Διεθνής Τύπος: Ουκρανία και Γάζα ξανά στα διεθνή πρωτοσέλιδα

Η συζήτηση γύρω από το μέλλον της Ουκρανίας βρέθηκε στο επίκεντρο του διεθνούς Τύπου αυτήν την εβδομάδα.

Ο δυτικός Τύπος παρουσίασε την ανάγκη μιας «ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφαλείας» μετά από μια πιθανή εκεχειρία, όπου η Ευρώπη θα πρέπει να αναλάβει το κύριο βάρος της αποτροπής μιας νέας ρωσικής επιθετικότητας. Με προτάσεις που κυμαίνονται από τη θωράκιση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας έως την ανάπτυξη ευρωπαϊκών δυνάμεων πέριξ της Ουκρανίας, ο Τύπος επιμένει ότι η σταθερότητα της ηπείρου εξαρτάται από την ασφάλεια του Κιέβου.

Παράλληλα, ο διεθνής Τύπος εστίασε και στις νέες «συμμαχίες των απρόσμενων»: ο βρετανικός Τύπος εστίασε στο τρίγωνο Κίνας–Ρωσίας–Βόρειας Κορέας που σχηματίζεται ενάντια στον αμερικανικό ηγεμονισμό και την επιθετική ρητορική του Τραμπ. Ο δε, γαλλικός Τύπος επέλεξε να συζητήσει τις τρέχουσες εξελίξεις υπό μια μάλλον ασυνήθιστη οπτική γωνία συνδέοντας την υγεία και τη σωματική εικόνα των Σι και Πούτιν με τη σταθερότητα των καθεστώτων τους. Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στα σύνορα Πολωνίας-Ρωσίας, ο ευρωπαϊκός Τύπος εστίασε επίσης στα drones της Μόσχας, τα οποία βρίσκονται σε δυνητική απόσταση όχι μόνο από τη Βαρσοβία αλλά και από το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες ή και το Παρίσι.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Τύπος της Μέσης Ανατολής ανέλυσε την ισραηλινή επίθεση στην Ντόχα, με τον ισραηλινό Τύπο να προειδοποιεί ότι η τακτική εξόντωσης ηγετών της Χαμάς παρατείνει τον πόλεμο, ενώ η Τύπος του Κατάρ τόνισε ότι η ενέργεια υπονομεύει την ίδια τη διεθνή μεσολάβηση. Ακόμη, η παγκόσμια προσοχή στράφηκε αυτήν την εβδομάδα στο Νεπάλ, όπου η Γενιά Ζ εξεγείρεται μετά το κυβερνητικό «μπλακ-άουτ» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και οι ειρηνικές διαδηλώσεις έχουν καταλήξει σε αιματηρή καταστολή. Παράλληλα, στην Ασία, η απομόνωση της Ταϊβάν από τη διεθνή αεροπορική συνεργασία επαναφέρει φόβους για την ασφάλεια των πτήσεων, ενώ πίσω στη γηραιά ήπειρο Ρωσία και Πολωνία διασταυρώνουν κατηγορίες μετά την πιο μαζική παραβίαση εναέριου χώρου ΝΑΤΟ από drones.

Ο δυτικός Τύπος

Το άρθρο «Ένας καλύτερος τρόπος για να εγγυηθεί η Ευρώπη την ασφάλεια της Ουκρανίας», που δημοσιεύτηκε στο Foreign Affairs στις 10 Σεπτεμβρίου από τον Ivo H. Daalder, αναλύει το πώς η Ευρώπη μπορεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην ασφάλεια της Ουκρανίας μετά από μια πιθανή εκεχειρία με τη Ρωσία. Ο συγγραφέας υπογραμμίζει ότι παρότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα αποτελούσε την ισχυρότερη εγγύηση, η κυβέρνηση Τραμπ την απορρίπτει και αναμένει ότι η Ευρώπη θα είναι εκείνη που θα πρέπει να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ευρωπαίοι καλούνται να αναπτύξουν στρατηγικές που θα καταστήσουν την Ουκρανία ένα «ατσάλινο σκαντζόχοιρο» – μια χώρα με ισχυρές αμυντικές δυνατότητες ικανές να αποτρέψουν την πιθανή μελλοντική ρωσική επιθετικότητα. Η πρόταση του Daalder στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: ενίσχυση των ίδιων των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας· ανάπτυξη σημαντικών ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων ξηράς, αέρος και θάλασσας εντός ή γύρω από την Ουκρανία· και, μακροπρόθεσμα, την ένταξη της Ουκρανίας στην Ε.Ε. και τελικά στο ΝΑΤΟ. Ο συγγραφέας τονίζει ότι η Ρωσία δεν μπορεί να έχει λόγο στις μελλοντικές επιλογές ασφαλείας της Ουκρανίας, ενώ προειδοποιεί ότι η πραγματική δέσμευση της Ευρώπης απαιτεί απτή στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη. Μια ασφαλής και ανεξάρτητη Ουκρανία, καταλήγει, είναι προϋπόθεση για τη σταθερότητα και την ασφάλεια όλης της Ευρώπης.

