Το Συμβούλιο της Επικράτειας κερδίζει το «στοίχημα» της επιτάχυνσης

Το «στοίχημα» για μείωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης – παθογένεια δεκαετιών για το σύνολο της ελληνικής Δικαιοσύνης – φαίνεται πως κερδίζει το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως αποτυπώνουν οι δείκτες και τα στοιχεία που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Και επιπλέον οι ανώτατοι δικαστές πέτυχαν να υλοποιήσουν το «σχέδιο των 100 ημερών», αυτό που πολλές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό θέτουν ως στόχο αμέσως μετά την εκλογή τους. Σε όλη αυτή τη διαδρομή, με τη συνδρομή και των δικαστικών υπαλλήλων, κατάφεραν να… κόψουν το νήμα της απονομής της δικαιοσύνης σε εύλογο χρόνο, χωρίς αυτό να οδηγεί σε εκπτώσεις σε ό,τι αφορά την ποιότητα των αποφάσεων που φέρουν τη σφραγίδα του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της χώρας μας.

Προφανώς, ο δρόμος για την αντιμετώπιση της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης για υποθέσεις που φτάνουν ενώπιον του ΣτΕ είναι ακόμα μακρύς. Αλλά δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι το Δικαστήριο έχει γυρίσει σελίδα.

Μια σειρά από σημαντικές υποθέσεις με πρόσημο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό συζητήθηκαν ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και οι αποφάσεις εκδόθηκαν περίπου μέσα σε 100 μέρες, γεγονός κάθε άλλο συνηθισμένο με βάση τις «επιδόσεις» της Δικαιοσύνης.

Ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός, ο περίφημος ΝΟΚ, τα νέα φορολογικά τεκμήρια που αφορούν χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες, ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών που είχε προκαλέσει έντονες πολιτικές αναταράξεις, η ίδρυση και η λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων, ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας είναι οι σημαντικότερες υποθέσεις που η Ολομέλεια του ΣτΕ, υπό τον πρόεδρό του Μιχάλη Πικραμένο, έκρινε μέσα στο δικαστικό έτος που έκλεισε στις 30 Ιουνίου.

Εκτός όμως από αυτές τις, κατά γενική ομολογία, σοβαρές υποθέσεις, υπάρχουν και τρεις ακόμα μετρήσιμοι δείκτες που αποτυπώνουν την προσπάθεια των ανώτατων δικαστών για ποιοτική δικαιοσύνη μέσα σε εύλογο χρόνο, με γνώμονα βέβαια τους πολίτες που προσφεύγουν για δικαστική προστασία.

Οι δείκτες που δείχνουν ότι κάτι αλλάζει

  • H εκκρεμότητα του Δικαστηρίου από τις 11.504 υποθέσεις στις 31/12/2023 έπεσε στις 10.534 υποθέσεις στις 31/12/2024, δηλαδή υπήρξε μια μείωση της εκκρεμότητας της τάξης του 8,4%.
  • Για το έτος 2024 ο μέσος χρόνος περαίωσης των υποθέσεων, δηλαδή ο χρόνος που απαιτείται κατά μέσο όρο για την περαίωση μιας υπόθεσης από την κατάθεσή της στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ήταν 964 ημέρες (περίπου 2,7 χρόνια). Συνεπώς, ο χρόνος αυτός μειώθηκε κατά 268 ημέρες (περίπου 9 μήνες) σε σχέση με το 2023.
  • Το 2024 αυξήθηκε σημαντικά από το 1,12 στο 1,26 ο ρυθμός περαίωσης υποθέσεων, δηλαδή η αναλογία μεταξύ περαιωθεισών και εισερχόμενων υποθέσεων στο Δικαστήριο. Οπως είναι αυτονόητο, όταν η αναλογία αυτή ξεπερνάει το 1 (δηλαδή οι περαιωθείσες υποθέσεις είναι περισσότερες από τις εισερχόμενες), η εκκρεμότητα του Δικαστηρίου μειώνεται.

Και όπως επισημαίνει ο εκπρόσωπος Τύπου του Δικαστηρίου, πάρεδρος του ΣτΕ Νίκος Σεκέρογλου, το επόμενο δικαστικό έτος, που ξεκινά σε λιγότερο από δύο μήνες, μπορεί να είναι αποδοτικότερο καθώς «το Δικαστήριο επιστρέφει στη φυσική του έδρα, στο ανακαινισμένο Αρσάκειο Μέγαρο, οι επίκουροι δικαστικοί υπάλληλοι έχουν πλέον ενσωματωθεί και συμβάλλουν ουσιαστικά στην ταχύτερη διαχείριση των υποθέσεων. Αναμένεται η πρόσληψη 50 νέων δικαστικών υπαλλήλων με αυξημένα προσόντα για να βοηθήσουν τους δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας στην άσκηση των πρόσθετων (μη δικαιοδοτικών) καθηκόντων τους και, τέλος, εισάγεται ο θεσμός της άδειας για την άσκηση αιτήσεων αναιρέσεων από το Δημόσιο έτσι ώστε οι υποθέσεις που τελικώς εκδικάζονται να συνάδουν με τον χαρακτήρα και την αποστολή του Συμβουλίου της Επικρατείας».