
Μια από τις πιο ακριβές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και για το 2024 παραμένει η Ελλάδα ως προς τις λιανικές τιμές πώλησης των οινοπνευματωδών ποτών (αλκοολούχα, μπίρα, οίνος) σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat, Ιούνιος 2025), γεγονός που αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα αναφορικά με ανταγωνίστριες τουριστικά χώρες.
Στοιχεία που επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ) δείχνουν ότι η Ελλάδα εμφανίζει δείκτη τιμών 154, ο οποίος είναι κατά 54% υψηλότερος έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου και βρίσκεται στην τριάδα των πιο ακριβών χωρών – μάλιστα είναι η ακριβότερη χώρα μεταξύ των μεσογειακών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών όπως η Κροατία (με δείκτη τιμών 125,6), η Μάλτα (με 125,3), η Κύπρος (με 119,2), η Πορτογαλία (με 109,1), η Γαλλία (με 102,3), η Ισπανία (με 90,5) και η Ιταλία (με 83,9).
Η θέση αυτή που κατέχει η Ελλάδα, σύμφωνα με τους ανθρώπους της αγοράς, εξηγείται από τον πολύ υψηλό Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) των αλκοολούχων ποτών που ισχύει στη χώρα μας και τον ΦΠΑ, που ανεβάζουν σημαντικά το κόστος για τον τελικό καταναλωτή, δημιουργώντας παράλληλα κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη του παράνομου εμπορίου.
Είναι ενδεικτικό ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης των αλκοολούχων ποτών (σε απόλυτες τιμές) είναι κατά 35% υψηλότερος του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σε σύγκριση με χώρες που προσφέρουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν, η Ελλάδα είναι πρωταθλητής καθώς έχει κατά 1.190 ευρώ υψηλότερο ΕΦΚ από τη Μάλτα, 651 ευρώ υψηλότερο από τη Γαλλία και πάνω από 1.500 ευρώ από Ιταλία, Ισπανία Κροατία και Κύπρο.
Σύμφωνα με τον ΣΕΑΟΠ, ο ΕΦΚ τα τελευταία χρόνια (ύστερα από διαδοχικές αυξήσεις) συνδυαστικά με τον ΦΠΑ αποτελούν το 55% της τελικής τιμής ενός τυπικού αλκοολούχου ποτού, ενώ αντιπροσωπεύουν το 50% στο τσίπουρο και την τσικουδιά και το 57% στο ούζο.