Γαλλία: Ζητείται ενότητα την ώρα που οι αγορές καραδοκούν

Καμπανάκι ότι η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας είναι χειρότερη από αυτή άλλων ανεπτυγμένων οικονομιών χτυπά η γερμανική τράπεζα Berenberg σε νέα ανάλυσή της, ζητώντας από το Παρίσι να κινηθεί επειγόντως για να θέσει υπό έλεγχο το χρέος.

Την ίδια στιγμή και την ώρα που οι πολιτικές διαβουλεύσεις στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης συνεχίζονται με ασταμάτητους ρυθμούς χωρίς να αποκλείεται ακόμη και προσφυγή στις κάλπες, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρακολουθεί με μεγάλη προσοχή τις εξελίξεις. Υπάρχουν φόβοι ότι οι ανησυχίες των αγορών για τη Γαλλία μπορεί να μεταδοθούν στο χρέος της ευρωζώνης, αν και προς το παρόν η κατάσταση δείχνει υπό έλεγχο σε αναμονή των ζυμώσεων στο Παρίσι.

Η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας

Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Γαλλίας πλησιάζει σήμερα τα επίπεδα των ΗΠΑ, χωρίς όμως το Παρίσι να έχει τη δυνατότητα να ξεπεράσει το πρόβλημα πατώντας γκάζι στην ανάπτυξη ή συγκεντρώνοντας πρόσθετα έσοδα όπως η Ουάσιγκτον, δείχνουν τα στοιχεία της Berenberg.

Τα δημόσια έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, περίπου στο 52%, είναι ήδη υψηλότερα στη Γαλλία από ό,τι σε σχεδόν οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ με εξαίρεση τη Νορβηγία που έχει πετρέλαια. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό για να ικανοποιήσει την ακόρεστη όρεξή της για δαπάνες. Έτσι, τα επίμονα δημόσια ελλείμματα πιθανότατα θα συνεχίσουν να αυξάνουν τα επίπεδα χρέους της Γαλλίας. Ενώ ο λόγος ελλείμματος προς ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί από 5,8% το 2024 σε 5,4% το 2025 χάρη στις προσπάθειες του πρώην πλέον πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού νωρίτερα φέτος, μπορεί ο λόγος αυτός να αυξηθεί ξανά το 2026, καθώς ο Μπαϊρού δεν βρίσκεται πλέον στο αξίωμα και οι πολιτικές μπορεί να αλλάξουν. «Από την αποχώρηση του Μπαϊρού, δεν έχουμε δει κανένα άλλο αξιόπιστο σχέδιο από Γάλλους πολιτικούς για να θέσουν υπό έλεγχο το έλλειμμα», επισημαίνει η Berenberg.

Ανάπτυξη, συνταξιοδοτικό και φόροι στους πλούσιους

Λόγω των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων του Μακρόν, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του ως υπουργού Οικονομικών όσο και από τότε που ανέλαβε πρόεδρος τον Μάιο του 2017, η οικονομία της Γαλλίας αναπτύχθηκε σημαντικά. «Ωστόσο, επειδή ο Μακρόν δεν ισοσκέλισε τα οικονομικά του σε καλές εποχές, οι μεταρρυθμίσεις του διατρέχουν κίνδυνο τώρα που χρειάζεται είτε τους Σοσιαλιστές είτε τη δεξιά για να ξεπεράσει το δημοσιονομικό αδιέξοδο», προειδοποιεί ο οίκος.

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο ότι τόσο το αριστερό στρατόπεδο όσο και ο Εθνικός Συναγερμός θέλουν να αντιστρέψουν τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2023, η οποία αυξάνει την ηλικία συνταξιοδότησης κατά τρεις μήνες κάθε χρόνο, από 62 έτη σε 64 έτη έως το 2030. Η αριστερά απαιτεί επίσης υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους και τους υψηλόμισθους.

