18 χρόνια κατσίκα

Τον Αύγουστο του 2007 ερωτεύτηκα μια κατσίκα. Το συγκεκριμένο γεγονός συνέβη καθώς απομακρυνόμουν από την Απείρανθο, αυτό το πετρόκτιστο ορεινό χωριό της Νάξου, συνοδευόμενος από την τότε ασιατικής καταγωγής σύντροφό μου. Οσο γραφική ή επιτηδευμένη κι αν ακούγεται αυτή η δήλωση, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο απ’ το να σας διαβεβαιώσω ότι πρόκειται για την αλήθεια. Η ιστορία ξεκίνησε όταν αγοράσαμε ένα καλαθάκι σύκα από μια υπέργηρη κάτοικο του χωριού. Επρόκειτο για νοστιμότατα φρούτα, το εν λόγω καλαθάκι πρέπει να είχε πάνω από είκοσι μέσα και αμέσως όταν έφτασε στα χέρια μας, δοκιμάσαμε και ενθουσιαστήκαμε. Καθώς όμως στρίβαμε προς την κατεύθυνση που μας περίμενε το λεωφορείο για να επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα του νησιού (η οποία πληροφοριακά σας ενημερώνω απέχει από την Απείρανθο περίπου τριάντα χιλιόμετρα), την είδα. Ηταν ένα πλάσμα αδιανόητης γλυκύτητας. Τα μάτια της ικέτευαν για λίγη συντροφιά και εκείνη η άσπιλη αθωότητα στο ύφος της τρύπησε την καρδιά μου με τόσο ευθύβολο και αφοπλιστικό τρόπο. Δεν γνωρίζω αν όλο αυτό ήταν ένα μεταφυσικό παιχνίδι της μοίρας, όμως αμέσως βεβαιώθηκα ότι εκείνη η συγκεκριμένη κατσίκα θα αποτελούσε από εκείνη τη μέρα ένα αναπόσπαστο κομμάτι του συναισθηματικού μου σύμπαντος. Την πλησίασα με ορθάνοιχτη καρδιά και μάτια και ομολογουμένως κάπως πληγώθηκα όταν αντιλήφθηκα ότι είχε εστιάσει στα σύκα και όχι τόσο σε μένα. Πήγαμε πολύ κοντά της και της προσφέραμε ένα από τα φρούτα. Το έφαγε με φοβερή όρεξη, με μια πολύ χαριτωμένη παλινδρόμηση των χειλιών της. Για να μη μείνουμε πολύ σ’ αυτό, έφαγε όλο το καλαθάκι. Η συγκίνησή μου ήταν μεγάλη. Οχι, δεν ήταν απ’ αυτές τις περιπτώσεις που απλώς τρέφει κανείς τρυφερότητα για ένα ζωάκι, δεν ήταν αυτό χωρίς δεύτερη σκέψη. Ηταν κάτι πολύ βαθύτερο.

