Στα χρόνια που πέρασαν, το δημοψήφισμα και οι ιστορικοί του παράμετροι έχουν αναλυθεί και κοσκινιστεί σε εξαντλητικό βαθμό. Δεν υπάρχει κάτι καινούργιο να πεις.

Ωστόσο δύο πτυχές δεν ξεδιπλώθηκαν στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Η πρώτη περιγράφει το διχαστικό στοιχείο του δημοψηφίσματος. Οχι μόνο στο επίπεδο της κοινωνίας, αλλά ακόμα πιο βαθιά, γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Αδέρφια μπήκαν σε σκυλοκαβγά, μπατζανάκηδες, γαμπροί και κουνιάδοι αρπάχτηκαν πάνω από τη σαλάτα, χάλασαν φιλίες και δύναμαι να καταθέσω ενόρκως την περίπτωση ενός διαζυγίου. Η δεύτερη πτυχή έχει να κάνει με τη βαθύτερη ερμηνεία των ποσοστών που έβγαλε η κάλπη. Το «Οχι» έλαβε 62% και το «Ναι» 38%. Να έχετε πάντα κατά νου τους συγκεκριμένους αριθμούς καθώς περιγράφουν πολλά περισσότερα από ένα γέννημα της κάλπης. Συνθέτουν μία σταθερά που διατρέχει το σύνολο της κοινωνίας μας. Πώς είναι το 3,14 του κύκλου; Κάτι τέτοιο, αλλά χωρίς καμία στατιστική απόδειξη. Ομως το βλέπεις παντού γύρω σου. Αποτυπώνεται σε μετρήσεις και δημοσκοπήσεις, στα σχόλια στα social, στην ευρύτερη κοινωνική συμπεριφορά. Είναι αυτό το 40% που συγκροτεί το διαχρονικό μέτωπο της λογικής, που, αν θέλετε, τραβάει, σαν υποζύγιο, τη χώρα προς το μέλλον. Τώρα κάποιος με εξυπνακίστικο ύφος θα πεταχτεί και θα πει ότι αυτοί ήταν που ψήφισαν και Μητσοτάκη. Ναι. Δηλαδή τι θέλατε να ψήφιζαν τότε; Επραξαν το αυτονόητο. Οταν ξεφορτώνεσαι μία ψευδαίσθηση επιλέγεις αυτό που σου φαίνεται πιο ρεαλιστικό.