Οι νέες προβλέψεις για την ανάπτυξη

Ο κίνδυνος ανατροπής των μεταρρυθμίσεων αυτών και η πιθανότητα επιβολής υψηλότερων φόρων πιθανότατα ήδη επηρεάζει τις επενδυτικές αποφάσεις και την αύξηση του ΑΕΠ. Εάν υλοποιηθούν τέτοιες αλλαγές, οι οικονομικές προοπτικές της Γαλλίας θα επιδεινωθούν περαιτέρω, εκτιμάται. Έτσι υπάρχει κίνδυνος να μην υλοποιηθούν οι προβλέψεις της Berenberg για ανάπτυξη στη Γαλλία κατά 0,8% το 2026, μετά από ανάπτυξη 0,6% φέτος. Ακόμη και με ανάπτυξη 0,8% το επόμενο έτος, η Γαλλία θα υπολείπεται του συνόλου της Ευρωζώνης, για την οποία προβλέπεται ανάπτυξη 1,1%. Η υποτονική ανάπτυξη θα επιδεινώσει τα δημοσιονομικά προβλήματα της Γαλλίας με την πάροδο του χρόνου, είναι το καμπανάκι που χτυπά ο οίκος.

Το μερίδιο της Γαλλίας στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης έχει υποχωρήσει κάτω από το 19% και κάτω από το 16% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να είναι πολύ σημαντικό, «αλλά όχι ο μοναδικός καθοριστικός παράγοντας για την τύχη της Ευρώπης», αναφέρεται.

Η στάση της ΕΚΤ

Λόγω ευρώ το κόστος δανεισμού της Γαλλίας και δεδομένων των οικονομικών της προβλημάτων εξακολουθεί να είναι. Αυτό σημαίνει ότι οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της παραμένουν στα επίπεδα του 3,6%. «Θα ήταν λάθος για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παρέμβει τώρα στις αγορές για λογαριασμό της Γαλλίας, καθώς αυτό θα έστελνε για άλλη μια φορά το μήνυμα ότι τα κράτη μέλη μπορούν να βασίζονται σε ευρωπαϊκές διασώσεις, ακόμη και αν ακολουθούν ανεύθυνες πολιτικές», εκτιμά η Berenberg.

Ωστόσο, εάν εκδηλωθεί κρίση με σημαντικές επιπτώσεις στο κόστος χρηματοδότησης άλλων κρατών μελών –κάτι που η Berenberg θεωρεί ως απίθανο ακόμη- αναμένεται ότι η ΕΚΤ θα παρέμβει τουλάχιστον για να σταματήσει μια τόσο σοβαρή μετάδοση σε άλλες αγορές κρατικών ομολόγων.

Οι συγκρίσεις με Ελλάδα

Αν τα κυρίαρχα κόμματα της Γαλλίας, από τους Σοσιαλιστές μέχρι το Ensemble του Μακρόν και τους κεντροδεξιούς Ρεπουμπλικάνους, δεν καταλάβουν τους κινδύνους και δεν καταφέρουν να επαναφέρουν τη Γαλλία σε μια δημοσιονομικά βιώσιμη τροχιά και ο δεξιός Εθνικός Συναγερμός αναλάβει εξουσία, οι αγορές τελικά θα αναγκάσουν τη Γαλλία να το κάνει, εκτιμάται. «Η Γαλλία απέχει πολύ από την κατάσταση της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ. Αλλά η υποκείμενη λογική, δηλαδή ότι οι αγορές (ή οι επίσημοι πιστωτές) δεν θα εγγυηθούν μια μη βιώσιμη δημοσιονομική πολιτική μακροπρόθεσμα, εξακολουθεί να ισχύει. Τα γαλλικά ομόλογα θα μπορούσαν να παρουσιάσουν κάποια αστάθεια με περαιτέρω αύξηση των αποδόσεων τους επόμενους μήνες ή χρόνια», καταλήγει η Berenberg.