Η Ελλάδα στην εποχή των πυρκαγιών έκτης γενιάς: Καμπανάκι από τους ειδικούς

Εκρηκτική εξάπλωση, ακραία θερμική συμπεριφορά και αδυναμία ελέγχου, ακόμη κι όταν υπάρχει σημαντική επιχειρησιακή κινητοποίηση. Οι δασικές πυρκαγιές αλλάζουν – μεταλλάσσονται, θα μπορούσε κανείς να πει – και γίνονται όλο και πιο καταστροφικές. Κάτι που διαπιστώνουμε όλοι κάθε καλοκαίρι, κάθε φορά που το θερμόμετρο αγγίζει τα όρια του καύσωνα και η ένταση των ανέμων αυξάνεται. Και μάλιστα, τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων.

Λίγες ημέρες μετά τη μαύρη επέτειο της τραγωδίας στο Μάτι (23 Ιουλίου 2018), η Ελλάδα παραμένει αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα των πυρκαγιών έκτης γενιάς, βιώνοντας με αυξανόμενη ένταση τις επιπτώσεις αυτής της νέας μορφής φυσικής καταστροφής. Από εκεί μέχρι τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2021 στην Εύβοια και τη φωτιά-μαμούθ του 2023 στον Εβρο – που εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη καταγεγραμμένη δασική πυρκαγιά στην Ευρωπαϊκή Ενωση -, η χώρα μας καλείται να αντιμετωπίσει μια πραγματικά ασύμμετρη απειλή. Οπως και άλλες χώρες φυσικά – στην Ευρώπη και στην Αμερική, στην Ασία ή ακόμη και στη… Σιβηρία.

Συστημικές κρίσεις

Σε ένα φυσικό περιβάλλον επιβαρυμένο από την κλιματική κρίση και με έναν σχεδιασμό που συχνά αποδεικνύεται ανεπαρκής, οι πυρκαγιές αυτές δεν αποτελούν μεμονωμένα γεγονότα, αλλά, όπως τονίζουν και οι ειδικοί, συστημικές κρίσεις. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην ίδια ζώνη κινδύνου με την Καλιφόρνια, την Ισπανία και τη Γαλλία, με αποτέλεσμα να καλείται να αναπροσαρμόσει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει, προβλέπει και προλαμβάνει τέτοια φαινόμενα.

Οι φωτιές στην Καλιφόρνια (2017-2023) αποτέλεσαν το πρώτο ξεκάθαρο παράδειγμα πυρκαγιών έκτης γενιάς, με φαινόμενα ανεξέλεγκτης εξάπλωσης, δημιουργίας μικροκλίματος και καταστροφής ολόκληρων κοινοτήτων μέσα σε λίγες ώρες. Ιδιαίτερα από το 2018 και μετά οι πυρκαγιές στην περιοχή έγιναν πιο έντονες και φονικές, με το 2020 να καταγράφεται η μεγαλύτερη σε έκταση φωτιά στην ιστορία της Πολιτείας. Οι παρατεταμένες ξηρασίες, οι ισχυροί άνεμοι και οι υψηλές θερμοκρασίες – όλα απόρροια, σε μεγάλο βαθμό, της κλιματικής κρίσης – δημιούργησαν τις συνθήκες για ένα νέο, σχεδόν αυτόνομο πύρινο φαινόμενο.

Το 2025 το φαινόμενο συνεχίζεται. Οι πυρκαγιές στις συνοικίες Παλισάντες και Ιτον του Λος Αντζελες ξεπέρασαν κατά πολύ τις επιχειρησιακές δυνατότητες των υπηρεσιών πυρόσβεσης και επιβεβαίωσαν τη νέα αυτή πραγματικότητα: χιλιάδες καμένα σπίτια, δεκάδες νεκροί και ζημιές άνω των 65 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Το φαινόμενο δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη, χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Γαλλία αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια πυρκαγιές που ξεπερνούν σε ένταση και διάρκεια κάθε προηγούμενο. Στην Ισπανία, το καλοκαίρι του 2022, περισσότερα από 300.000 στρέμματα δασών κάηκαν μόνο μέσα σε έναν μήνα, ενώ στην Πορτογαλία απειλήθηκαν άμεσα κατοικημένες περιοχές, με τους πυροσβέστες να δίνουν μάχη υπό ακραίες θερμοκρασίες και συνεχείς αναζωπυρώσεις. Στη Γαλλία, για πρώτη φορά ενεργοποιήθηκαν μηχανισμοί μαζικής εκκένωσης πόλεων, όπως στην περιοχή Ζιρόντ, όπου οι φωτιές εξαπλώθηκαν με ταχύτητες που ξεπερνούσαν τα 4 χιλιόμετρα ανά ώρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πυρκαγιές αυτές εμφανίζονται, πλέον, ακόμη και εκτός της παραδοσιακής αντιπυρικής περιόδου, δεν ελέγχονται εύκολα από επίγειες ή εναέριες δυνάμεις και καταστρέφουν δάση, κατοικίες και αγροτικές εκτάσεις με τρομακτική ταχύτητα. Το φαινόμενο στην Ευρώπη ακολουθεί την ίδια εξελικτική πορεία με τις φωτιές στις ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας ότι οι πυρκαγιές έκτης γενιάς είναι μια νέα πραγματικότητα για ολόκληρο τον πλανήτη.

