Χιροσίμα αγάπη μου

Στη δεκαετία του 1960, όταν ήμουν ακόμη στην ηλικία που τα παιδιά ανακαλύπτουν τον κόσμο, είχα μια πολύ μεγάλη απορία την οποία δίσταζα να εκφράσω ενώπιον των μεγάλων. Σαν να ντρεπόμουν, σαν να φοβόμουν ή σαν να ανησυχούσα ότι τυχόν απαντήσεις θα μου δημιουργούσαν ακόμη μεγαλύτερα ερωτήματα. Τότε λοιπόν ήταν ακόμη σχετικά νωπές στη μνήμη των ανθρώπων οι βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Η φωτογραφία με το πυρηνικό «μανιτάρι» επανερχόταν κάθε τόσο για να υπενθυμίσει το «υπέρτατο κακό» που έβαλε τη σφραγίδα του στο τέλος του προηγούμενου «υπέρτατου κακού», του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τι δουλειά είχε λοιπόν στη βιβλιοθήκη του σπιτιού μας ένα βιβλίο με τίτλο «Χιροσίμα αγάπη μου»; Τον συλλάβιζα στη «ράχη», δεν τολμούσα να το τραβήξω, να δω το εξώφυλλο. Η φαντασία μου κάλπαζε και πίστευα ότι αν το έβγαζα από εκεί που ήταν στριμωγμένο, θα αυτονομούταν, θα γινόταν μία ατομική βόμβα που θα έσκαγε στα χέρια μου. Διάβαζα, φαίνεται, περισσότερα παραμύθια απ’ όσα μπορούσα να αφομοιώσω.

Τα χρόνια πέρασαν, οι σκιές διαλύθηκαν. Το πυρηνικό «μανιτάρι» έγινε αριθμοί. Τα θύματα που σκοτώθηκαν ακαριαία ήταν 70.000 ενώ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, οι συνέπειες της πυρηνικής ακτινοβολίας τα έφτασαν στις 200.000. Κι εκείνο το βιβλίο που φοβόμουν ήταν το σενάριο της Μαργκερίτ Ντιράς για την ομώνυμη ταινία του Αλέν Ρενέ που διηγείται την παθιασμένη ερωτική συνάντηση ανάμεσα σε μια Γαλλίδα που διαπομπεύθηκε επειδή, στην εφηβεία της, είχε ερωτευτεί έναν γερμανό στρατιώτη και έναν γιαπωνέζο που, επειδή ήταν στο μέτωπο, σώθηκε από την πυρηνική βόμβα εξαιτίας της οποίας όμως χάθηκε όλη η οικογένειά του.

Σήμερα, ακριβώς ογδόντα χρόνια μετά την πυρηνική έκρηξη, πιστεύω ότι η παγκόσμια συνείδηση – αν υπάρχει κάτι τέτοιο – δεν θα ανεχόταν την ξεδιαντροπιά της βίας και του νικητή. «Επειδή η Ιαπωνία συνεργάστηκε με τους ηττημένους πλέον Γερμανούς, εμείς θα καταστρέψουμε μια πόλη μόνο και μόνο για να δοκιμάσουμε το καινούργιο μας υπερόπλο. Και επειδή πιστεύουμε ότι έχουμε και χιούμορ το βαφτίσαμε Little Boy». Σημαίνει αυτό ότι ο κόσμος μας έγινε καλύτερος; Δεν νομίζω. Απλώς, ανεμίζοντας ως άλλοθι το «ποτέ ξανά», το αναπαράγουμε δεξιά και αριστερά σε μικρές ποσότητες που όμως, αν αθροιστούν, μπορεί και να έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τη βόμβα στη Χιροσίμα.

Το τελευταίο «θύμα»

Πριν από δύο χρόνια, η ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν, έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό τον «πατέρα της ατομικής βόμβας» Ρόμπερτ Οπενχάιμερ. Ενα ακόμη «θύμα» της ίδιας της δημιουργίας του. Που ενώ, όπως και άλλοι επιστήμονες εκείνη την εποχή, θεωρούσε αναπόφευκτη τη χρήση της ατομικής βόμβας, οι δαίμονες της συνείδησής του όχι μόνο τον οδήγησαν στην απομόνωση αλλά τον έβαλαν και στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ ως πράκτορα των Ρώσων, καθώς αρνήθηκε να συμμετάσχει σε αντίστοιχα προγράμματα.

«…Ο ανιστόρητος θάνατος των μυριάδων θυμάτων της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι μέσα στον ασύλληπτο χαλασμό που προκάλεσαν οι ατομικές βόμβες συνέτριψαν την ψυχή μου» έγραφε το 1955 στον γενικό διευθυντή της Αμερικάνικης Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας σε επιστολή που είχαν δημοσιεύσει και «τα ΝΕΑ». «Παντού και πάντα με καταδίωκεν ο τρομακτικός εφιάλτης της ατέλειωτης και σιωπηρής στρατιάς των σκιών των θυμάτων […] Αναλογιζόμουν συνεχώς αν ευρισκόμην εν τάξει απέναντι της συνειδήσεώς μου. Ημουν ένας νέος Αμλετ». Και επέλεξε να καεί μετά τον θάνατό του και να σκορπιστεί η στάχτη του στη θάλασσα ώστε να μην υπάρχει ταφικό μνημείο με το όνομά του.