Τέσσερις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, ένα επικίνδυνο σχέδιο από τον Μπαϊρού

Η Γαλλία εισέρχεται σε μια κρίσιμη καμπή με την παρουσίαση του σχεδίου περικοπών και μεταρρυθμίσεων του πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού. Πρόκειται για ένα πακέτο συνολικού ύψους 44 δισ. ευρώ, που αποσκοπεί στη μείωση του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, τα οποία σήμερα φτάνουν το 5,8% και το 114% του ΑΕΠ αντίστοιχα, πολύ πάνω από τα όρια που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Μπαϊρού μίλησε για ένα «έτος λευκό» στις δημόσιες δαπάνες, επιμένοντας ότι το κράτος «δεν θα ξοδέψει ούτε ένα ευρώ παραπάνω το 2026» σε σχέση με το 2025. Το σχέδιο παρουσιάζεται ως αναγκαίο για την αποφυγή ενός οικονομικού εκτροχιασμού, όμως φέρνει μαζί του σημαντικό πολιτικό και κοινωνικό κόστος.

Στον τομέα της φορολογίας, η κυβέρνηση εισάγει νέο «φόρο αλληλεγγύης» για τις υψηλές εισοδηματικές κατηγορίες, ενώ θα υπάρξει μείωση φοροαπαλλαγών για τους πιο εύπορους συνταξιούχους. Παράλληλα, ανακοινώθηκε αυστηρό σχέδιο καταπολέμησης της φοροδιαφυγής από το φθινόπωρο, με στόχο την αύξηση της κρατικής εισπραξιμότητας. Ο Μπαϊρού υπογράμμισε ότι το κράτος πρέπει να δώσει το παράδειγμα «περιορίζοντας το επίπεδο ζωής του».

Μία από τις πιο ευαίσθητες πλευρές του σχεδίου αφορά τις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές. Το 2026 δεν θα υπάρξει καμία αναπροσαρμογή σε συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα και μισθούς δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που ισοδυναμεί με πραγματική μείωση εισοδήματος λόγω πληθωρισμού. Επίσης, θα περικοπούν 3.000 θέσεις στο Δημόσιο μέσω μη ανανέωσης αποχωρήσεων, ενώ στο εξής θα ισχύει ο κανόνας «δύο προσλήψεις για κάθε τρεις συνταξιοδοτήσεις». Παράλληλα, προωθείται μεταρρύθμιση στο επίδομα ανεργίας, με αυστηρότερα κριτήρια για τη διάρκεια και την πρόσβαση στο βοήθημα, ώστε οι άνεργοι να επιστρέφουν ταχύτερα στην αγορά εργασίας.

Στο διοικητικό κομμάτι, στόχος είναι η απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, με την κατάργηση ορισμένων δημόσιων οργανισμών που θεωρούνται πλεονάζοντες, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση προσωπικού. Προβλέπεται η δημιουργία δημόσιας «ακίνητης εταιρείας» για την πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων που δεν αξιοποιούνται. Επίσης, θεσπίζονται αυστηρότερες κυρώσεις για καθυστερήσεις πληρωμών, με πρόστιμα έως 1% του τζίρου των εταιρειών. Μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες προτάσεις αφορά την κατάργηση δύο αργιών – της Δευτέρας του Πάσχα και της 8ης Μαΐου – ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Τέλος, εισάγεται ειδικός φόρος στα μικρά πακέτα, με στόχο την προστασία τοπικών παραγωγών και εμπόρων από τις μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες.

Δεν λείπουν ωστόσο και θετικά μέτρα για τον επιχειρηματικό κόσμο. Η κυβέρνηση θα διαθέσει 900 εκατ. ευρώ από κρατικούς πόρους για να στηρίξει επενδύσεις, να διευκολύνει την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των γαλλικών επιχειρήσεων.

Το σχέδιο έχει ορίζοντα τετραετίας (2026–2029), με στόχο τη μείωση του ελλείμματος στο 4,6% το 2026, 4,1% το 2027, 3,4% το 2028 και τελικά στο 2,8% το 2029 – κάτω από το όριο του 3% που θέτει η ΕΕ. Ο Μπαϊρού τόνισε ότι εδώ και 50 χρόνια η Γαλλία δεν έχει παρουσιάσει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και ότι η σημερινή κατάσταση, με τη συσσώρευση χρέους που αυξάνεται κατά 5.000 ευρώ «κάθε δευτερόλεπτο», είναι μη βιώσιμη.

Παρά την αποφασιστικότητα του πρωθυπουργού, η κοινωνική και πολιτική αντίδραση είναι έντονη. Η ψήφος εμπιστοσύνης στην Εθνοσυνέλευση θα αποτελέσει κρας τεστ για το μέλλον της κυβέρνησης, ενώ οι συγκρίσεις με την ελληνική κρίση του 2008 δείχνουν πόσο επιτακτική θεωρείται η ανάγκη για αλλαγές. Το ζητούμενο είναι αν η Γαλλία θα αντέξει τις θυσίες και αν ο διάλογος που ζητά ο Μπαϊρού θα βρει πραγματική ανταπόκριση.