OpenAI: Έτοιμη να πουλήσει μετοχές εργαζομένων αξίας 500 δισ. δολαρίων

Η νέα αυτή εξέλιξη σηματοδοτεί ραγδαία αύξηση της αξίας για τον αμερικανικό κολοσσό της τεχνητής νοημοσύνης, ο οποίος πρωτοστατεί στις εξελίξεις του κλάδου παγκοσμίως.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η OpenAI επιχειρεί να αντλήσει νέα κεφάλαια δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω δευτερογενούς πώλησης μετοχών. Επενδυτές όπως η Thrive Capital έχουν ήδη προσεγγίσει την εταιρεία προκειμένου να αποκτήσουν μετοχές που ανήκουν σε μέλη του προσωπικού. Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι οι συνομιλίες παραμένουν εμπιστευτικές και κανείς από τους εκπροσώπους των εταιρειών δεν έχει προβεί σε δημόσια τοποθέτηση.

Σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία, η αποτίμηση της OpenAI θα αυξηθεί κατά περίπου δύο τρίτα σε σχέση με την προηγούμενη αποτίμηση των 300 δισ. δολαρίων, η οποία είχε προκύψει μετά από επενδυτικό γύρο ύψους 40 δισ. δολαρίων με επικεφαλής τη SoftBank Group Corp. Η εταιρεία παραμένει έτσι μία από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές εταιρείες παγκοσμίως.

Επιτυχίες στη χρηματοδότηση και ισχυρή επενδυτική ζήτηση

Η OpenAI ανακοίνωσε πρόσφατα ότι εξασφάλισε 8,3 δισ. δολάρια από μια ισχυρή ομάδα επενδυτών στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης του συναφούς γύρου χρηματοδότησης. Η ζήτηση για τις μετοχές της ξεπέρασε τις προσδοκίες, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, ο γύρος υπερκαλύφθηκε σχεδόν πέντε φορές. Η εξασφάλιση των κεφαλαίων αυτών επιτεύχθηκε νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που είχε τεθεί αρχικά.

Στις ΗΠΑ, οι μεγάλες startups συχνά προχωρούν σε δευτερογενείς πωλήσεις μετοχών προκειμένου να ανταμείψουν και να διατηρήσουν ταλαντούχα στελέχη, αλλά και για να προσελκύσουν νέους επενδυτές. Η OpenAI, με τον επικεφαλής της Σαμ Άλτμαν, επιδιώκει να αξιοποιήσει την αυξανόμενη επενδυτική ζήτηση ώστε να ενισχύσει τη ρευστότητα των εργαζομένων και να αντικατοπτρίσει την αλματώδη ανάπτυξη της εταιρείας.

Διαρροές προσωπικού και ανταγωνισμός στην «κούρσα» ΤΝ

Τους τελευταίους μήνες, η OpenAI έχει βρεθεί αντιμέτωπη με απώλειες σημαντικών μελών της ερευνητικής της ομάδας, τα οποία μετακινήθηκαν στη Meta Platforms Inc. Η Meta προσελκύει συστηματικά κορυφαία ταλέντα από ανταγωνιστές, ανάμεσά τους και την Apple, προσφέροντας ιδιαίτερα υψηλά πακέτα αποδοχών. Η δευτερογενής πώληση μετοχών αποτελεί εργαλείο για την OpenAI προκειμένου να δημιουργήσει κίνητρα παραμονής για τους εργαζομένους της που δέχονται δελεαστικές εξωτερικές προσφορές.

Η πρόοδος της OpenAI στην ανάπτυξη συστημάτων ΤΝ ξεχωρίζει το τελευταίο διάστημα, με το ChatGPT να ανοίγει νέα εποχή στην τεχνητή νοημοσύνη και την εταιρεία να κυκλοφορεί δύο δυναμικά ανοιχτά μοντέλα που προσομοιώνουν την ανθρώπινη λογική. Παράλληλα, ετοιμάζει το νέο μοντέλο GPT-5, εντείνοντας τον ανταγωνισμό με διεθνείς παίκτες όπως η DeepSeek από την Κίνα που επίσης προωθεί ανοικτές λύσεις AI.

Εκρηκτική άνοδος χρηστών και στρατηγικές εξαγορές

Η OpenAI ανακοίνωσε ότι το ChatGPT αναμένεται να φτάσει τους 700 εκατ. ενεργούς χρήστες σε εβδομαδιαία βάση, από 500 εκατ. στα τέλη Μαρτίου, ενώ οι καθημερινές αλληλεπιδράσεις με την εφαρμογή ξεπερνούν τα 3 δισ. μηνύματα. Επιπλέον, η εταιρεία προχώρησε σε συμφωνία για την εξαγορά startup συσκευών AI που συνίδρυσε ο πρώην σχεδιαστής της Apple, Jony Ive, έναντι σχεδόν 6,5 δισ. δολαρίων σε μετοχές, με στόχο τη στρατηγική διεύρυνση στον χώρο του hardware.

Παρά την εντυπωσιακή ανάπτυξη, η OpenAI βρίσκεται ταυτόχρονα σε εντατικές συζητήσεις για τον μελλοντικό χαρακτήρα της ως εταιρεία με κερδοσκοπικό προσανατολισμό, μια διαδικασία που διαρκεί εδώ και αρκετούς μήνες.

Η στάση της Microsoft και η επαναδιαπραγμάτευση της συνεργασίας

Η Microsoft Corp., με συνολικές επενδύσεις ύψους 13,75 δισ. δολαρίων στην OpenAI και δικαιώματα χρήσης της πνευματικής της ιδιοκτησίας, διαδραματίζει ρόλο κομβικού εταίρου αλλά και «επιφυλακτικού». Το σημείο τριβής ανάμεσα στις δύο εταιρείες αφορά το ακριβές ποσοστό της Microsoft στη νέα δομή της OpenAI.

Οι συζητήσεις έχουν πλέον επεκταθεί στην επαναδιαπραγμάτευση της στρατηγικής τους σχέσης, με τη Microsoft να επιζητεί εγγυήσεις ώστε να μην αποκοπεί απροειδοποίητα από την πρόσβαση στην τεχνολογία της OpenAI πριν τη λήξη της υφιστάμενης συμφωνίας το 2030.