Κινέζικη «βροχή» φθηνών εισαγωγών πιέζει την Ευρώπη

Οι εμπορικές εντάσεις ΗΠΑΚίνας αλλάζουν τις ροές του παγκόσμιου εμπορίου και η Ευρώπη δέχεται το πρώτο ισχυρό κύμα: οι εισαγωγές κινεζικών ειδών ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 20% σε αξία και όγκο στο α’ εξάμηνο του 2025, με περίπου 2 δισ. ευρώ επιπλέον να κατευθύνονται σε φθηνά ρούχα.

Καθώς οι βαριοί αμερικανικοί δασμοί περιορίζουν την πρόσβαση των κινεζικών εξαγωγών στις ΗΠΑ, μεγάλες ποσότητες προϊόντων ανακατευθύνονται στην ενιαία αγορά, συμπιέζοντας τιμές και περιθώρια κέρδους. Η τάση ενισχύεται από τη βραδύτητα της ΕΕ να «σφίξει» τα κανάλια μικροδεμάτων από πλατφόρμες τύπου Temu και Shein: η προτεινόμενη κατάργηση του ορίου de minimis των 150 ευρώ και η θέσπιση πάγιας χρέωσης 2 ευρώ ανά μικροδέμα δεν έχει ακόμη εγκριθεί από τα κράτη-μέλη, αφήνοντας χώρο για επιθετική τιμολόγηση. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές υφαντουργίες επιβαρύνονται από υψηλότερο ενεργειακό κόστος και διοικητικά βάρη, ενώ η ανατίμηση του ευρώ έναντι του γουάν και η πτώση των τιμών στην ευρωπαϊκή αγορά μειώνουν την αξία των εξαγωγών της ΕΕ προς την Κίνα (-19%).

Στο φόντο αυτό, ο κλάδος προειδοποιεί για κίνδυνο περαιτέρω αποβιομηχάνισης σε παραδοσιακά «οχυρά» όπως Ιταλία, Γαλλία και Πορτογαλία, αλλά και σε περιφέρειες με ιστορική εξάρτηση από τη ραπτική και την ένδυση, όπου η δεκαετία του ’90 άφησε βαθιά σημάδια. Παρά το ότι η ευρωπαϊκή παραγωγή έχει μετατοπιστεί σε πιο ποιοτικά και εξειδικευμένα τμήματα, ο ξαφνικός καταιγισμός φθηνών εισαγωγών απειλεί να διαβρώσει ακόμη και τις αλυσίδες αξίας υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, συμπεριλαμβανομένης της υψηλής ραπτικής, ιδίως σε τμήματα όπου ο καταναλωτής γίνεται πιο ευαίσθητος στην τιμή.

Η νομισματική διάσταση είναι διπλή: η «εισαγόμενη φθηνότητα» μπορεί να πιέσει τον πληθωρισμό χαμηλότερα βραχυπρόθεσμα, αλλά ταυτόχρονα να εντείνει τις ασυμμετρίες στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση. Με τις ΗΠΑ να έχουν ήδη καταργήσει το δικό τους καθεστώς de minimis και να επιβάλλουν ελάχιστη χρέωση 80 δολαρίων ανά μικροδέμα, η σύγκριση με το ευρωπαϊκό πακέτο των 2 ευρώ φαντάζει, για τους βιομηχανικούς φορείς, αποθαρρυντική.

Ο κλάδος ζητά ταχύτερη εναρμόνιση τελωνειακών κανόνων για ηλεκτρονικό εμπόριο, ενισχυμένους ελέγχους καταστρατήγησης κανόνων προέλευσης, στοχευμένα μέτρα στήριξης ενεργειακού κόστους και βιομηχανικές πολιτικές που θα επιτρέψουν μετάβαση σε τεχνολογικά αναβαθμισμένη, βιώσιμη παραγωγή. Στο ενδιάμεσο, η ΕΕ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην προστασία του καταναλωτή μέσω χαμηλότερων τιμών και στη διασφάλιση ανθεκτικότητας της βιομηχανικής της βάσης, πριν η «βροχή» φθηνών εισαγωγών μετατραπεί σε μόνιμη καταιγίδα.