
Τον τελευταίο λόγο είχαν οι Γερμανοί – συγκεκριμένα, η κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς. Σύμφωνα με δημοσίευμα του συνήθως καλά πληροφορημένου περιοδικού Der Spiegel, το Βερολίνο έδωσε το πράσινο φως για την παράδοση 40 μαχητικών αεροσκαφών τύπου Eurofighter στην Τουρκία. Το υπερσύγχρονο αυτό αεροσκάφος είναι προϊόν ενός ευρωπαϊκού κοινοπρακτικού σχήματος, η εξαγωγή του οποίου απαιτεί την ομόφωνη έγκριση όλων των συμμετεχόντων χωρών. Οι εταίροι στην Ισπανία, την Ιταλία και τη Μεγάλη Βρετανία έχουν ήδη εγκρίνει τη συμφωνία με τον Ερντογάν. Το γεγονός ότι πλέον συμφωνεί και η Γερμανία υποδηλώνει μια σημαντική καμπή στη γερμανική πολιτική έναντι της Αγκυρας.
Οι εξαγωγές όπλων αποτελούν ένα ευαίσθητο βαρόμετρο διμερών σχέσεων – και οι σχέσεις μεταξύ Βερολίνου και Αγκυρας έχουν γνωρίσει διακυμάνσεις τα τελευταία χρόνια. Μετά την εισβολή τουρκικών στρατευμάτων στη Συρία το 2016, το Βερολίνο περιόρισε σημαντικά τις άδειες εξαγωγής πολεμικού υλικού προς την Τουρκία. Στο μεταξύ, όμως, οι γερμανικές εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία έχουν επανέλθει σε επίπεδα-ρεκόρ για τις τελευταίες δύο δεκαετίες, φτάνοντας στα τέλη του περασμένου έτους τα 231 εκατομμύρια ευρώ.
Το αργότερο με την αλλαγή κυβέρνησης στο Βερολίνο, στις αρχές Μαΐου του τρέχοντος έτους, διαγράφεται μια σαφής στροφή πολιτικής. Στη συμφωνία συνασπισμού ανάμεσα στη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU/CSU) και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), η οποία καθορίζει την κυβερνητική πολιτική για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η Τουρκία χαρακτηρίζεται ως «σημαντικός στρατηγικός εταίρος του ΝΑΤΟ, γείτονας της ΕΕ και επιδραστικός παράγοντας στη Μέση Ανατολή», με τον οποίο «επιδιώκουμε να αντιμετωπίσουμε από κοινού γεωπολιτικές προκλήσεις, από την ασφάλεια έως τη μετανάστευση».
Κατά την πρώτη του επίσκεψη μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στο αρχηγείο του ΝΑΤΟ, ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη δέσμευσή του προς την Τουρκία. Οπως δήλωσε ο νέος επικεφαλής της γερμανικής κυβέρνησης, θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να ενισχυθεί περαιτέρω η εταιρική σχέση με την Αγκυρα.
Τυχόν ανησυχίες για την επιδεινούμενη δημοκρατική κατάσταση στην Τουρκική Δημοκρατία και τη διολίσθηση της χώρας προς τον αυταρχισμό δεν φαίνεται να έχουν θέση στη γεωστρατηγική σκέψη του γερμανού καγκελαρίου. Οι εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς τον φυλακισμένο δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης και άλλους αντιπάλους του Ερντογάν, που ακούγονται από κύκλους του συγκυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) στο Βερολίνο, συνιστούν συμβολικές χειρονομίες χωρίς πραγματικό βάρος στην εξωτερική πολιτική της χώρας.
Η συμφωνία, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών ξεπερνά σε αξία τα πέντε δισεκατομμύρια ευρώ, αποτελεί αντικείμενο επιδίωξης της Αγκυρας ήδη από το 2023. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές σε Αθήνα και Βερολίνο ρόλο στην καθυστέρηση φαίνεται να διαδραμάτισαν και οι ανησυχίες της ελληνικής πλευράς ως προς μια πιθανή ανατροπή της στρατιωτικής ισορροπίας στην περιοχή εις βάρος της. Γερμανοί διπλωμάτες υπογραμμίζουν ότι η πολιτική αποκλιμάκωσης στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, την οποία δρομολόγησαν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συνέβαλε στην επιτάχυνση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες του περιοδικού Der Spiegel, η Τουρκία φέρεται να έχει δεσμευθεί ότι τα αεροσκάφη θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά στο πλαίσιο της συμμαχικής αλληλεγγύης εντός του ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια: δεν επιτρέπεται η χρήση τους εναντίον άλλου κράτους-μέλους – δηλαδή της Ελλάδας. Οπως αναφέρουν γερμανικά μέσα ενημέρωσης, η προβλεπόμενη έγκριση του Βερολίνου είχε προηγουμένως τεθεί υπόψη του έλληνα Πρωθυπουργού πριν δοθεί τελικά το πράσινο φως από τη γερμανική πλευρά.
Θα ήταν υπερβολικό να αναμένει κανείς επίσημη επιβεβαίωση της ελληνικής κυβέρνησης για τις σχετικές πληροφορίες. Εάν, ωστόσο, ο Ερντογάν έχει πράγματι δεσμευθεί ότι τα Eurofighter δεν θα χρησιμοποιηθούν σε καμία περίπτωση εναντίον της Ελλάδας, τότε πρόκειται για μια αξιοσημείωτη επιτυχία – τόσο της γερμανικής όσο και της ελληνικής διπλωματίας.
Ο δρ Ρόναλντ Μαινάρντους είναι κύριος ερευνητής στο Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)