Η στρατηγική διάσταση της κρίσης στη Μονή Σινά

Η γεωπολιτική σημασία της Ορθοδοξίας για την Ελλάδα είναι πολυδιάστατη. Τα παλαίφατα πατριαρχεία και οι ιστορικές Μονές της Μέσης Ανατολής λειτουργούν ως βραχίονες μακροχρόνιας στρατηγικής παρουσίας, επιτρέποντας στην Ελλάδα να ασκεί ήπια ισχύ, να υπηρετεί την περιφερειακή ασφάλεια και να ενισχύει την πολιτιστική και διπλωματική της επιρροή σε μια περιοχή στρατηγικής σημασίας. Η θεωρία των διεθνών σχέσεων υπογραμμίζει, ότι η αξιοποίηση τέτοιων θεσμών συμβάλλει στην ενίσχυση των εθνικών συμφερόντων, καθώς και στην προώθηση σταθερών διακρατικών δεσμών. Αλλωστε, εκ του διεθνούς δικαίου, η Ελλάδα διαθέτει droit de regard, δηλαδή δικαίωμα παρακολούθησης και παρέμβασης, προστατεύοντας τόσο τα θρησκευτικά όσο και τα πολιτιστικά της συμφέροντα.

Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, ιδρυθείσα το 456 μ.Χ. από τον ίδιο τον Ιουστινιανό, αποτελεί το αρχαιότερο μοναστήρι σε συνεχή λειτουργία στον κόσμο. Η ιστορική και θρησκευτική της σημασία είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς η Μονή παραμένει πυλώνας της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης στην Εγγύς και Μέση Ανατολή και έχει τύχει προστασίας από κατακτητές διαφορετικών εποχών. Η ιδιόγραφη διαθήκη του Προφήτη Μωάμεθ, που κατοχυρώνει την αυτονομία των μοναχών και τη θρησκευτική τους ελευθερία, καταδεικνύει τη μακρά παράδοση αναγνώρισης της Μονής ως τόπου συνάντησης των θρησκειών και θεσμού διεθνούς αξίας, ενταγμένου μάλιστα στον κατάλογο της UNESCO.

Η στρατηγική σημασία της Μονής δεν περιορίζεται μόνο στην προστασία θρησκευτικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων. Η περιοχή αποτελεί κρίσιμο γεωπολιτικό κόμβο λόγω της εγγύτητας στη Διώρυγα του Σουέζ και την Ερυθρά Θάλασσα, και ως εκ τούτου παρουσιάζει ενεργειακό, στρατιωτικό, οικονομικό, ακόμα και τουριστικό ενδιαφέρον. Οι εναλλασσόμενες πολιτικές των αιγυπτιακών κυβερνήσεων, από την εποχή των Αδελφών Μουσουλμάνων έως την τρέχουσα ηγεμονία του στρατηγού Σίσι, καταδεικνύουν την αντίληψη του κράτους για τα χριστιανικά θρησκευτικά ιδρύματα, καθώς και τη διαρκή ανάγκη διπλωματικής παρακολούθησης από την ελληνική πλευρά.

Η εξελισσόμενη κρίση αναδεικνύει δυσλειτουργίες στον χειρισμό του ζητήματος από την Αθήνα. Η πλεονάζουσα εμπιστοσύνη στις προφορικές δεσμεύσεις των Αιγυπτίων και η ολιγωρία στη δικαστική διαμάχη κατά της Μονής, στο Εφετείο Ισμαηλίας, έφερε αρνητικά αποτελέσματα.

Η ατυχής επικοινωνιακή διαχείριση που ακολούθησε, καθώς και η προσπάθεια περιορισμένης διπλωματικής παρέμβασης, δείχνουν ότι το ζήτημα δεν αντιμετωπίστηκε πλήρως στο επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη συστηματικής επανεξέτασης των μέτρων διπλωματικής αντίδρασης. Ακόμα χειρότερα, ως απόρροια των ατυχών χειρισμών, έχει ξεσπάσει μια επικίνδυνη «εμφύλια» σύγκρουση ανάμεσα στον ηγούμενο, Αρχιεπίσκοπο Δαμιανό, και τη σιναϊτική αδελφότητα που απειλεί την ενότητα της ελληνόφωνης Ορθοδοξίας.

Η καντήλα της Μονής τρεμοσβήνει και το όριο του κατευνασμού έχει πλέον ξεπεραστεί. Είναι απαραίτητο για το Μοναστήρι να προστατευτεί μαζί με την περιουσία του, με νομικά και διπλωματικά μέσα, αναγνωρίζοντας την ανάγκη καθολικής νομικής θωράκισης ως διεθνούς νομικού προσώπου. Η νομοθέτηση ενός ΝΠΔΔ στην Αθήνα, με προσδοκία μεταγενέστερης αναγνώρισης στην Αίγυπτο, είναι μεθόδευση αμφίβολης επιτυχίας διότι προϋποθέτει μια σειρά από πιθανότητες έξω από τον ελλαδικό έλεγχο. Γι’ αυτό είναι αναγκαία η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων στρατηγικών εργαλείων, περιλαμβανομένης της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης προς την Αίγυπτο.

H διαχείριση της κρίσης απαιτεί υπευθυνότητα, προνοητικότητα και ολοκληρωμένη στρατηγική από την ελληνική ηγεσία, έτσι ώστε η Μονή της Αγίας Αικατερίνης να συνεχίσει να αποτελεί πυλώνα πολιτιστικής και γεωπολιτικής παρουσίας της Ελλάδας στη Μέση Ανατολή, διασφαλίζοντας το εθνικό συμφέρον σε βάθος χρόνου.

Ο Αθανάσιος Γραμμένος είναι διεθνολόγος

Η Καρολίνα Παπακώστα απουσιάζει με άδεια