
Από το 2008 έως σήμερα, το δημόσιο χρέος της ευρωζώνης έχει αυξηθεί κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας στο 88,9% του ΑΕΠ. Η απόσταση από τον «κανόνα» του Μάαστριχτ –το όριο του 60%– είναι πλέον χαοτική, ενώ πέντε χώρες (Ισπανία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Βέλγιο) ξεπερνούν το 100% του ΑΕΠ, έναντι μόλις δύο πριν τη Μεγάλη Ύφεση. Η Γαλλία, με χρέος στο 113% του ΑΕΠ, βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα: η πολιτική αστάθεια και η αβεβαιότητα για τις περικοπές που παρουσίασε ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού έχουν ήδη αυξήσει το κόστος δανεισμού της χώρας, με το δεκαετές ομόλογο να αγγίζει το 3,5%.
Οι αιτίες είναι γνωστές: η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι ενεργειακές κρίσεις που έφεραν κύματα στήριξης οικονομιών και νοικοκυριών. Με την ενεργοποίηση της «ρήτρας διαφυγής» της ΕΕ, οι δημοσιονομικοί κανόνες πάγωσαν, δίνοντας στα κράτη τη δυνατότητα να δαπανήσουν χωρίς περιορισμούς. Όμως η επιστροφή στις δεσμεύσεις το 2024 αποκαλύπτει την «κληρονομιά» υπερβολικών ελλειμμάτων: η Κομισιόν έχει ήδη ξεκινήσει διαδικασίες για «υπερβολικό έλλειμμα» κατά της Γαλλίας, Ιταλίας και Βελγίου, αν και αποφεύγει ακόμα να ενεργοποιήσει κυρώσεις, φοβούμενη πολιτική και οικονομική αποσταθεροποίηση.
Το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θέτει όριο χρέους στο 90% του ΑΕΠ, με τετραετή προγράμματα προσαρμογής υπό την έγκριση της Κομισιόν. Ωστόσο, η ίδια η Ένωση στέλνει αντιφατικά μηνύματα: από τη μία απαιτεί προσαρμογή, από την άλλη εξαιρεί τις δαπάνες Άμυνας από τον υπολογισμό ελλείμματος, εγκαινιάζοντας ένα ταμείο 800 δισ. ευρώ.
Η εικόνα της Γαλλίας θυμίζει όλο και περισσότερο την Ελλάδα του 2009, με τον Μπαϊρού να μιλά για «κάθε δευτερόλεπτο, 5.000 ευρώ νέο χρέος». Ο Εμανουέλ Μακρόν καλεί την κυβερνητική του συμμαχία να στηρίξει το σχέδιο περικοπών για να καθησυχάσει τις αγορές, αλλά η ψήφος εμπιστοσύνης στις 8 Σεπτεμβρίου παραμένει αβέβαιη.
Σε ευρύτερο επίπεδο, η Ευρώπη κινδυνεύει να εγκλωβιστεί μεταξύ υψηλών χρεών, χαμηλής ανταγωνιστικότητας και γεωπολιτικών προκλήσεων. Οι επενδυτές, μέχρι τώρα ήρεμοι, αρχίζουν να αμφισβητούν την ικανότητα της ευρωζώνης να ελέγξει τα δημόσια οικονομικά της. Και αυτό την ώρα που ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιαπωνία δείχνουν αντίστοιχες τάσεις υπερχρέωσης, μετατρέποντας το ζήτημα του δημόσιου χρέους σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα με πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες.