
Η συζήτηση σχετικά με τον εμβολιασμό ως μέσο αντιμετώπισης της ευλογιάς των προβάτων έχει αναζωπυρωθεί τη φετινή περίοδο, καθώς η επιζωοτία συνεχίζει να προκαλεί αναταραχές και σημαντικές απώλειες στην ελληνική κτηνοτροφία.
Από την εμφάνιση της νόσου στις 20 Αυγούστου 2024, έχουν θανατωθεί πάνω από 275.000 αιγοπρόβατα, αφήνοντας πίσω τους σοβαρές οικονομικές και παραγωγικές ζημιές για τους παραγωγούς και, κατ’ επέκταση, τους καταναλωτές.
Στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπογραμμίζουν πως “η επιλογή του εμβολιασμού δεν αποτελεί ούτε επιστημονικά τεκμηριωμένη, ούτε εμπορικά βιώσιμη λύση”. Αντιθέτως, εκτιμούν πως “εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, απειλώντας την εξαγωγική ναυαρχίδα της χώρας, τη φέτα ΠΟΠ, αλλά και το σύνολο της αιγοπροβατοτροφίας”.
Τα ίδια στελέχη σημειώνουν: “Σε καμία χώρα της Ε.Ε. δεν έχει επιλεγεί ο εμβολιασμός ως λύση για την ευλογιά. Γιατί να γίνει η Ελλάδα το ‘πειραματόζωο’; Η απάντηση είναι σαφής: δεν πρέπει. Το ρίσκο είναι δυσανάλογα μεγαλύτερο από το όφελος. Ο εμβολιασμός θα αποτελούσε μια βιαστική πολιτική επιλογή με τεράστιο κόστος για τους κτηνοτρόφους, την οικονομία και τη διεθνή εικόνα της χώρας”.
Σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό, “η αντιμετώπιση της ευλογιάς απαιτεί ψυχραιμία, επιστημονική τεκμηρίωση και στρατηγική διορατικότητα. Ο εμβολιασμός δεν αποτελεί λύση, αλλά παγίδα. Η Ελλάδα οφείλει να προστατεύσει τη φέτα και το ζωικό της κεφάλαιο αποφεύγοντας ένα αμφίβολο πείραμα. Ο μοναδικός ασφαλής δρόμος είναι η συνέχιση της στρατηγικής εκρίζωσης με αυστηρά μέτρα και στήριξη των παραγωγών”.
Η επιστημονική προσέγγιση και το παράδειγμα της Τουρκίας
Την ίδια άποψη υιοθετεί και ο Διευθυντής του Εργαστηρίου Ζωικής Παραγωγής & Προστασίας Περιβάλλοντος του Τμήματος Κτηνιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας, Γεώργιος Αρσένου. Όπως αναφέρει, “για την Ευρώπη εμβόλιο δεν υπάρχει. Υπάρχουν κάποια εμβόλια σε χώρες όπου η νόσος είναι ενδημική, όμως αυτά δεν έχουν λάβει καμία έγκριση από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA). Συνεπώς, για την Ευρώπη αυτά τα εμβόλια δεν υπάρχουν”.
Επιπλέον, διευκρινίζει πως “κανένα από τα υπάρχοντα εμβόλια δεν έχει περάσει ενδελεχή έλεγχο και εγκεκριμένα πειράματα, όπως προβλέπει η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία, προκειμένου να πιστοποιηθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά τους, αλλά και οι πιθανές παρενέργειές τους στα ζώα”.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Τουρκίας, όπου εφαρμόζεται εμβολιασμός τα τελευταία δέκα χρόνια, χωρίς ωστόσο να εξαλειφθεί η νόσος. Η ευλογιά παραμένει ενδημική, προκαλώντας διαρκείς ζημιές στην τουρκική κτηνοτροφία.
Βιοασφάλεια και ρόλος των κτηνοτρόφων
Όσον αφορά τα μέτρα βιοασφάλειας, ο κ. Αρσένου επισημαίνει πως δεν τηρούνται από όλους τους άμεσα εμπλεκόμενους με τις εκτροφές. Όπως τονίζει, “οι κτηνοτρόφοι και οι ειδικοί φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη, διότι η μετάδοση είναι ανθρωπογενής, τόσο από τα ζώα, όσο και από τους ανθρώπους που τα μεταφέρουν. Επίσης, απουσιάζει η ιχνηλάτηση για το ποιος εισέρχεται ή εξέρχεται από τις μονάδες εκτροφής”.
Εξαγωγές φέτας και οικονομικές επιπτώσεις
Ένα άμεσο πλήγμα αφορά τις εξαγωγές της φέτας και την απώλεια του καθεστώτος “ελεύθερης χώρας από ευλογιά”. Στελέχη του υπουργείου αναφέρουν πως ενδεχόμενος εμβολιασμός του ζωικού κεφαλαίου θα έπληττε τις εξαγωγές του προϊόντος ΠΟΠ, με ετήσια αξία άνω του 1 δισ. ευρώ, σε βασικές αγορές. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μόνο για το 2024, οι ελληνικές εξαγωγές φέτας έφτασαν τα 785 εκατ. ευρώ.
Ήδη, η Σερβία έχει απαγορεύσει την εισαγωγή αιγοπροβατοτροφικών προϊόντων από την Ελλάδα εξαιτίας της επιζωοτίας. “Με τον εμβολιασμό, χώρες που δεν αναγνωρίζουν την αρχή της ‘περιφερειοποίησης’ θα κλείσουν την πόρτα στα ελληνικά προϊόντα”, προειδοποιούν τα ίδια στελέχη.
Η Ελλάδα παραμένει μέχρι σήμερα σε καθεστώς “καθαρής χώρας”. Ο εμβολιασμός, ωστόσο, θα ανέτρεπε αυτή την ισορροπία, επιβάλλοντας αυστηρούς περιορισμούς στις εξαγωγές, ενώ η επανάκτηση του “ελεύθερου” καθεστώτος θα απαιτούσε 8-10 χρόνια—aναμονή αδιανόητη για την εθνική οικονομία.
Τεχνικά και πρακτικά ζητήματα του εμβολιασμού
Πέρα από την αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα, επισημαίνεται και η έλλειψη τεστ διαφοροποίησης (DIVA). Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει αξιόπιστο τεστ που να διακρίνει αν ένα ζώο έχει αναπτύξει αντισώματα λόγω νόσησης ή εμβολιασμού, με αποτέλεσμα κάθε θετικό δείγμα να οδηγεί στη σφαγή ολόκληρου κοπαδιού, ανεξαρτήτως αν τα ζώα είναι εμβολιασμένα.
Επιπλέον, το εμβόλιο “δεν υποκαθιστά τα μέτρα εκρίζωσης”, καθώς οι θανάτωσεις, οι απολυμάνσεις, τα περιοριστικά μέτρα στις μετακινήσεις και οι εργαστηριακοί έλεγχοι παραμένουν απαραίτητα. “Ο εμβολιασμός απλώς προσθέτει γραφειοκρατία και πολυπλοκότητα, χωρίς να αναιρεί την υφιστάμενη στρατηγική”, υπογραμμίζουν.
Τέλος, για να επιτευχθεί η απαιτούμενη ανοσία του πληθυσμού, θα πρέπει να εμβολιαστεί τουλάχιστον το 75% των αιγοπροβάτων. Αυτό συνεπάγεται εκατομμύρια δόσεις, σημαντικό κόστος και πρόσθετους ανθρώπινους πόρους που αυτή τη στιγμή η χώρα δεν διαθέτει.