
Η εικόνα ήταν ενδεικτική: επτά βουλευτές της γαλάζιας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας είχαν μείνει στην αίθουσα της Ολομέλειας και παρακολουθούσαν σύσσωμη την αντιπολίτευση να αποχωρεί από τα δικά της έδρανα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη θεσμική ακροβασία που επιχειρήθηκε με τη μαζική αποστολή επιστολικών ψήφων από τη ΝΔ στην ψηφοφορία επί των προτάσεων σύστασης προανακριτικής επιτροπής για τους Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη. Οι συνομιλίες για τον συντονισμό των κινήσεων του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς και της Πλεύσης Ελευθερίας φάνηκαν (και) στην τηλεοπτική κάλυψη – σε επίπεδο κοινοβουλευτικών εκπροσώπων, για παράδειγμα, ο Δημήτρης Μάντζος μίλησε επιτόπου με τον Νίκο Παππά, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο Σωκράτης Φάμελλος και ο Αλέξης Χαρίτσης «έκλεισαν» στα έδρανα την αποχώρηση των κομμάτων τους από την ψηφοφορία.
Μπορούν αυτές οι κινήσεις να είναι η αρχή μιας νέας επαφής μεταξύ των πολλών διαφορετικών πλευρών της αντιπολίτευσης; Στην πραγματικότητα, δίαυλοι επικοινωνίας ήδη υπάρχουν – ειδικά ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά, που έχουν πυκνώσει τις κοινές κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις –, όμως αυτό δεν σημαίνει πως η στρατηγική του κάθε κόμματος έχει αλλάξει. Οι διαφορές, που εν πολλοίς φάνηκαν και στην επιλογή κατάθεσης δύο διαφορετικών προτάσεων για Προανακριτική, παραμένουν – στο ΠΑΣΟΚ θέλουν να είναι σαφής η αυτόνομη πορεία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με το βλέμμα στους κεντρώους ψηφοφόρους. Και αυτό φάνηκε και την επόμενη μέρα, όταν το αίτημα για την έκτακτη συνεδρίαση της διάσκεψης των προέδρων δεν ήταν κοινό. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξε θετική διάθεση από όλες τις πλευρές – γιατί ειδικά στο θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ, η προοδευτική αντιπολίτευση στοχεύει τη ΝΔ και το Μέγαρο Μαξίμου. Και αυτό στην πράξη σημαίνει πως μπορεί κοινοβουλευτικά να υπάρξει ξανά συντονισμός κινήσεων – χωρίς αυτό όμως να «δείχνει» σε άλλες εκλογικές συνεννοήσεις, τουλάχιστον όσον αφορά τη σχέση του ΠΑΣΟΚ με τους υπόλοιπους.