Όμηροι των παθών που οδήγησαν στην καταστροφή ακόμα και μετά από 51 χρόνια – Η μέρα του προδοτικού πραξικοπήματος
Στην Ιστορία κάθε τόπος έχει τη μαύρη του σελίδα. Στην Κύπρο συμβαίνει να έχουμε πολλές μαύρες σελίδες, αλλά η σημερινή μέρα είναι αυτή που ξεχωρίζει γιατί ήταν από αυτές που κανένας λαός δεν θα ήθελε να ζήσει. Δεν στήθηκε στον τοίχο μόνο η Δημοκρατία. Στήθηκε στον τοίχο η ιστορία και η ύπαρξη μας και έκτοτε χάσαμε την μισή πατρίδα και τη μισή ψυχή μας, μένοντας πάνω στα χαλάσματα, όχι για να τα ξαναχτίσουμε αλλά για να κυνηγήσουμε μάγισσες… που δεν θέλαμε ποτέ να πιάσουμε.
Τέτοια μέρα σκοτείνιασαν όλα. Όχι από εχθρική εισβολή, -αυτή θα ακολουθούσε πέντε μέρες αργότερα – αλλά από το ίδιο το «εθνικό κέντρο», που με τη βία των όπλων, αποφάσισε να ανατρέψει τον Μακάριο και να φέρει στην εξουσία ένα ανδρείκελο της χούντας των Αθηνών. Το πραξικόπημα κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά το αποκορύφωμα μιας μακράς και επικίνδυνης αντιπαράθεσης που ξεκίνησε χρόνια πριν.
Φλερτ με την καταστροφή
Η δεκαετία του 1960 ήταν ταραγμένη (έτσι συνηθίσαμε να την χαρακτηρίζουμε για να μην δούμε το πρόσωπο μας στον καθρέφτη). Η ανεξαρτησία που αποκτήθηκε το 1960 με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου δεν ικανοποίησε καμία από τις δύο κοινότητες. Η ελληνοκυπριακή πλευρά θεωρούσε πως οι πρόνοιες του Συντάγματος δημιουργούσαν ένα δυσλειτουργικό κράτος, ενώ η τουρκοκυπριακή κοινότητα, δεν βολευόταν στα μέτρα της μειονότητας, η οποία ωστόσο είχε ευρύτατα δικαιώματα, μέχρι του σημείου να μπορεί να νεκρώσει κάθε λειτουργία του κράτους.
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ως πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιχειρούσε να κρατήσει ισορροπίες ανάμεσα σε εθνικισμό και ρεαλισμό, στέλνοντας πολλές φορές λάθος μηνύματα προς όλες τις πλευρές. Όμως, το πολιτικό του σχέδιο για σταδιακή αυτονόμηση της Κύπρου από το «εθνικό κέντρο» (την Ελλάδα), τον έθεσε στο στόχαστρο των σκληροπυρηνικών που θεωρούσαν αδιανόητο τον τερματισμό της προσπάθειας για Ένωση. Η αντιπαλότητα με τις ενωτικές δυνάμεις και τους αξιωματικούς της ΕΛΔΥΚ ήταν δεδομένη ήδη από το 1964.
Το 1971, ο Γεώργιος Γρίβας επέστρεψε μυστικά στην Κύπρο και ίδρυσε την τρομοκρατική οργάνωση ΕΟΚΑ Β’. Το κλίμα πόλωσης και τρομοκράτησης των αντιφρονούντων εντάθηκε. Η ΕΟΚΑ Β’ με τις ευλογίες της χούντας, οργάνωσε επιθέσεις και δολοφονίες εναντίον μακαριακών, ενώ οι μακαριακές δυνάμεις, παρά το ότι ήλεγχαν το επίσημο κράτος, δεν ήταν λίγες οι φορές που λειτουργούσαν ως παρακράτος.
Η σύγκρουση κορυφώθηκε με την επιστολή του Μακαρίου προς τον στρατηγό Γκιζίκη, ο οποίος είχε αναγορευθεί σε «Πρόεδρο» της Ελληνικής, -ανύπαρκτης- Δημοκρατίας, στις 2 Ιουλίου 1974, στην οποία κατηγορούσε απερίφραστα τη χούντα για υπονόμευση της κυπριακής ανεξαρτησίας:
«Η υπό την ευθύνην της Ελλάδος δράσις των αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς […] αποσκοπεί εις την ανατροπήν μου και την μεταβολήν του κρατικού καθεστώτος της Κύπρου», ανέφερε η επιστολή.
Απάντηση με τανκς
Ήταν Δευτέρα, ώρα 8:15 το πρωί, όταν άρματα μάχης της Εθνικής Φρουράς, περικύκλωσαν το Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία. Ο Μακάριος βρισκόταν σε συνάντηση με ομογενείς μαθητές από το Κάϊρο και την Αλεξάνδρεια. Το μέγαρο χτυπήθηκε από όλμους και πυροβόλα, προκαλώντας πυρκαγιά και καταστροφή. Οι πραξικοπηματίες βιάστηκαν να ανακοινώσουν πως ο Μακάριος ήταν νεκρός.
