Σάλκε 04: Ο «γίγαντας» με τα… πήλινα πόδια

Στη Γερμανία, στο βόρειο τμήμα της κοιλάδας του Ρουρ, συναντάμε την πόλη Γκελζενκίρχεν. Η ομάδα της πόλης, η Σάλκε, αποτελεί έναν από τους ιστορικότερους συλλόγους του γερμανικού ποδοσφαίρου.

Ωστόσο, η ομάδα μοιάζει να έχει χάσει τον προσανατολισμό της, «εγκλωβισμένη» ανάμεσα σε χρέη, λάθη και παλιές δόξες.

Πως όμως έφτασε από τα φώτα του Champions League, στην… ομίχλη της Bundesliga 2;

Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κατάρρευσης

Πριν από λίγα χρόνια, το 2018, οι «Βασιλικοί Μπλε» τερμάτιζαν δεύτεροι πίσω από την πανίσχυρη Μπάγερν Μονάχου και ονειρευόταν ξανά Ευρώπη.

Μόλις τρία χρόνια αργότερα, έμεναν στην ιστορία για τον ταχύτερο μαθηματικό υποβιβασμό που έχει καταγραφεί ποτέ στη Bundesliga. Στις 20 Απριλίου 2021, με έξι αγωνιστικές να απομένουν, η μοίρα της ομάδας είχε ήδη «σφραγιστεί».

Η ομάδα δεν είχε καταφέρει να νικήσει για 30 συνεχόμενα παιχνίδια πρωταθλήματος, πλησιάζοντας το αρνητικό ρεκόρ της Tasmania Berlin (31 ματς χωρίς νίκη) από το μακρινό 1965.

Ταυτόχρονα ο γερμανικός τύπος έκανε λόγο για τη «χειρότερη Σάλκε όλων των εποχών».

Σήμερα, παλεύει να κρατηθεί στην κατηγορία, έχοντας περάσει μια εφιαλτική τριετία με δύο υποβιβασμούς, δεκάδες αλλαγές σε πάγκους και διοικητικές θέσεις, και ένα οικονομικό βάρος που απειλεί το ίδιο της το μέλλον.

Χρέη, λάθος επενδύσεις και απώλεια ταυτότητας

Η πτώση της Σάλκε δεν αποτελεί ξαφνικό γεγονός. Ήρθε με κακές μεταγραφές, διαδοχικές απολύσεις προπονητών, αποξένωση από τη φιλοσοφία του συλλόγου και έναν διοικητικό μηχανισμό που έμοιαζε να βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση πανικού.

Στην «καρδιά» του προβλήματος βρίσκεται το οικονομικό μοντέλο του συλλόγου. Η Σάλκε επένδυσε υπερβολικά σε παίκτες που δεν απέδωσαν, χωρίς μακροπρόθεσμο πλάνο. Την ώρα που οι υποδομές της, συνέχισαν να κοστίζουν ακριβά.

Για παράδειγμα, το 2020, η ομάδα αναγκάστηκε να ζητήσει κρατική ενίσχυση 40 εκατ. ευρώ από την κυβέρνηση της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, για να αποφύγει την πτώχευση.

Παράλληλα, η αποχώρηση του τεχνικού διευθυντή Κρίστιαν Χάιντελ, σήμανε και το τέλος μιας σχετικά οργανωμένης εποχής.

Μόνο τη σεζόν 2020–21, ο σύλλογος άλλαξε πέντε προπονητές και συγκέντρωσε μόλις 16 βαθμούς σε 34 ματς.

Καταλυτικό παράγοντα αποτέλεσε και η πανδημία του COVID. Την περίοδο εκείνη, τα χρέη εκτοξεύθηκαν (άνω των 200 εκατ. ευρώ σύμφωνα με εκτιμήσεις), η «Veltins-Arena»… βυθίστηκε στη σιωπή χωρίς φιλάθλους, και το μοντέλο λειτουργίας της ομάδας κατέρρευσε με πάταγο.

Η «βαριά» κληρονομιά

Η Σάλκε δεν είναι ένας απλός σύλλογος. Είναι σύμβολο μιας ολόκληρης περιοχής, του βιομηχανικού βορρά, με τις εργατικές συνοικίες και τα ανθρακωρυχεία.Είναι ταυτότητα για την εργατική τάξη του Ρουρ, μια ομάδα-σύμβολο με 7 πρωταθλήματα, 5 Κύπελλα και μια χρυσή φουρνιά ακαδημιών που κάποτε ανέδειξε παίκτες όπως ο Νόιερ, ο Οζίλ, ο Γκορέτσκα και ο Χέβεντες.

Οι ρίζες της φτάνουν πίσω στο 1904. Διατηρεί έναν από τους πιο πιστούς πυρήνες φιλάθλων στην Ευρώπη. Ακόμη και στη 2η κατηγορία της Γερμανίας, κόβει κατά μέσο όρο πάνω από 60.000 εισιτήρια ανά παιχνίδι.

Το παραδοσιακό της ντέρμπι με την Ντόρτμουντ (Revierderby) είναι από τα πιο φανατισμένα, με κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές διαστάσεις

Αλλά τα τελευταία χρόνια, φάνηκε ξεκάθαρα ότι η ιστορία δεν παίζει μπάλα. Ο ρομαντισμός δεν «σώζει» ομάδες όταν λείπει ο ρεαλισμός.

Το «στοίχημα» της αναγέννησης

Πλέον ο σύλλογος καλείται να βρει ξανά την ποδοσφαιρική του ταυτότητα.

Έχει ξεκινήσει μια διαδικασία ανανέωσης, με περισσότερη εμπιστοσύνη σε νεαρούς παίκτες και πιο αυστηρή οικονομική πολιτική. Όμως η πίεση είναι ασφυκτική και η υπομονή λίγη.

Η «πτώση» της Σάλκε είναι ένα ποδοσφαιρικό μάθημα για το πώς οι λάθος αποφάσεις, ο εσωτερικός διχασμός και η αποσύνδεση από τις ρίζες μπορούν να ρίξουν ακόμα και τους πιο ένδοξους συλλόγους στο κενό.

Το ερώτημα είναι αν αυτός ο «γίγαντας» έχει ακόμα δυνάμεις να σταθεί ξανά, αυτή τη φορά χωρίς… πήλινα πόδια!