
ΜΕΣΩ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
5η σημαντικότερη αγορά για τον εγχώριο κλάδο
Σύμφωνα με τουριστικούς παράγοντες, η Γαλλία αποτελεί την 5η σημαντικότερη αγορά για τον ελληνικό τουρισμό, με τους γάλλους τουρίστες να συμβάλλουν θετικά στην οικονομία, την πολιτιστική ανταλλαγή και τη διατήρηση της κουλτούρας των τοπικών κοινοτήτων.
Ωστόσο, από το 2023, όπως δείχνουν τα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικής Ερευνας και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), ο εισερχόμενος τουρισμός από τη Γαλλία αρχίζει να καταγράφει πτωτική πορεία. Πέρυσι, ενώ κατέγραψε αύξηση σε όρους αφίξεων, παρουσίασε μείωση στις διανυκτερεύσεις και τις εισπράξεις.
Η πτωτική πορεία συνεχίστηκε και φέτος, καθώς στο πρώτο εξάμηνο της χρονιάς, με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι αφίξεις από τη γαλλική αγορά υποχώρησαν κατά 27,1%, ενώ σε σύγκριση με άλλες αγορές η γαλλική ήταν από τις ελάχιστες αγορές που υποχώρησαν.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το 2024, μπορεί οι αφίξεις των γάλλων τουριστών στην Ελλάδα να ενισχύθηκαν κατά 8,8% (από 1,8 εκατ. το 2023 σε 2 εκατ. το 2024), όμως, λόγω της οικονομικής κατάστασης, οι διανυκτερεύσεις μειώθηκαν κατά 4,4% (από 14,6 εκατ. το 2023 σε 13,9 εκατ. το 2024), ενώ και οι εισπράξεις υποχώρησαν κατά 11,6% (από €1,4 δισ. το 2023 σε €1,3 δισ. το 2024).
Σε ό,τι αφορά το μερίδιο της γαλλικής αγοράς στον εισερχόμενο τουρισμό το 2024, στις αφίξεις ήταν 5,5% (από 5,6% το 2023), στις διανυκτερεύσεις ήταν 6% (από 6,4% το 2023) και στις εισπράξεις ανήλθε σε 6,1% (από 7,2% το 2023).
Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 2023-2024 όλοι οι βασικοί δείκτες της αγοράς της Γαλλίας είχαν επίσης καταγράψει πτωτική τροχιά. Για παράδειγμα, η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη υποχώρησε κατά 18,8% (από €778,5 το 2023 σε €632,2 το 2024).
Οι δημοφιλέστεροι προορισμοί των τουριστών από τη Γαλλία στην Ελλάδα το 2024 ήταν η Κρήτη, η Αττική και το Νότιο Αιγαίο.
ΜΕΣΩ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
€5,6 δισ. οι εισαγωγές και εξαγωγές μεταξύ των δύο χωρών
Η Γαλλία βρίσκεται στην 3η θέση ανάμεσα στις χώρες της ευρωζώνης-προορισμούς ελληνικών εξαγωγών, ενώ κατείχε την 4η θέση στη λίστα των χώρων της ευρωζώνης από τις οποίες η Ελλάδα πραγματοποιεί εισαγωγές.
Το 2024 οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Γαλλία κατέγραψαν μείωση σε σχέση με το 2023 και διαμορφώθηκαν σε 1,47 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 6,4% φτάνοντας τα 3,94 δισ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, το εμπορικό ισοζύγιο, το οποίο παραμένει ελλειμματικό για τη χώρα μας, άγγιξε τα 2,47 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα οι ελληνικές εξαγωγές σημείωσαν σημαντική πτώση (-18,3%), κυρίως λόγω της δραματικής μείωσης στις εξαγωγές των φαρμάκων (-47,7%) και των πετρελαιοειδών (-68,4%), που ήταν από τα πιο ισχυρά εξαγώγιμα προϊόντα το 2023. Παράλληλα, παρατηρήθηκε σταθερότητα ή μικρή αύξηση σε άλλους τομείς, όπως τα τυροκομικά (+9,5%) και τα προϊόντα αργιλίου, ενώ το βιοντίζελ εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως σημαντική εξαγωγική κατηγορία. Ωστόσο, παρά τη συνολική υποχώρηση, οι εξαγωγές τροφίμων και μετάλλων εμφανίζουν ανθεκτικότητα, αναδεικνύοντας την ανάγκη για αναδιάρθρωση και διαφοροποίηση της εξαγωγικής στρατηγικής των ελληνικών επιχειρήσεων με έμφαση στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας. Tα κυριότερα εξαγόμενα ελληνικά προϊόντα τη χρονιά που πέρασε ήταν τα φάρμακα (αξίας 169,9 εκατ. ευρώ), τα τυριά, πλην νωπών (αξίας 80,8 εκατ. ευρώ), οι σωλήνες από χαλκό (αξίας 76,8 εκατ. ευρώ), τα ελάσματα και ταινίες από κράματα αργιλίου (αξίας 59,8 εκατ. ευρώ).
