
Στο Μέγαρο Μαξίμου ψάχνουν τη χρυσή ισορροπία (στους τόνους, στο ύφος, στο περιεχόμενο της κριτικής τους) απέναντι στην κινητικότητα του Αλέξη Τσίπρα. Δεν θέλουν να δείχνουν ούτε αδιαφορία ούτε εμμονή. Και τουλάχιστον για το αμέσως επόμενο διάστημα, έχοντας σταθμίσει σε κλειστές συσκέψεις το ενδεχόμενο δημιουργίας νέου φορέα από τον πρώην πρωθυπουργό, δεν προκρίνουν μια στρατηγική «μετωπικής», ούτε όμως θέλουν να αφήνουν αναπάντητο ό,τι προκύπτει από την πλευρά Τσίπρα.
Αιχμές από το ΣΕΒ
Τέτοιο σήμα έδωσε ουσιαστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη χθεσινοβραδινή γενική συνέλευση του ΣΕΒ, με έμμεσες πλην σαφείς αναφορές στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ιδίως το πρώτο εξάμηνο του 2015. Ο Πρωθυπουργός συνέδεσε ξανά την «οικονομική προοπτική» με την πολιτική σταθερότητα. «Ζήσαμε το κόστος της αβεβαιότητας δεν χρειάζεται να το ζήσουμε ξανά» είπε, θυμίζοντας «περιπέτειες από τα ψέματα των απλοϊκών λύσεων, των παροχών χωρίς αντίκρισμα και τις αυταπάτες σε μία οικονομία που ήταν στην εντατική». Και μίλησε για δύο δρόμους προς την «Ελλάδα του 2023»: με «αλήθεια, συμμετρική ανάπτυξη και πατριωτισμό της ευθύνης» κόντρα στην επιστροφή «στην εποχή των βροντερών συνθημάτων και της ήσσονος προσπάθειας».
Η γαλάζια προσέγγιση
Η γραμμή είχε δοθεί εξαρχής στα γαλάζια στελέχη και από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο οποίος είπε ότι το μέτρο σύγκρισης δεν είναι το 2015, αλλά ταυτόχρονα θύμισε τα χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και δηκτικά σχολίασε για τον Τσίπρα ότι «τελευταία φορά που μας μίλησε για θάλασσες, ψάχναμε όλοι σωσίβιο». Θα μπορούσε ο Παύλος Μαρινάκης να το πει με λιγότερα λόγια, για παράδειγμα, με ένα λακωνικό «τον θέλουμε, αλλά…». Διότι αυτή είναι η γαλάζια προσέγγιση – μια απόπειρα να αποφύγει σπασμωδικές κινήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, οι οποίες κινητοποίησαν και εσωκομματικές ενστάσεις για το πρώιμο, «ριψοκίνδυνο» «καδράρισμα» του Τσίπρα όπως έλεγαν στελέχη της ΝΔ. Ηταν τέλος καλοκαιριού, στον απόηχο της συνέντευξης Τσίπρα στην εφημερίδα «Le Monde», όταν η κυβέρνηση επέλεγε επιθέσεις με οξείς χαρακτηρισμούς (ενδεικτική τότε η επίσημη θέση ότι «στους μόνους που έλειψε» ο Τσίπρας είναι «οι βαρυποινίτες») για να μαζέψει τελικά άρον – άρον τους τόνους της. Μπορεί να υπάρχουν στη ΝΔ φωνές για τη δυνατότητα να συσπειρωθεί μέσω της επανεμφάνισης Τσίπρας το σκληρό κομματικό ακροατήριο (εξού και οι παραπομπές στο 2015), ωστόσο υπάρχουν παραδοχές ότι δεν μπορούν να υπάρχουν βεβαιότητες εκ μέρους της ΝΔ την ώρα που στο ήδη ρευστό πολιτικό σκηνικό η κυβέρνηση αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές εστίες κοινωνικής δυσαρέσκειας και που εκτιμάται ότι είναι θέμα χρόνου οι οριστικές αποφάσεις του Αντώνη Σαμαρά που αυτομάτως θα ανακατέψουν την τράπουλα και στο δεξιό φάσμα.
Μπαράζ τοποθετήσεων
Στο εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ διατυπώνεται η άποψη ότι η κυβέρνηση πρέπει να κινείται με αυξημένη προσοχή και «καθαρή στρατηγική», από τη στιγμή που προεξοφλούνται νέοι διεκδικητές των απογοητευμένων ακροατηρίων. Με τα λόγια γαλάζιου βουλευτή, «ας κοιτάμε τα δικά μας λάθη, την αξιοπιστία του δικού μας λόγου και το δικό μας όραμα, όχι την παρελθοντολογία». Στο πλαίσιο αυτό υπήρξε μπαράζ τοποθετήσεων για τον Τσίπρα από στελέχη κάθε «ρεύματος» στη ΝΔ. «Δεν έχουμε αυταπάτες ότι ένα πολιτικό σκιάχτρο θα αλλάξει τη βούληση των πολιτών» είπε ο Μαρινάκης (Open). Πιο αιχμηρός ο Ακης Σκέρτσος επέλεξε για τον πρώην πρωθυπουργό τις λέξεις «πολιτικός αριβισμός, εξαπάτηση, κυνισμός». Ο Μάκης Βορίδης υποστήριξε (Action24) ότι ο Τσίπρας «δεν διαμορφώνει κυβερνητική προοπτική», ο Θάνος Πλεύρης σχολίασε (Ertnews) ότι «δικαιώνεται η κριτική που ασκούσαμε στο δημιούργημα Τσίπρα, τον ΣΥΡΙΖΑ», η Ντόρα Μπακογιάννη τόνισε (Σκάι) ότι ο Τσίπρας «δεν έρχεται αμόλυντος από το πουθενά» κ.ο.κ.