Ο κίνδυνος

H φθορά της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού προσωπικά είναι δεδομένη, αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις και οφείλεται σε πολλούς, και πολυσυζητημένους, λόγους. Εξίσου δεδομένη είναι η αδυναμία της αντιπολίτευσης να εκμεταλλευθεί αυτή τη φθορά: λείπει ένας πειστικός πολιτικός λόγος, λείπει μια ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.

Η εικόνα αυτή ενδέχεται να αλλάξει αν και όταν ο Αλέξης Τσίπρας αποφασίσει να διεκδικήσει και πάλι την εξουσία. Ο πρώην αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει ότι το παρελθόν του – η περιπέτεια του δημοψηφίσματος, η σύνδεσή του με το τρίτο Μνημόνιο, η συνεργασία με τον Πάνο Καμμένο, η προσπάθεια ελέγχου των θεσμών – αποτελεί ένα βαρύ φορτίο. Δείχνει όμως  αποφασισμένος να παρουσιάσει ένα διαφορετικό πολιτικό αφήγημα, που θα τον βοηθήσει να καθαρίσει το όνομά του και ενδεχομένως να του στρώσει τον δρόμο για τη μεγάλη επιστροφή. Γι’ αυτό ζήτησε να δοθούν στη δημοσιότητα τα πρακτικά του 2015, γι’ αυτό έδωσε συνέντευξη στη «Monde», γι’ αυτό γράφει το βιβλίο του.

Επισήμως, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν ανησυχεί για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά εμφανίζεται και να το επιθυμεί, αφού από τη μια μεριά θα τη βοηθήσει να συσπειρώσει τους οπαδούς της κι από την άλλη θα διασπάσει την αντιπολίτευση. Ομως η ανακατάταξη του πολιτικού σκηνικού μπορεί να φέρει εκπλήξεις. Ο Τσίπρας μπορεί να κόντεψε πριν από δέκα χρόνια να βγάλει τη χώρα από το ευρώ, αλλά σήμερα εμφανίζεται ως πιο προσγειωμένος. Αν δεν φοβηθεί να κάνει μια ειλικρινή αυτοκριτική, ένα μέρος των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων ενδεχομένως να βρει στο πρόσωπό του μια διέξοδο. Αυτό δεν περνά απαρατήρητο από τα άλλα κόμματα, εξού και ανεβάζουν τους τόνους, μιλώντας για τη «χαρά των βιαστών» ή για τα «φράγκα της εξουσίας».

Ο κίνδυνος είναι τώρα αυτή η γλώσσα να γενικευτεί και, σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας αστάθειας, να εγκλωβιστούν οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις σε έναν ανταγωνισμό νέας τοξικότητας που θα είναι επικεντρωμένος στο παρελθόν. Δεν είναι κάτι που έχει ανάγκη η χώρα, δεν είναι κάτι που επιθυμούν οι ψηφοφόροι και πρέπει να αποτραπεί.