«Η επιθετικότητα του Τραμπ ωθεί τον Σι, τον Πούτιν και τον Κιμ να συμμαχήσουν – και διαλύει την παλιά παγκόσμια τάξη» είναι ο τίτλος της ανάλυσης του Simon Tisdall που δημοσιεύτηκε στην The Guardian (ημερομηνία πρόσβασης 10 Σεπτεμβρίου), η οποία εξετάζει πώς η στάση του Ντόναλντ Τραμπ συμβάλλει στη σύσφιγξη σχέσεων ανάμεσα στην Κίνα, τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα. Η στρατιωτική παρέλαση στο Πεκίνο, όπου οι τρεις ηγέτες εμφανίστηκαν πλάι-πλάι, προβλήθηκε ως μήνυμα ισχύος απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και ως ένδειξη της φιλοδοξίας του Σι Τζινπίνγκ να τοποθετήσει την Κίνα στο κέντρο ενός νέου παγκόσμιου συστήματος. Το γεγονός συνοδεύτηκε από επιβλητικές εικόνες στρατιωτικής δύναμης, ενώ τα νέα όπλα κατέδειξαν την επιτάχυνση της κινεζικής πορείας προς την στρατιωτική ισοτιμία με την Ουάσιγκτον. Ο Tisdall τονίζει ότι η συμπεριφορά του Τραμπ –επιθετική, τιμωρητική και συχνά προσβλητική προς τους συμμάχους και τους αντιπάλους του– ενισχύει την τάση χωρών να στραφούν προς την Κίνα. Παρά την επίδειξη ενότητας, η συνεργασία του τριγώνου βασίζεται περισσότερο στην κοινή αντίθεση προς την αμερικανική ηγεμονία και το δυτικοκεντρικό οικονομικό σύστημα παρά σε ουσιαστικό ιδεολογικό ή θεσμικό υπόβαθρο. Καταλήγει πως το νέο μπλοκ, σε συνδυασμό με τον απομονωτισμό και τον μηδενισμό του Τραμπ, προμηνύει σοβαρούς κινδύνους για τη διεθνή σταθερότητα, θυμίζοντας τους «τέσσερεις καβαλάρηδες της Αποκάλυψης».

Στο άρθρο με τίτλο «Ο Σι Τζινπίνγκ και ο Βλαντιμίρ Πούτιν μοιράζονται μια κομμουνιστική γοητεία με την καταπολέμηση της φθοράς του σώματος», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Le Monde στις 9 Σεπτεμβρίου από τη Sylvie Kauffmann, αναλύεται η κοινή εμμονή των δύο ηγετών με τη φυσική υγεία και τη μακροζωία ως θεμελιώδες στοιχείο της πολιτικής τους εξουσίας. Η Kauffmann υποστηρίζει ότι, τόσο για τον Πούτιν όσο και για τον Σι, η διατήρηση μιας εικόνας αιώνιας νεότητας και ακμαιότητας δεν είναι απλώς προσωπική υπόθεση, αλλά συνδέεται άμεσα με τη σταθερότητα και τη δύναμη των αυταρχικών καθεστώτων τους. Η συγγραφέας επισημαίνει ότι αυτή η προσήλωση έχει τις ρίζες της σε μια ιστορική «κομμουνιστική γοητεία» και εμμονή με την ιδέα της καταπολέμησης της σωματικής παρακμής. Οι δύο ηγέτες προβάλλουν συστηματικά τον εαυτό τους ως πρότυπα φυσικής κατάστασης – ο Πούτιν μέσω των αθλητικών του δραστηριοτήτων και ο Σι μέσα από μια προσεκτικά ελεγχόμενη δημόσια εικόνα υγείας. Αυτή η στρατηγική στοχεύει στην καλλιέργεια της αντίληψης ότι, όσο οι ηγέτες παραμένουν ισχυροί και υγιείς, άλλο τόσο θα παραμένει και το κράτος που κυβερνούν. Η φθορά του σώματος του ηγέτη εξισώνεται συμβολικά με την αποσύνθεση του ίδιου του καθεστώτος, καθιστώντας την καταπολέμησή της ύψιστη πολιτική προτεραιότητα.

