
Είναι παράξενο που ενώ επισκέπτεσαι έναν σχετικά μικρό ξένο τόπο επί 25 χρόνια, κάποια στιγμή αντιλαμβάνεσαι ότι τελικά ίσως να μην τον γνωρίζεις τόσο όσο φανταζόσουν.
Φέτος, για πρώτη φορά, χρειάστηκε να μεταφερθώ στην πιο νότια πλευρά του μακρόστενου νησιού Λίντο, όπου πραγματοποιείται το φεστιβάλ Βενετίας. Η περιοχή μού είναι εντελώς άγνωστη. Λέγεται Μαλαμόκο και απέχει οκτώ περίπου χιλιόμετρα από το κέντρο του Λίντο όπου βρίσκεται η καρδιά της Μόστρα.
Στο Μαλαμόκο είναι πολύ ήσυχα. Αν κάποιος μένει εκεί δεν καταλαβαίνει καν ότι στο ίδιο μέρος, ένα μικρό νησί, πραγματοποιείται ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ του κόσμου.
Αρκετές από τις στάσεις του λεωφορείου Α από την περιοχή του φεστιβάλ προς το Μαλαμόκο φέρουν την ονομασία Μαλαμόκο μαζί με κάτι άλλο. Η περιοχή βρίσκεται στο τέρμα της λεωφόρου Γκραν Βάλε και είναι τεράστια. Μου θυμίζει κάτι σαν παραθαλάσσια Φιλοθέη.
Οπότε καλό είναι να γνωρίζεις ακριβώς σε ποιο σημείο βρίσκεται ο προορισμός σου γιατί μπορεί να κατέβεις στη λάθος στάση και μετά να χρειαστεί να περπατήσεις πολύ.
Στη διαδρομή βλέπω μια στάση Biblioteca που είναι η Βιβλιοθήκη του νησιού, όπως και αρκετά αθλητικά κέντρα. Παιδιά παίζουν ποδόσφαιρο, τρέχουν, αθλούνται. Βρίσκονται στον δικό τους κόσμο, που δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο του φεστιβάλ.
Εγραφα τις προάλλες για τις απότομες αλλαγές του καιρού στη Βενετία. Την περασμένη Πέμπτη, κατά τις 7 το απόγευμα το ζήσαμε από πρώτο χέρι στο Λίντο.
Ξέσπασε τρομερή καταιγίδα, για την οποία βέβαια όλοι ήμασταν σίγουροι ότι κάποια στιγμή θα ξεσπούσε. Φαινόταν στην αποπνιχτική ατμόσφαιρα και την υγρασία που είχε σπάσει τα κοντέρ.
Ξαφνικά, όλη η λάμψη του φεστιβάλ πήγε περίπατο. Αλαφιασμένοι οι πάντες έτρεχαν από εδώ και από εκεί για να καλυφθούν από τη βροχή. Ηταν μια σχεδόν αστεία εικόνα.
Τότε, έγινε και το εξής ενδιαφέρον. Ενώ οι πόρτες των αιθουσών ανοίγουν τουλάχιστον 20 λεπτά πριν από την έναρξη των προβολών, οι πόρτες στις δύο πλευρές της τεράστιας Sala Darsena όπου προβαλλόταν η ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο, “After the Hunt”, δεν έλεγαν με τίποτα να ανοίξουν. Λες και το έκαναν επίτηδες.
Μιλάμε για μια αίθουσα που χωρά παραπάνω από 1.000 άτομα.
Απ’ ό,τι φαίνεται, όσοι βρίσκονταν μέσα στην αίθουσα για την προηγούμενη ταινία, δεν έλεγαν με τίποτα να βγουν λόγω της καταρρακτώδους βροχής που τους περίμενε απ’ έξω. Εν μέρει, κατανοητό.
Τελικά η πόρτα άνοιξε τουλάχιστον 10 λεπτά μετά την προγραμματισμένη προβολή που ήταν στις 19.30.
Οι περισσότεροι θεατές που μπήκαν στο “After the hunt” ήταν σαν να είχαν έρθει κατευθείαν από το μπάνιο τους στη θάλασσα, ακριβώς απέναντι όπου βρίσκεται η παραλία του Λίντο.
Κατά τη διάρκεια της προβολής άρχισα να ακούω γύρω μου τα «γκούχου γκούχου γκούχου γκούχου». Ωχ! Βηχαλάκια. Επιστροφή στον μεγάλο μου τρόμο. Μην αρρωστήσω κατά τη διάρκεια ενός φεστιβάλ. Ευτυχώς, έχω μαζί μου μάσκες. Σχεδόν κανείς πια δεν βλέπω να φοράει μάσκα. Η COVID-19 δεν είναι παρά μια μακρινή και πολύ δυσάρεστη ανάμνηση.
Από το μυαλό μου περνά προς στιγμή το πρώτο φεστιβάλ Βενετίας στο οποίο ήρθα μετά την COVID. Ηταν μια χρονιά τόσο στεγνή… από κόσμο που σε έπιανε κατάθλιψη. Το ακριβώς αντίθετο από αυτό που γίνεται σήμερα. Πατείς με πατώ σε.