Σαν… κινούμενη καταιγίδα

Μπορεί να τις αποκαλούμε «πυρκαγιές», αλλά στην πραγματικότητα οι φωτιές νέας ή έκτης γενιάς αποτελούν ένα εντελώς διαφορετικό φαινόμενο από τις «παραδοσιακές» δασικές πυρκαγιές του παρελθόντος. Ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσονται, επεκτείνονται και αλληλεπιδρούν με την ατμόσφαιρα αλλάζει ριζικά όσα ξέραμε μέχρι σήμερα για τις δασικές καταστροφές.

Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Θοδωρής Γιάνναρος, πυρομετεωρολόγος και ερευνητής στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, «οι πυρκαγιές νέας γενιάς, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές, δεν επηρεάζονται απλώς από τις καιρικές συνθήκες. Τις δημιουργούν».

Συγκεκριμένα, οι πυρκαγιές έκτης γενιάς έχουν τη δυνατότητα να αλληλεπιδρούν έντονα με την ατμόσφαιρα και να παράγουν το δικό τους μικροκλίμα. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «πυροεπαγωγή». Σύμφωνα με τον Γιάνναρο, «η πυροεπαγωγή ξεκινά από την εκπομπή τεράστιων ποσοτήτων θερμότητας. Ο θερμός αέρας αναγκάζεται να ανέβει βίαια προς τα πάνω και αρχίζει να ρουφάει αέρα από το περιβάλλον, δημιουργώντας έτσι ένα ανεμολογικό πεδίο». Εάν η διαδικασία αυτή ενταθεί, τότε μπορεί να σχηματιστούν οι λεγόμενες πυροσωρειτομελανίες – κατακόρυφα νέφη που μοιάζουν με καταιγίδες και συνοδεύονται από έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως σφοδρούς ανέμους, αλλαγές κατεύθυνσης ανέμου ή ακόμα και πυροστρόβιλους.

«Η φωτιά συμπεριφέρεται σαν μια κινούμενη καταιγίδα. Είναι εντελώς δυναμική. Δεν ξέρεις πώς θα εξελιχθεί, γιατί σε κάθε φάση αλληλεπιδρά με την ατμόσφαιρα και την αλλάζει» τονίζει ο Γιάνναρος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η φωτιά στη Δαδιά και την Αλεξανδρούπολη, όπου η ενεργειακή ένταση ξεπέρασε τα 90.000 kW/m, παρήχθησαν πυροσωρειτομελανίες (pyroCb) και η μετωπική εξάπλωση υπερέβη τα 5 χλμ./ώρα, ακόμη και τη νύχτα, δημιουργώντας εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες κατάσβεσης, όπως επισημαίνει η πύραρχος Ζησούλα Ντάσιου.

Ανεξέλεγκτη εξάπλωση και αναζωπυρώσεις

Ενα από τα πιο επικίνδυνα χαρακτηριστικά αυτών των πυρκαγιών είναι η ταχεία τους εξάπλωση. Η επαγωγική στήλη καπνού, που σχηματίζεται κάθετα πάνω από τη φωτιά, μεταφέρει καύτρες σε μεγάλες αποστάσεις. Οταν αυτή η στήλη καταρρεύσει, οι καύτρες πέφτουν σε σημεία μακριά από την κύρια εστία, προκαλώντας νέες εστίες φωτιάς. «Αυτό ακριβώς συνέβη το 2021, όταν η φωτιά στην Αττική κατάφερε να περάσει την Εθνική Οδό» υπενθυμίζει ο Γιάνναρος. «Η επαγωγική στήλη κατέρρευσε και έριξε καύτρες στην απέναντι πλευρά, δημιουργώντας νέα μέτωπα».

Η πύραρχος Ντάσιου, από την πλευρά της, σημειώνει πως κατά τις πυρκαγιές του 2023 καταγράφηκαν κηλιδώσεις σε αποστάσεις έως 5 χιλιομέτρων από το κύριο μέτωπο. Με συνέπεια την εκδήλωση δευτερογενών εστιών με τρομακτική ταχύτητα και μη προβλέψιμη δυναμική.