Στον αντίποδα οι ελληνικές εισαγωγές από τη Γαλλία παρουσίασαν μεταβολές ανά κατηγορία προϊόντων το 2024. Οι εισαγωγές φαρμάκων αυξήθηκαν οριακά (+1,84%) και παρέμειναν η κορυφαία κατηγορία, ενώ τα αυτοκίνητα και τα προϊόντα κρέατος κατέγραψαν μικρή πτώση. Εντυπωσιακή αύξηση σημειώθηκε στις εισαγωγές λυχνιών (+96,9%) καθώς και αεροπορικού και διαστημικού εξοπλισμού (+79,4%), προοικονομώντας πιθανή ενίσχυση συνεργασίας σε υψηλή τεχνολογία και άμυνα. Επίσης, ανοδικά κινήθηκαν και τα προϊόντα μακιγιάζ και αιθέρες.
ΜΕΣΩ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
€1,9 δισ. τοποθετημένα κεφάλαια και αυξάνονται…
Προορισμός για τις σημαντικές γαλλικές επιχειρήσεις έχει καταστεί η Ελλάδα. Η επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη και η άρση της αβεβαιότητας στην ελληνική οικονομία ενισχύουν το γαλλικό επενδυτικό ενδιαφέρον την ίδια στιγμή που και ελληνικές επιχειρήσεις επενδύουν στη Γαλλία με ανάπτυξη δικτύων και συνεργασιών. Για τις γαλλικές επιχειρήσεις, σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες και δυνατότητες επιχειρηματικής συνεργασίας παρουσιάζονται στους τομείς: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (κυρίως αιολική και ηλιακή), τουρισμός υψηλής ποιότητας, διαχείριση αποβλήτων και υδάτινων πόρων, υποδομές (μεταφορές, logistics) και αγροδιατροφή με έμφαση στη βιώσιμη παραγωγή και εξαγωγές. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον μάλιστα παρουσιάζει και ο τομέας της τεχνολογίας και των ψηφιακών υποδομών, καθώς η Ελλάδα προσπαθεί να προσελκύσει επενδύσεις σε data centers και κέντρα καινοτομίας.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών στο Παρίσι, η Γαλλία συγκαταλέγεται παραδοσιακά μεταξύ των χωρών που επιδεικνύουν έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά. Από τα πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το 2023 το απόθεμα γαλλικών άμεσων ξένων επενδύσεων ανήλθε σε 1,891 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 38 % σε σχέση με το 2022, ενώ σημαντική αύξηση παρουσιάζουν και οι ροές το 2024 συγκριτικά με το 2023. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών, η Γαλλία αποτελεί έναν εκ των δέκα μεγαλύτερων επενδυτών στην Ελλάδα κατέχοντας την 9η θέση. Μείζονος σημασίας για την περαιτέρω ανάπτυξη γαλλικών επενδύσεων στη χώρα μας είναι και η ίδρυση γραφείου του Business France στην Ελλάδα στα τέλη του 2023, όπως και δραστηριοποίηση του French Tech στη χώρα μας, το οποίο ίδρυσε γραφείο για την αποτελεσματικότερη διασύνδεση και δικτύωση ελληνικών και γαλλικών εταιρειών στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας. Ήδη στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 130 θυγατρικές εταιρείες γαλλικών ομίλων και επιχειρήσεις, μεικτές επιχειρήσεις ή κοινοπραξίες με αντίστοιχες ελληνικές. Οι σημαντικότεροι κλάδοι και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται: βιομηχανία, ενέργεια, υποδομές – μεταφορές, καταναλωτικά προϊόντα, φαρμακοβιομηχανία, τρόφιμα, ασφάλειες, τουρισμός, υπηρεσίες και data centers.