Σε είδηση με τίτλο «Απειλούνται οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες από τα ρωσικά καμικάζι drones;» – (10 Σεπτεμβρίου), από τους Johanna Urbancik, Aleksandra Galka Reczko και Mateusz Jaroński, το δίκτυο Euronews ανέφερε ότι την Τετάρτη, ο πολωνικός στρατός κατέρριψε για πρώτη φορά ρωσικά επιθετικά drones πάνω από έδαφος του ΝΑΤΟ. Καταρρίφθηκαν συνολικά 19 drones, τα οποία εκτοξεύθηκαν κυρίως από τη Λευκορωσία. Αν και δεν υπήρξαν θύματα, σημειώθηκαν σοβαρές υλικές ζημιές. Ο Πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ χαρακτήρισε το περιστατικό μια απειλή την οποία η Συμμαχία λαμβάνει υπόψιν «πολύ σοβαρά». Η Βαρσοβία ενεργοποίησε το Άρθρο 4 του ΝΑΤΟ για διαβουλεύσεις, ενώ παράλληλα κατήγγειλε τη Λευκορωσία για συνεργασία με τη Μόσχα. Τα ιρανικής κατασκευής Shahed, επονομαζόμενα στη Ρωσία ως Geran‑2, έχουν επιχειρησιακή εμβέλεια έως 2.500 χλμ, γεγονός που τα φέρνει σε δυνητική απόσταση όχι μόνο από τη Βαρσοβία αλλά και από το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες ή και το Παρίσι. Ωστόσο, η διάβασή τους απαιτεί υπέρβαση πολλών χωρικών εναέριων ζωνών, εκθέτοντάς τα σε έγκαιρη αναχαίτιση. Η οικονομική ασυμμετρία αποτελεί ωστόσο ένα βασικό πρόβλημα καθώς κάθε drone κοστίζει μόλις 17.000–43.000 ευρώ, ενώ η κατάρριψή του με πανάκριβα μαχητικά ή συστήματα αεράμυνας θεωρείται δυσανάλογη. Η Πολωνία για παράδειγμα ενεργοποίησε μαχητικά F‑35, F‑16, ελικόπτερα και επίγεια συστήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρώην στρατηγός Μπεν Χότζες προειδοποίησε ότι το ΝΑΤΟ δεν είναι έτοιμο και ότι χρειάζονται επειγόντως κοινές ασκήσεις αεράμυνας. Το συγκεκριμένο περιστατικό επιβεβαιώνει ότι τα drones έχουν μετατραπεί πλέον σε «φθηνούς πυραύλους κρουζ» που δοκιμάζουν την ταχύτητα αντίδρασης, την επιχειρησιακή ετοιμότητα και την ενότητα του ΝΑΤΟ.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Στο άρθρο γνώμης με τίτλο «Η εξόντωση της ηγεσίας της Χαμάς δεν θα τερματίσει τον πόλεμο ούτε θα φέρει πίσω τους ομήρους», που δημοσιεύτηκε στο Ynet (ημερομηνία πρόσβασης 11 Σεπτεμβρίου), ο συγγραφέας Liran Friedmann αναλύει τις συνέπειες του ισραηλινού χτυπήματος στη Ντόχα. Ο Friedmann υποστηρίζει ότι, αν και το χτύπημα ήταν ηθικά δικαιολογημένο εναντίον των εγκεφάλων της 7ης Οκτωβρίου, εγείρει το κρίσιμο ερώτημα του τι πραγματικά επιτυγχάνει. Αντί να φέρνει το τέλος του πολέμου, η ενέργεια αυτή κινδυνεύει να τον παρατείνει και να τον κάνει πιο αιματηρό. Το σημαντικότερο, θέτει τους ομήρους σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο, καθώς η Χαμάς μπορεί να απαντήσει με αντίποινα εναντίον τους. Το χτύπημα υπονομεύει επίσης τις διπλωματικές προσπάθειες, καθώς έλαβε χώρα στο Κατάρ, μια χώρα μεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις, θέτοντας σε κίνδυνο έναν κρίσιμο δίαυλο επικοινωνίας. Για το ισραηλινό κοινό, η πράξη αυτή δεν φέρνει αίσθημα νίκης, αλλά φόβο για έναν πόλεμο χωρίς τέλος. Ο συγγραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ απέδειξε για άλλη μια φορά τη στρατιωτική του ισχύ, αλλά απέτυχε να επιδείξει μια στρατηγική που να οδηγεί στην απελευθέρωση των ομήρων ή στον τερματισμό της σύγκρουσης.

