Η Αρχαία μας Θεία Ποίηση – Οι Ομηρικοί Ύμνοι

Από την Ιστορία γνωρίζουμε ότι μερικοί από τους ομηρικούς ύμνους πιθανότατα χρησίμευαν ως εισαγωγή για μεγαλύτερες απαγγελίες στα φεστιβάλ ή στα αριστοκρατικά συμπόσια. Πιστεύεται επίσης ότι τραγουδιόνταν και στα πανηγύρια των Ελευσίνιων Μυστηρίων.

Στο βιβλίο του «Three Homeric Books», ο Δρ Nicholas Richardson, ομότιμος καθηγητής του Merton College της Οξφόρδης, θεωρεί ότι οι σημαντικότεροι ομηρικοί ύμνοι είναι αυτοί στον Απόλλωνα, τον Ερμή, την Αφροδίτη και τη Δήμητρα.

Ας τους δούμε λοιπόν σήμερα και ας τους θαυμάσουμε ως σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα.Όλες οι επόμενες ελληνικές γενεές είχαν άξια πρότυπα να μιμηθούν και να εκτιμήσουν την αξία τους που ομολογούμε ότι δεν μπορούμε να τα φτάσουμε. Καλότυχοι όμως όλοι μας που μένουν αθάνατοι οι στοίχοι και οδηγούν τους σημερινούς ποιητές μας.

ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ ΓΙΑ ΜΙΜΗΣΗ

Είναι όλοι τους μεγαλειώδης ποίηση, τιμώντας τους θεούς των αρχαίων Ελλήνων -που ακόμη κατοικούνε πάνω στον Όλυμπο- και υμνούνται με τη γλυκιά ελληνική λύρα.

Θεωρούμε ότι η απόδοση στη σημερινή μας πεζή γλώσσα είναι ισάξια να μιμηθεί την αρχαία μας ελληνική ποιητική λαλιά. Υποτίθεται ότι ο αναγνώστης γνωρίζει πολύ καλά και τη ζωή και το έργο όλων των θεών.

Α) Ο «ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΠΥΘΙΟ ΑΠΟΛΛΩΝΑ»

«Ο πανένδοξος γιος της Λητώς πηγαίνει στη βραχώδη Πυθώ, παίζοντας με την κούφια λύρα του, ντυμένος με θεϊκά, αρωματικά ενδύματα. Και με το άγγιγμα του χρυσού κλειδιού η λύρα του τραγουδά γλυκά.

Έτσι, γρήγορα σαν σκέψη, τρέχει από τη γη στον Όλυμπο, στο σπίτι του Δία, για να συμμετάσχει στη συνάθροιση των άλλων θεών: τότε ευθεία οι αθάνατοι θεοί σκέφτονται μόνο τη λύρα και το τραγούδι, και όλες οι Μούσες μαζί, φωνή γλυκιά απάντηση φωνή, ύμνος τα ατελείωτα δώρα που απολαμβάνουν οι θεοί και τα βάσανα των ανθρώπων, Όλα όσα υπομένουν στα χέρια των αθάνατων θεών, και πώς ζουν ανόητοι και αβοήθητοι και δεν μπορούν να βρουν θεραπεία για το θάνατο ή να αμυνθούν ενάντια στα γηρατειά.

Εν τω μεταξύ, οι πλούσιες Χάριτες και οι χαρούμενες Ώρες (εποχές) χορεύουν με την Αρμονία και την Ήβη και την Αφροδίτη, κόρη του Δία, κρατώντας η μία την άλλη από τον καρπό. Και ανάμεσά τους τραγουδά μία, όχι κακιά ούτε μικροκαμωμένη, αλλά ψηλή να την κοιτάς και να την ζηλεύεις στους ανθρώπους, την Άρτεμη που χαίρεται με τα βέλη, αδελφή του Απόλλωνα».

Β) Ο «ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΡΜΗ»

«Μούσα, τραγούδησε του Ερμή, του γιου του Δία και της Μαίας, άρχοντα της Κυλλήνης και της Αρκαδίας πλούσιας σε κοπάδια, του αγγελιοφόρου των αθανάτων που η Μαία ξεγυμνώθηκε, της πλούσιας νύμφης, όταν ενώθηκε ερωτευμένη με τον Δία…

Γιατί τότε γέννησε ένα γιο, με πολλές βάρδιες, ήπιο πανούργο, ληστή, οδηγό βοοειδών, κομιστή ονείρων, παρατηρητή τη νύχτα, κλέφτη στις πύλες, κάποιον που σύντομα θα έδειχνε θαυμαστά έργα ανάμεσα στους αθάνατους θεούς.