Δεν ήταν όμως. Κατάφερε να διαφύγει και αυτή η απόδραση από τον θάνατο, συντηρεί μέχρι σήμερα δεκάδες θεωρίες συνωμοσίας. Είχε καταφύγει στην Πάφο και από τη ραδιοφωνική συχνότητα του ερασιτεχνικού σταθμού της Πάφου εκφώνησε το ιστορικό διάγγελμα, με το οποίο κάλεσε σε αντίσταση.
Στη Λευκωσία, το ΡΙΚ είχε καταληφθεί από τους πραξικοπηματίες μεταδίδοντας ψέματα και εμβατήρια, ενώ ο σκιώδης δικτάτορας Ιωαννίδης ανέθεσε την Προεδρία του κράτους στον μόνο πρόθυμο. Τον Νίκο Σαμψών, πρώην βουλευτή και δημοσιογράφο, γνωστός για τις ακραίες απόψεις του και το μίσος για τους Τουρκοκύπριους, από τον καιρό που υπήρξε μέλος της ΕΟΚΑ 1955-59. Η Δημοκρατία καταλύθηκε αλλά το πραξικόπημα δεν εδραιώθηκε.
Η Τουρκία όμως βρήκε τη αφορμή που αναζητούσε. Επικαλέστηκε τις εγγυήσεις του 1960 και επιχείρησε να διαμορφώσει διεθνή συναίνεση. Σε επιστολή του στις 17 Ιουλίου 1974 προς τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, ο Ετζεβίτ προειδοποιούσε:
«Η παραβίαση της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο αποτελεί άμεσο κίνδυνο για την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η Τουρκία δεν μπορεί να μείνει απαθής.»
Όταν οι Βρετανοί αρνήθηκαν να επέμβουν από κοινού, η Άγκυρα αποφάσισε μονομερή στρατιωτική ενέργεια. Στις 20 Ιουλίου 1974 ξεκίνησε η Επιχείρηση «Αττίλας 1» …και από κείνη την μέρα η ιστορία είναι γνωστή. Κατοχή για 51 χρόνια με προοπτικές επίλυσης τους προβλήματος κάθε μέρα και πιο ισχνές.
Η ελληνική και ελληνοκυπριακή απάντηση ήταν χαοτική. Οι πραξικοπηματίες κατέρρευσαν και ο Νίκος Σαμψών απέκτησε το προσωνύμιο «οκταήμερος» καθώς στις 23 Ιουλίου παρέδωσε τα ηνία του κράτους στον Πρόεδρο της Βουλής Γλαύκο Κληρίδη.
Η Χούντα στην Αθήνα έπεσε την ίδια ημέρα.
Μόνιμος διχασμός
Πενηνταένα χρόνια μετά, η 15η Ιουλίου εξακολουθεί να διχάζει. Μακαριακοί και Γριβικοί, αριστεροί και δεξιοί, πραξικοπηματίες και αντιστασιακοί. Και οι δυο πλευρές με το δικό τους αφήγημα.
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, τα δάκρυα για το έγκλημα και τη προδοσία στεγνώνουν πάνω στην πολιτική αντιπαράθεση. Οι μακαριακοί καταγγέλλουν τους επίγονους των Γρίβα και του πραξικοπήματος και οι Γριβικοί αναζητούν δικαιολογίες στην «δικτατορία» του Μακαρίου.
Και οι δύο πλευρές θεωρούν πάντως πως την πρώτη ευθύνη την είχε (και όντως την είχε) η χούντα του Ιωαννίδη, αλλά αυτό δεν αναιρεί και τις ευθύνες των Κυπρίων.
Η ουσία δεν είναι μόνο το πού σχεδιάστηκε το πραξικόπημα, αλλά και το ποιοι ήταν πρόθυμοι να το εκτελέσουν. Εκτός από τους χουντικούς της Ελλάδας, Κύπριοι αξιωματικοί, μέλη παρακρατικών οργανώσεων, μερίδα της Εκκλησίας και δημοσιογράφοι είχαν καθοριστικό ρόλο.
Οι εκθέσεις της Βουλής των Ελλήνων και της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κύπρου, έμειναν κείμενα χωρίς ουσιαστική κατάληξη σε λογοδοσία. Οι πρωταγωνιστές είτε πέθαναν είτε απέκτησαν πολιτική ασυλία, με τον «κλάδο ελαίας» του Μακαρίου. Οι ηθικοί αυτουργοί, σε πολλές περιπτώσεις αμετανόητοι, επιβραβεύτηκαν.
Η 15η Ιουλίου είναι ημέρα εθνικής ντροπής. Η προδοσία του πραξικοπήματος δεν αναιρείται με ευχολόγια και τελετές. Ούτε με γενικόλογες αναφορές σε «σφάλματα» και «άφρονες» πραξικοπηματίες.
Ουδείς αρνείται ότι αυτή ημέρα άνοιξε την πόρτα στην τουρκική εισβολή, στην κατοχή, στον ξεριζωμό.
Η Ιστορία δεν τιμωρεί. Αλλά δεν συγχωρεί όταν την αγνοούμε.
Το άρθρο 15η Ιουλίου: Η μέρα που έλειψε η λογική και θριάμβευσε η προδοσία εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.