Το άρθρο «Ο έντιμος μεσολαβητής… βάζει τη διεθνή κοινότητα στη ζυγαριά της δικαιοσύνης», που δημοσιεύτηκε στην Al Sharq στις 10 Σεπτεμβρίου από τη Hadeel Rashed, εξετάζει την ισραηλινή επίθεση στην Ντόχα με στόχο στελέχη της Χαμάς και τις πολιτικές της συνέπειες. Η επίθεση χαρακτηρίζεται ως κατάφωρη παραβίαση της κυριαρχίας του Κατάρ, κράτους με καίριο ρόλο στη διαμεσολάβηση για τον τερματισμό της παλαιστινιο-ισραηλινής σύρραξης και την απελευθέρωση αιχμαλώτων. Η κίνηση αυτή επιδείνωσε τη διεθνή απομόνωση του Ισραήλ και εξέθεσε το δίλημμα της ισραηλινής πολιτικής μεταξύ κλιμάκωσης και διπλωματίας. Παράλληλα, έθεσε σε κίνδυνο τη διαδικασία διαπραγματεύσεων που βρισκόταν σε εξέλιξη υπό αμερικανική αιγίδα. Η αρθρογράφος υπογραμμίζει ότι η επίθεση δεν είναι απλώς στρατιωτική πράξη, αλλά πλήγμα ενάντια στον πυρήνα της διεθνούς μεσολάβησης. Η στρατηγική του Ισραήλ να προσφεύγει σε δολοφονίες και αιφνιδιαστική βία όταν αποτυγχάνει διπλωματικά, θεωρείται επικίνδυνη για την περιφερειακή σταθερότητα. Το Κατάρ από τη μεριά του, αναδεικνύεται ως πρότυπο ουδέτερης και υπεύθυνης διπλωματίας, που θέτει το κοινό καλό υπεράνω στενών πολιτικών συμφερόντων. Το άρθρο καταλήγει πως η διεθνής κοινότητα οφείλει να υιοθετήσει άμεσες και ουσιαστικές ενέργειες για την υπεράσπιση της κυριαρχίας του Κατάρ και για την προστασία της διεθνούς διαδικασίας ειρήνευσης, καθώς η αδράνεια ισοδυναμεί με συγκάλυψη.