Γεννημένος με την αυγή, το μεσημέρι έπαιζε λύρα και το βράδυ έκλεψε τα βοοειδή του μακρινού Απόλλωνα την τέταρτη ημέρα του μήνα, γιατί εκείνη την ημέρα η βασίλισσα Μάια τον ξεγύμνωσε».

Γ) «ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΦΡΟΔΙΤΗ»

«Και έτσι αυτός (ο Δίας) έβαλε στην καρδιά της γλυκιά επιθυμία για τον Αγχίση που εκείνη την εποχή ανάμεσα στους απότομους λόφους της πολύσπορης Ίδης φρόντιζε βοοειδή και σε σχήμα ήταν σαν τους αθάνατους θεούς. Γι’ αυτό, όταν τον είδε η Αφροδίτη που αγαπούσε το γέλιο, τον αγάπησε και τρομερά η επιθυμία την κατέλαβε στην καρδιά της.

Πήγε στην Κύπρο, στην Πάφο, όπου βρίσκεται ο περίβολός της και ο ευωδιαστός βωμός, και πέρασε στον ευωδιαστό ναό της. Εκεί μπήκε μέσα και έβαλε στις αστραφτερές πόρτες, και εκεί οι Χάριτες την έλουσαν με ουράνιο λάδι σαν άνθη πάνω στα σώματα των αιώνιων θεών – λάδι θεϊκά γλυκό, το οποίο είχε δίπλα της, γεμάτο ευωδία. Και η Αφροδίτη που αγαπούσε το γέλιο φόρεσε όλα τα πλούσια ρούχα της, και όταν στολίστηκε με χρυσό, έφυγε από τη μυρωδάτη Κύπρο και πήγε βιαστικά προς την Τροία, ταξιδεύοντας γρήγορα ψηλά ανάμεσα στα σύννεφα…

«Αλλά η ίδια ήρθε στα τακτοποιημένα καταφύγια, και τον βρήκε εντελώς μόνο του στο σπίτι – τον ήρωα Αγχίση που ήταν κωμικός για τους θεούς… Και ο Αγχίσης κυριεύτηκε από αγάπη και της είπε: «Χαίρε, κυρία, όποιος από τους ευλογημένους είσαι που έρχεται σ’ αυτό το σπίτι, είτε η Άρτεμις, είτε η Λητώ, είτε η χρυσή Αφροδίτη, είτε η γεννημένη ψηλά Θέμις, είτε η λαμπερή Αθηνά. Ή, ίσως, είστε μία από τις Χάριτες που έρχονται εδώ, που φέρουν τη συντροφιά των θεών και ονομάζονται αθάνατες, ή αλλιώς μία από τις Νύμφες που στοιχειώνουν τα ευχάριστα δάση, ή από εκείνους που κατοικούν σε αυτό το υπέροχο βουνό και τις πηγές των ποταμών και των χορταριασμένων υδρομελών. Θα σας κάνω ένα θυσιαστήριο πάνω σε μια ψηλή κορυφή σε ένα μακρινό μέρος, και θα θυσιάσω πλούσιες προσφορές σε σας σε όλες τις εποχές».

Δ) «ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΗΤΡΑ»

«Βασίλισσα Δήμητρα, κόρη της πλούσιας Ρέας, θα σου πω την αλήθεια. Γιατί σε σέβομαι πολύ και σε λυπάμαι στη θλίψη σου για την περιποιημένη κόρη σου. Κανένας άλλος από τους αθάνατους θεούς δεν φταίει, παρά μόνο ο νεφοσυλλέκτης Δίας που την έδωσε στον Άδη, τον αδελφό του πατέρα της, για να ονομαστεί σύζυγός του. Και ο Άδης την άρπαξε και την πήρε δυνατά κλαίγοντας στο άρμα του κάτω στο βασίλειο της ομίχλης και της κατήφειας…

«Αλλά θλίψη ακόμη πιο τρομερή και άγρια ήρθε στην καρδιά της Δήμητρας, και στη συνέχεια θύμωσε τόσο πολύ με τον σκοτεινό συννεφιασμένο γιο του Κρόνου, ώστε απέφυγε τη συγκέντρωση των θεών και του υψηλού Ολύμπου και πήγε στις πόλεις και τα πλούσια χωράφια των ανθρώπων, παραμορφώνοντας τη μορφή της για πολύ καιρό. Και κανείς από τους άνδρες ή τις μεγαλόστηθες γυναίκες δεν την ήξερε όταν την είδε…».

The post Η Αρχαία μας Θεία Ποίηση – Οι Ομηρικοί Ύμνοι appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.