Συνταξιούχοι που εργάζονται: Ποιοι κερδίζουν προσαύξηση και ποιοι εξαιρούνται

«Θραύση» σημειώνει το μέτρο της απασχόλησης συνταξιούχων, σε σημείο που ο ένας στους δύο εξακολουθεί να εργάζεται παρά τη συνταξιοδότησή του λόγω οικονομικών προβλημάτων. Ειδικότερα, ένας στους δύο ασφαλισμένους που συνταξιοδοτήθηκαν το 2024 παραμένει στην αγορά εργασίας, αξιοποιώντας την ευνοϊκή ρύθμιση και εξασφαλίζοντας μεσοσταθμική αύξηση στη σύνταξή του έως και 120 ευρώ τον μήνα. Τα στοιχεία του ΕΦΚΑ δείχνουν ότι υπερβαίνουν τους 230.000 οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι που έχουν δηλώσει ότι συνεχίζουν να απασχολούνται, παρά το γεγονός ότι συνταξιοδοτήθηκαν.

Με το νέο καθεστώς απασχόλησης από 1/1/2024 δεν κόβεται καμία σύνταξη (πλην όσων είναι κάτω των 62 ετών στο Δημόσιο) και όσοι αναλαμβάνουν εργασία καταβάλλουν ειδικό πόρο στον ΕΦΚΑ 10% επί του μισθού ή προσαύξηση της εισφοράς κύριας σύνταξης κατά 50% αν είναι ελεύθεροι επαγγελματίες. Δικαίωμα σε προσαύξηση σύνταξης θεμελιώνουν πάνω από 110.000 εργαζόμενοι συνταξιούχοι από τους συνολικά 230.000. Ο λόγος που θα λάβουν προσαύξηση λιγότεροι είναι οι εξαιρέσεις του νόμου, καθώς αγρότες και όσοι έχουν αγροτικά εισοδήματα έως 10.000 ευρώ ετησίως έχουν πλήρη απαλλαγή από εισφορές και ειδικό πόρο.

Τα 4 σημεία-κλειδιά

Σωστή δήλωση. Οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι που έχουν δηλώσει την απασχόλησή τους και καταβάλλουν – κανονικά – τις εισφορές τους θα λάβουν προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης καθώς και της επικουρικής σύνταξής τους έως και 120 ευρώ μεσοσταθμικά. Αυτή υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης που αντιστοιχούν στον χρόνο τής – επιπλέον – απασχόλησης των συνταξιούχων, ξεκινώντας από το ποσοστό που αντιστοιχεί στο πρώτο έτος και είναι 0,77% των αποδοχών που έχουν κατά το διάστημα της απασχόλησής τους.

Οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι πρέπει:

  •  Να δηλώσουν την οριστική διακοπή της εργασίας τους στην πλατφόρμα (ηλεκτρονική υπηρεσία) όπου δήλωσαν ότι εργάζονται.
  •  Να υποβάλουν αίτηση για προσμέτρηση ενσήμων στο υποκατάστημα του ΕΦΚΑ όπου ανήκουν.

Μισθωτός ή επαγγελματίας. Οι εναλλακτικές λύσεις που έχει όποιος συνταξιοδοτηθεί προκειμένου να συνεχίσει να απασχολείται είναι δύο: η πρώτη, να απασχοληθεί ως μισθωτός και η δεύτερη, να ασκήσει κάποιο ελεύθερο επάγγελμα ή επιχείρηση. Στην περίπτωση κατά την οποία εργαστεί ως μισθωτός γίνεται παρακράτηση 10% από τον μισθό. Αν εργαστεί ως ελεύθερος επαγγελματίας προσαυξάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές κατά 50%. Στην περίπτωση της αυτοαπασχόλησης, το χαμηλότερο ποσό που μπορεί να πληρώνει κάποιος σε μηνιαία βάση είναι 245 ευρώ. Αρα η προσαύξηση του 50% είναι 122,5 ευρώ. Για να είναι μεγαλύτερη αυτή η επιβάρυνση από την αντίστοιχη της μισθωτής απασχόλησης, θα πρέπει προφανώς ο μισθός που θα μπορεί να

διασφαλίσει κάποιος μετά τη συνταξιοδότηση να είναι μικρότερος από 1.220 ευρώ.

Φόρος. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στη φορολογική μεταχείριση του εργαζόμενου-συνταξιούχου. Είτε απασχοληθεί ως ελεύθερος επαγγελματίας είτε ως μισθωτός, στο τέλος της χρονιάς θα βρεθεί με δύο πηγές εισοδήματος: τον μισθό από τη μία (ή το εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα) και τη σύνταξη. Για την εκκαθάριση του φόρου, τα δύο ποσά θα προστεθούν και θα προκύψει μια σημαντική πρόσθετη επιβάρυνση, η οποία θα πρέπει να καταβληθεί μέσω του εκκαθαριστικού σε οκτώ μηνιαίες δόσεις (Ιούλιο έως Φεβρουάριο).

Παράδειγμα 1: Εστω μηνιαίο εισόδημα 1.000 ευρώ από σύνταξη και επιπλέον 1.000 ευρώ από μισθό. Ο συνδυασμός αυτός δημιουργεί υποχρέωση καταβολής επιπλέον 2.677 ευρώ με το εκκαθαριστικό της Εφορίας, πέραν του ποσού που έχει παρακρατηθεί από τον μισθό και τη σύνταξη κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Αρα, ο εργαζόμενος συνταξιούχος θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι κάθε μήνα θα πρέπει να βάζει κάτι στην άκρη και για την πληρωμή του έξτρα φόρου εισοδήματος που θα έρθει με το εκκαθαριστικό.

Παράδειγμα 2: Για κάποιον που έχει 1.000 ευρώ μισθό και 1.000 ευρώ σύνταξη (που σημαίνει ότι εισπράττει κάθε μήνα γύρω στα 1.870 ευρώ μετά τις κρατήσεις) το πραγματικό καθαρό του εισόδημα είναι περίπου 1.650 ευρώ.

Εισφορά Αλληλεγγύης. Στο νέο – υπό ψήφιση – εργασιακό νομοσχέδιο έχει συμπεριληφθεί πρόβλεψη ώστε, όταν ο εργαζόμενος συνταξιούχος δικαιούται προσαύξηση στη σύνταξή του από την εργασία του, η επιπλέον παροχή να μην οδηγεί σε αύξηση του συντελεστή της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ). Ο στόχος της διάταξης είναι για όλους εκείνους που θα μπορούν να λάβουν προσαύξηση στη σύνταξή τους, λόγω εργασίας, να μην καταλήγει σε μείωση, λόγω μετατόπισης, σε υψηλότερο κλιμάκιο της Εισφοράς Αλληλεγγύης. Ετσι, θα «παγώνει» η ΕΑΣ στο κλιμάκιο που βρίσκεται πριν από την προσαύξηση της σύνταξης.