Ο Τύπος της Ασίας

Κάτω από τον τίτλο «Η πανεθνική διαμαρτυρία της Γενιάς Ζ: Η σκληρή καταστολή της κυβέρνησης», η αγγλόφωνη, νεπαλέζικη εφημερίδα The Himalayan Times στις 11 Σεπτεμβρίου φιλοξένησε την παρέμβαση του Jiba Raj Pokharel. Το άρθρο περιγράφει τις μαζικές κινητοποιήσεις της Γενιάς Ζ στο Νεπάλ, που ξέσπασαν μετά την απαγόρευση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από την κυβέρνηση. Οι διαδηλώσεις, που ξεκίνησαν ειρηνικά εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη την χώρα, οδηγώντας σε τουλάχιστον 14 νεκρούς λόγω της αστυνομικής καταστολής με σφαίρες καουτσούκ και χημικά. Η στάση της κυβέρνησης επικρίνεται ως αυταρχική και αδιάλλακτη, με τον πρωθυπουργό να υποβαθμίζει τα αιτήματα των νέων και να τα παρουσιάζει ως ζήτημα «μερικών θέσεων εργασίας». Παράλληλα, η απόφαση για ξαφνικό κλείσιμο των πλατφορμών δημιούργησε σοβαρές δυσκολίες στην καθημερινότητα, από την επικοινωνία ασθενών μέχρι την εργασία εξ αποστάσεως. Το άρθρο κρούει τον κώδωνα του κινδύνου κάνοντας συγκρίσεις με τις εξεγέρσεις σε Σρι Λάνκα και Μπαγκλαντές, όπου η αδιαφορία των ηγετών οδήγησε στην πτώση των κυβερνήσεων. Η Γενιά Ζ δεν αμφισβητεί τη δημοκρατία, αλλά αντιτίθεται στη διαφθορά και στη διαρκή κυριαρχία των ίδιων πολιτικών. Ο αρθρογράφος υποστηρίζει πως οι κυβερνήσεις πρέπει να μάθουν από το παρελθόν: η καταστολή και το κλείσιμο της επικοινωνίας οδηγούν αναπόφευκτα σε πολιτική κατάρρευση. Ως λύση προτείνει παραίτηση της σημερινής ηγεσίας και τον σχηματισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης με εκπροσώπους της Γενιάς Ζ υπό την καθοδήγηση σεβαστών προσωπικοτήτων, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών.

Κύριο άρθρο Taipei Times που δημοσιεύτηκε στις 11 Σεπτεμβρίου με τον τίτλο «Το Πεκίνο θέτει σε κίνδυνο τον κόσμο» καταγγέλλει τον αποκλεισμό της Ταϊβάν από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO), τονίζοντας ότι η παρέμβαση του Πεκίνου υπονομεύει την παγκόσμια ασφάλεια πτήσεων. Παρότι η Ταϊβάν διαχειρίστηκε με ασφάλεια περίπου 1,65 εκατομμύρια πτήσεις το 2024 στον δικό της εναέριο χώρο (Taipei FIR), παραμένει εκτός θεσμικών μηχανισμών συνεργασίας και διαιτησίας, γεγονός που καθιστά τις διεθνείς πτήσεις ευάλωτες. Η εφημερίδα σημειώνει ότι η πολιτική απομόνωσης της Ταϊβάν έχει ήδη προκαλέσει σοβαρά προβλήματα, όπως μετά την επίσκεψη της Nancy Pelosi το 2022, όταν τα κινεζικά στρατιωτικά γυμνάσια ακύρωσαν εκατοντάδες πτήσεις. Ο παραλληλισμός με τον αποκλεισμό από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, που συνέβαλε στην καθυστέρηση αντίδρασης στον COVID-19, ενισχύει το επιχείρημα ότι η μη συμμετοχή της Ταϊβάν σε διεθνείς θεσμούς δεν είναι ζήτημα «ονοματολογικό», αλλά αποτελεί απειλή για τη δημόσια ασφάλεια. Το κείμενο καταλήγει ότι η διεθνής κοινότητα οφείλει να πάψει να υποκύπτει στις αυταρχικές απαιτήσεις του Πεκίνου και να διασφαλίσει την ουσιαστική συμμετοχή της Ταϊβάν στον ICAO, προς όφελος όλων.