Κάποια στιγμή έπρεπε να γυρίσουμε στο λεωφορείο. Ημουν υποχρεωμένος να την αποχαιρετήσω, και το έκανα με απερίγραπτη απροθυμία. Πιστέψτε με, μέχρι να χαθεί απ’ το οπτικό μας πεδίο, με κοιτούσε χωρίς να τραβήξει το βλέμμα της από πάνω μου, όσο εγώ είχα γυρίσει το κεφάλι μου και την αναζητούσα, παρά τις προτροπές της συντρόφου μου ότι έπρεπε να βιαστούμε. Φύγαμε. Θυμάμαι ότι η νύχτα που ακολούθησε ήταν εφιαλτική. Δεν άκουγα τους υπόλοιπους γύρω μου, δεν είχα καμία διάθεση για κοινωνικές συναναστροφές, μου είχε κοπεί επίσης η όρεξη. Προφασίστηκα ότι πονούσε λίγο το στομάχι μου και δεν κίνησα υποψίες. Το σκοτάδι της νύχτας, που φωτιζόταν κάθε τόσο από τη λάμψη του πελαγίσιου φεγγαριού, με βρήκε ξαπλωμένο ανάσκελα να κοιτάζω το ταβάνι, ενώ δίπλα μου κούρνιαζε το κορίτσι από την Απω Ανατολή. Οχι, δεν ήμουν τυφλός, έβλεπα καθαρά. Κι αυτό που αντίκριζαν τα φτωχά μου μάτια δεν ήταν απλώς ένα παιδαριώδες καπρίτσιο, ένα αστείο από τον εαυτό μου προς τον εαυτό μου, ένα παιχνίδι για να θολώσω λίγο το προβλέψιμο τοπίο των ημερών μου. Τι έβλεπα μέσα σε αυτήν την κατσικούλα; Εβλεπα όλη τη μέχρι τότε ζωή μου, ήταν ένας πολύτιμος καθρέφτης που χώρεσε την ολοζώντανη αγάπη που έκρυβα για ένα ζωντανό πλάσμα, αγάπη που δεν γνώριζα ότι υπήρχε μέσα στο αίμα μου που κόχλαζε μέσα στη ματαιότητα μιας αθόρυβης ζωής. Εγώ πάσχιζα να αποκοιμηθώ, βουλιαγμένος στον βούρκο αυτών των σκέψεων που είχαν εξαντλήσει κάθε ζωντανό μου κύτταρο κι εκείνη θα ήταν μόνη της, πίσω από έναν φράχτη, στο μικρό οικόπεδο της Απειράνθου. Τι θα σκεφτόταν άραγε όσο εγώ αποχαιρετούσα την προηγούμενη ζωή μου; Γιατί ακριβώς αυτό έγινε.

Η επιστροφή μου στην Αθήνα ήταν η εκκίνηση για την επανένωσή μου μαζί της. Θα γύριζα στη Νάξο, αυτό ήταν αυτονόητο. Ξεκίνησα σχολαστικά να μελετάω ό,τι έβρισκα για τις κατσίκες. Το ζήτημα δεν ήταν να επιστρέψω και να τη βρω απλώς, ήθελα να επικοινωνήσω μαζί της. Να μιλήσουμε, τέλος πάντων. Αγόρασα κάθε βιβλίο που θα μπορούσε να με διαφωτίσει για τη φύση της, διέτρεξα αμέτρητες διαδικτυακές πληροφορίες για να πετύχω τον στόχο μου. Πολύ γενικά θα πω για όποιους ενδιαφέρονται να προσεγγίσουν κάποια κατσίκα, ότι ο ασφαλέστερος τρόπος είναι να την πλησιάσεις με ηρεμία, κρατώντας στα χέρια σου λίγη τροφή. Η αλληλεπίδραση θα επιτευχθεί μόνο με ήπιες κινήσεις και υπομονή. Να πω εδώ ότι οι κατσίκες είναι ζώα κοινωνικά και τους αρέσει να βρίσκονται ανάμεσα σε παρέα, συνεπώς αν θέλετε να συναντήσετε κάποια μόνη της, αυτό θα είναι αρκετά δυσκολότερο. Και σαφώς κάθε κατσίκα έχει τη δική της προσωπικότητα, μπορεί να είναι πολύ φιλική ή να μη θέλει πολλά πολλά, να φοβάται ή να είναι πρόσχαρη και γενναία, να είστε έτοιμοι για όλα.

Ηρθε κι έφυγε ο χειμώνας. Είχαν περάσει πλέον μήνες από εκείνη την ευλογημένη μέρα που τη συνάντησα. 9 Μαρτίου, ημέρα Κυριακή, ταξίδεψα για τη Νάξο. Εφτασα στο λιμάνι και πήρα ένα ταξί για Απείρανθο. Ετρεμα ολόκληρος μέχρι να στρίψω τη γωνία, δεν είχα καμία αμφιβολία για το πού ακριβώς βρισκόμουν, το μέρος είχε λεπτομερώς καταγραφεί μέσα μου. Οταν πια βρισκόμουν ακριβώς πριν από τη στροφή για το οικόπεδο, πήρα μια βαθιά ανάσα και έστριψα. Ηταν εκεί. Ημουν βέβαιος. Την πλησίασα με αργό, σταθερό βήμα. Με κοιτούσε. Πήγα κοντά της. Ενα κύμα χαράς και στοργής ξεχύθηκε από τον εγκέφαλό μου. «Γεια σου», της είπα, «ήρθα, δεν σε ξέχασα».