Η κλιματική αλλαγή παίζει τον δικό της ρόλο, κάνοντας το περιβάλλον πιο ευνοϊκό για την εκδήλωση τέτοιων φαινομένων. Ομως, δεν είναι αυτή που βάζει τη φωτιά. «Η κλιματική κρίση δημιουργεί ένα ατμοσφαιρικό και οικολογικό περιβάλλον ιδανικό για την εκδήλωση πυρκαγιών, όμως δεν αποτελεί την αιτία. Μπορούμε να έχουμε ιδανικές συνθήκες, αλλά χωρίς την έναρξη – την πρώτη σπίθα – δεν θα υπάρξει φωτιά» εξηγεί.

Χρειαζόμαστε νέα εργαλεία και νέα νοοτροπία

Οι υπάρχουσες προβλέψεις βασίζονται σε κλασικούς δείκτες: καιρός, τοπογραφία, βλάστηση. Ομως, αυτές οι παράμετροι δεν επαρκούν για να προβλέψουν μια φωτιά που δημιουργεί τον δικό της καιρό. Σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο, «αυτή τη στιγμή τα μοντέλα πρόβλεψης που χρησιμοποιούνται δεν λαμβάνουν υπόψη την αλληλεπίδραση φωτιάς – ατμόσφαιρας. Χρειαζόμαστε πιο εξελιγμένα συστήματα».

Η ομάδα του Εθνικού Αστεροσκοπείου έχει ήδη ξεκινήσει σχετικές συνεργασίες, μεταξύ άλλων με το Πανεπιστήμιο Σαν Χοσέ στην Καλιφόρνια. Εκεί, επιστήμονες όπως ο Κρεγκ Κλέμεντς «κυνηγούν» τις φωτιές με εξοπλισμένα οχήματα για να τις μελετήσουν επιτόπου. Παράλληλα, από το 2023, ο κ. Γιάνναρος συντονίζει ένα ευρωπαϊκό δίκτυο έρευνας για τις ακραίες δασικές πυρκαγιές, με στόχο τη διερεύνηση και κατανόηση του φαινομένου σε βάθος.

Αντίστοιχη κατεύθυνση ακολουθεί και το Πυροσβεστικό Σώμα μέσω του έργου EWED (Extreme Wildfire Events Database), στο οποίο συμμετέχει η πύραρχος Ντάσιου. Εκεί εφαρμόζονται προηγμένες μέθοδοι παρατήρησης, όπως η χρήση sounding balloons για τη συλλογή θερμοδυναμικών δεδομένων εντός ενεργών μετώπων (Κατσιμίδι, Βαρνάβας 2024), τα οποία αξιοποιούνται σε προγνωστικά μοντέλα LES και στο υπόδειγμα CLASS για την προσομοίωση της αλληλεπίδρασης φωτιάς – εδάφους – ατμόσφαιρας.

Πρόληψη και προετοιμασία: οι δύο λέξεις – κλειδιά

Σε κάθε περίπτωση και μέχρι να μπορέσουμε να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά αυτές τις φωτιές, η πρόληψη παραμένει το πιο ισχυρό μας όπλο. «Χρειάζεται να επικεντρωθούμε στο να αποφύγουμε την εκδήλωση πυρκαγιών τις ημέρες που γνωρίζουμε πως το περιβάλλον είναι εξαιρετικά ευνοϊκό. Και παράλληλα να επενδύσουμε στη γνώση, ώστε να δημιουργήσουμε τα κατάλληλα εργαλεία πρόβλεψης», υπογραμμίζει ο Θοδωρής Γιάνναρος.

Η εμπειρία της πυράρχου Ζησούλας Ντάσιου επιβεβαιώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση των πυρκαγιών έκτης γενιάς απαιτεί μια νέα, διεπιστημονική προσέγγιση. Δεν αρκούν πια οι κλασικές μέθοδοι καταστολής· απαιτούνται ενεργή παρακολούθηση, συνεχής εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ επιχειρησιακών και επιστημονικών φορέων. Η ίδια συμμετέχει ενεργά σε διεθνή σχήματα, όπως οι ομάδες GRAF στην Καταλωνία, το ινστιτούτο Pau Costa και μηχανισμοί της Νορβηγίας, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση πολιτικών πρόληψης που βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα, τεκμηριωμένες επιχειρησιακές εμπειρίες και υψηλού επιπέδου κατάρτιση.

Οπως υπογραμμίζει, «η φωτιά πλέον δεν είναι μια έκτακτη συνθήκη· είναι μια συστημική κρίση που απαιτεί προετοιμασία και προσαρμοστικότητα. Οσο πιο γρήγορα το κατανοήσουμε αυτό, τόσο περισσότερες ζωές, υποδομές και οικοσυστήματα μπορούμε να προστατεύσουμε». Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, η πρόληψη μετατρέπεται από στρατηγική επιλογή σε ζήτημα επιβίωσης.