Ο Τύπος της Ρωσίας και Ουκρανίας

Δημοσίευμα του πρακτορείου TASS στις 10 Σεπτεμβρίου με τίτλο «Τι είναι γνωστό για τη θέση της Ρωσίας σχετικά με την εισβολή UAV στην Πολωνία», παρουσίασε τη ρωσική θέση απέναντι στις κατηγορίες της Πολωνίας, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ότι ρωσικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) παραβίασαν τον πολωνικό εναέριο χώρο. Ο Εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Dmitry Peskov, χαρακτήρισε αυτές τις κατηγορίες «συνηθισμένες» και παρέπεμψε για απαντήσεις στο Υπουργείο Άμυνας. Επίσης σημείωσε ότι η Ρωσία δεν έχει δεχθεί επίσημα αιτήματα επικοινωνίας από τη Βαρσοβία. Το ρωσικό Υπουργείο Άμυνας δήλωσε ότι στόχευσε μόνο ουκρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε περιοχές όπως Ivano-Frankovsk, Khmelnitsky, Zhitomir, Vinnitsia και Lvov, ενώ καμία επίθεση προς την Πολωνία δεν σχεδιάστηκε. Τόνισε ότι η εμβέλεια των σχετικών UAV δεν ξεπερνά τα 700 χιλιόμετρα και εξέφρασε ετοιμότητα να συζητήσει το θέμα με την Πολωνία. Το Υπουργείο Εξωτερικών υποστήριξε επίσης την εν λόγω πρόταση, ισχυριζόμενο ότι τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν αντικρούουν τον «πολωνικό ισχυρισμό» περί εσκεμμένων παραβιάσεων, τον οποίο απέδωσε σε προσπάθεια κλιμάκωσης της ουκρανικής κρίσης. Από την πλευρά της, η Πολωνία ανακοίνωσε ότι κατέρριψε αντικείμενα που παραβίασαν τον εναέριο χώρο της, βρίσκοντας συντρίμμια από επτά UAV και έναν πύραυλο. Η Πολωνία ζήτησε και πέτυχε επίκληση του άρθρου 4 του ΝΑΤΟ, ξεκινώντας διαβουλεύσεις μεταξύ των συμμάχων.

Η ιστοσελίδα Kyiv Independent στις 10 Σεπτεμβρίου, κάτω από τον τίτλο «Η μεγαλύτερη παραβίαση με drones σε έδαφος του ΝΑΤΟ: Η Ρωσία φαίνεται να δοκιμάζει την αντοχή της Πολωνίας» (το δημοσίευμα υπέγραψαν οι Kateryna Denisova, Martin Fornusek, Tim Zadorozhnyy) ανέλυσε την πρόσφατη εισβολή 19 ρωσικών drones στον πολωνικό εναέριο χώρο, τη μεγαλύτερη παραβίαση εδάφους κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ από την έναρξη του πολέμου το 2022. Η πολωνική αεροπορία, με τη βοήθεια συμμάχων, κατέρριψε τουλάχιστον τρία UAV, ενώ συντρίμμια από 16 drones και έναν πύραυλο εντοπίστηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας. Για την πρώτη φορά σε τέτοιο περιστατικό, ενεργοποιήθηκε το άρθρο 4 της Συνθήκης του ΝΑΤΟ. Αναλυτές εκτιμούν ότι η Μόσχα επιχείρησε να «δοκιμάσει» όχι μόνο την πολωνική άμυνα αλλά και τις εσωτερικές πολιτικές διαιρέσεις της χώρας, καθώς η εκλογή του εθνικιστή Karol Nawrocki στην προεδρία έχει βαθύνει τα κοινωνικά ρήγματα και αποδυναμώσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία. Ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι η επίθεση στοχεύει να εκφοβίσει το ΝΑΤΟ και να πιέσει τη Δύση προς ευνοϊκότερη στάση απέναντι στον Πούτιν. Η χρονική σύμπτωση με τις ρωσο-λευκορωσικές ασκήσεις Zapad 2025 τροφοδοτεί φόβους για περαιτέρω κλιμάκωση. Παρά τις διαβεβαιώσεις της Μόσχας ότι δεν είχε προγραμματίσει πλήγματα στην Πολωνία, οι ενδείξεις δείχνουν μια ευρύτερη στρατηγική «υβριδικών δοκιμών». Ειδικοί επισημαίνουν την ανάγκη για σοβαρές επενδύσεις στην αντιαεροπορική άμυνα της Πολωνίας και συντονισμένες δράσεις με ΝΑΤΟ και Ουκρανία· διαφορετικά, η Ρωσία μπορεί να επιχειρήσει να «κανονικοποιήσει» τέτοιες παραβιάσεις, με κίνδυνο πιο γενικευμένης σύγκρουσης.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Το άρθρο Διεθνής Τύπος: Ουκρανία και Γάζα ξανά στα διεθνή πρωτοσέλιδα εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.