
Σε ένα δριμύ άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή», ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, επισημαίνει ότι η Ελλάδα διανύει περίοδο θεσμικής παρακμής και καταγγέλλει τη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ως υπεύθυνη για τη συστηματική υποβάθμιση των θεσμών της χώρας. Ο κ. Ανδρουλάκης προχωρά σε μία σειρά προτάσεων με στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Όπως αναφέρει ο ίδιος, η «κυβέρνηση Μητσοτάκη διέβη τον Ρουβίκωνα της θεσμικής αυθαιρεσίας», εγκαλώντας τον πρωθυπουργό ότι το 2019 «φόρεσε το προσωπείο του μεταρρυθμιστή και ευαγγελίστηκε επιστροφή στην ‘κανονικότητα’» έπειτα από την προηγούμενη κυβερνητική περίοδο των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Κατά τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, «η επιστροφή στην ‘κανονικότητα’, όμως, αποδείχτηκε μεθοδευμένη εξαπάτηση» και το επιτελικό κράτος εφαρμόστηκε ως «Δούρειος Ίππος» για να επιβάλει πρακτικές αυταρχισμού και αδιαφάνειας από το Μέγαρο Μαξίμου.
Ο κ. Ανδρουλάκης κατηγορεί ανοιχτά τον πρωθυπουργό ότι χρησιμοποίησε το κράτος ως προσωπικό εργαλείο, επιδιώκοντας έλεγχο των οικονομικών πόρων και χειραγώγηση τόσο των θεσμικών αντιβάρων όσο και της ενημέρωσης. Τονίζει ότι ο λαός ανέμενε ένα εντελώς νέο μοντέλο διακυβέρνησης, αφού η χώρα είχε ήδη υποστεί τις συνέπειες μιας δύσκολης οικονομικής δεκαετίας. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, την ώρα που οι πολίτες δοκιμάζονται από την ακρίβεια και την αύξηση του κόστους ζωής, «κάποιοι αρεστοί της κυβέρνησης Μητσοτάκη φρόντισαν να διατηρούν μόνιμο και ανοιχτό λογαριασμό με το δημόσιο ταμείο».
Κατηγορίες για συστηματική υποβάθμιση των θεσμών
Στη συνέχεια, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ υπογραμμίζει ως ενδεικτικό παράδειγμα την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, παρουσιάζοντάς την ως κορυφή του παγόβουνου όσον αφορά τη διανομή δημοσίου χρήματος, την ενίσχυση ολιγοπωλιακών συμφερόντων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, το ρεκόρ μετακλητών υπαλλήλων και τον κατακερματισμό των διαγωνισμών με απευθείας αναθέσεις.
Παράλληλα, ο κ. Ανδρουλάκης κατηγορεί την κυβέρνηση ότι προώθησε τη συστηματική αποδυνάμωση των θεσμικών αντιβάρων, υποβάθμισε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, αγνόησε αποφάσεις της δικαστικής εξουσίας — με κορυφαία αυτή του ΣτΕ για το ζήτημα των υποκλοπών — και χρησιμοποίησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να εμποδίσει ελέγχους ή έρευνες που αφορούν υπουργούς.
Κάνει λόγο, επίσης, για «ευτελισμό» της λειτουργίας της Βουλής και τονίζει πως «ο Πρωθυπουργός ξέχασε τι κατήγγειλε πριν από το 2019 και συμπεριφέρεται σαν να υπάρχουν μόνο εχθροί ή πειθήνιοι υπηρέτες του Μαξίμου».
Πέντε προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για ενίσχυση της Δημοκρατίας
Στον αντίποδα της σημερινής κατάστασης, ο κ. Ανδρουλάκης παρουσιάζει πέντε βασικές μεταρρυθμιστικές προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για την άμεση ενίσχυση της διαφάνειας και της δημοκρατίας:
- Αλλαγή στη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, ώστε να πάψει να αποτελεί μονοκομματική επιλογή.
- Τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών ώστε να εξαλειφθούν τα φαινόμενα ασυλίας και ατιμωρησίας.
- Απαγόρευση ανάληψης δημόσιων αξιωμάτων από συνταξιοδοτημένους δικαστές για τέσσερα χρόνια, θωρακίζοντας την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας.
- Θεσμοθέτηση ανώτατου ορίου 5% στην αξία των απευθείας αναθέσεων (επί του συνόλου των πιστώσεων της κάθε αρχής), κατάργηση περιορισμών που αφορούν συγκεκριμένες αναθέσεις και μείωση του ανώτατου ποσού στις 20.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Σύμφωνα με στοιχεία για το 2024, το 76,7% των συμβάσεων ήταν απευθείας αναθέσεις, ενώ το 55% των διαγωνισμών καταλήγουν σε έναν μόλις ανάδοχο, έναντι 32% στην υπόλοιπη ΕΕ.
- Θέσπιση στιβαρού θεσμικού πλαισίου για την καταπολέμηση του μαύρου πολιτικού χρήματος, αναδεικνύοντας ως αποκαλυπτικό παράδειγμα την υπόθεση «χρηματοδότησης της Ομάδας Αλήθειας από ιδιώτες».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ σημειώνει ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν ήδη κατατεθεί στη Βουλή ως νομοθετικές προτάσεις του κόμματός του, παρότι η ΝΔ απορρίπτει τη θέσπισή τους. Τονίζει ότι πρόκειται για παρεμβάσεις που ενισχύουν τόσο τη Δημοκρατία όσο και την αποτελεσματικότητα του κράτους.
Κάλεσμα για πολιτική αλλαγή
Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, ο κ. Ανδρουλάκης υποστηρίζει ότι «η αξιοπιστία της κυβέρνησης βρίσκεται στο ναδίρ» και εκτιμά ότι η τελευταία της προσπάθεια είναι να παρασύρει μαζί της ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, με απρόβλεπτες συνέπειες για τη σταθερότητα της χώρας. Υπογραμμίζει πως το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές να δίνει τη μάχη για πολιτική αλλαγή, τονίζοντας ότι «ο λαός απαιτεί αλλαγή πλεύσης και όχι τη διαιώνιση της αδιαφάνειας και της παρακμής».