
Με αναφορά στον θάνατο του Διονύση Σαββόπουλου ξεκίνησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τη συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3.
«Σήμερα η μέρα ξημέρωσε και συναισθηματικά συννεφιασμένη» τόνισε ο πρωθυπουργός, επισημαίνοντας ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε ίσως ο πιο σπουδαίος τραγουδοποιός της γενιάς του ενώ ήταν ταυτόχρονα κι ένας ευαισθητοποιημένος πολίτης που δεν δίσταζε να εκφράσει την άποψή του για τα κοινά και μας ζητούσε πάντα με ειλικρίνεια ως λαός να κοιταχτούμε στον καθρέφτη. «Προσωπικά με τίμησε με την φιλία του οπότε αισθάνομαι ιδιαίτερη στεναχώρια σήμερα και σε βαθύ προσωπικό επίπεδο αν μπορώ να πω μια κουβέντα, αυτή θα ήταν ότι ίσως κατάφερε να μας ενώσει στον θάνατό του και να σκεφτούμε λίγο ότι η πορεία του Διονύση Σαββόπουλου ταυτίστηκε ουσιαστικά με την πορεία της Μεταπολιτευτικής Ελλάδας με τα πλεονεκτήματά μας, με τα μειονεκτήματά μας και ας πάρουμε ο καθένας σε προσωπικό επίπεδο αλλά και συλλογικά δύναμη από τους στίχους του για να κοιτάξουμε μπροστά με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Πιστεύω ότι αυτό θα μας ζητούσε και ο ίδιος να κάνουμε», ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Περνώντας στο θέμα της τροπολογίας για το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, ο πρωθυπουργός ανέφερε: «Θα πρέπει να σταθούμε στο αυτονόητο της διάταξης, την ανάγκη της προστασίας ενός χώρου εθνικής μνήμης. Δεν νομίζω ότι αυτή η συζήτηση θα συνέβαινε σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Αντίστοιχα μνημεία υπάρχουν παντού που προστατεύονται και τα σέβεται η ίδια η κοινωνία χωρίς να απαιτούνται ιδιαίτερες νομοθετικές ρυθμίσεις. Εδώ δυστυχώς στα πλαίσια της ελληνικής ιδιαιτερότητας αυτό δεν καταφέραμε να το πετύχουμε και αναγκαζόμαστε να φέρουμε μία ρύθμιση η οποία κατά την άποψή μου εμπεδώνει απλά την κανονικότητα».
Πρόσθεσε ότι είναι το προφανές ότι το δικαίωμα στη συνάθροιση και τη διαμαρτυρία μπορεί να συνυπάρχει με την προστασία ενός χώρου ιερού. «Έναν τέτοιο χώρο έχουμε στην πατρίδα μας. Δεν έχουμε δεύτερο. Ενώ ο καθένας μπορεί να διαδηλώνει και να διαμαρτύρεται με όποιον τρόπο επιθυμεί στα πλαίσια του νόμου οπουδήποτε αλλού» υπογράμμισε.
Και πρόσθεσε: περνώντας από το Σύνταγμα δεν μπορούμε να πούμε ότι μας αρέσει αυτή η εικόνα κι αυτός ήταν και ο σκοπός αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας και τόνισε ότι θεωρεί πως σε αυτό συμφωνεί και η σιωπηρή πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.
«Από κει και πέρα ο υπουργός Άμυνας με τον οποίο είχα επικοινωνήσει προσωπικά πριν καταθέσω τη σχετική διάταξη δεν εξέφρασε καμία απολύτως διαφωνία για το περιεχόμενο της διάταξης. Τη συνυπέγραψε, θα ψηφίσει σήμερα στην ονομαστική ψηφοφορία και η αρμοδιότητα πια περνάει στο υπουργείο» ανέφερε. Τόνισε ότι κι άλλοι έξι υπουργοί δεν παρέστησαν και ότι δεν είθισται πάντα να παρίστανται όλοι οι συναρμόδιοι υπουργοί.
Όπως είπε, αυτό το οποίο θα έχει ενδιαφέρον «είναι να δούμε αν μπορούμε να δούμε το μνημείο με μια φρέσκια ματιά διότι πράγματι ποιο είναι το πρόβλημα στο μνημείο αυτό; Ότι ουσιαστικά δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια πού αρχίζει το μνημείο και πού τελειώνει -θα έλεγα- ο δημόσιος χώρος της πλατείας. Ίσως μπορούμε να σκεφτούμε μία λύση για αυτό που να προσδιορίζει με απόλυτη σαφήνεια την έναρξη του μνημείου και το τέλος της πλατείας». Επεσήμανε δε ότι αυτή είναι μία ιδέα που σκοπεύει να τη συζητήσει με τον υπουργό και ότι το υπουργείο έχει τη δυνατότητα να προτείνει λύσεις για το πώς μπορεί να αναδειχθεί και να προστατευθεί το μνημείο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναρωτήθηκε στη συνέχεια γιατί να μονοπωλεί το μνημείο αυτό μόνο η διαμαρτυρία για το δυστύχημα των Τεμπών. «Και γιατί δεν θα δίναμε τη δυνατότητα στους νεκρούς από τη Μάνδρα, το Μάτι ή όποια άλλη τραγωδία να κάνουν το ίδιο» ανέφερε. «Και πού σταματάει τελικά αυτό; Γιατί όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτή είναι μία προσπάθεια πολιτικού ακτιβισμού η οποία μάλιστα δεν ξεκίνησε από τους γονείς. Μην κοροϊδευόμαστε. Ξεκίνησαν από συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους οι οποίοι εργαλειοποίησαν γονείς για να πετύχουν μία γενικότερη κατάσταση αναταραχής» πρόσθεσε.
Είπε επίσης ότι το ζήτημα αυτό εγείρει και ορισμένα ευρύτερα ιδεολογικά ζητήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο κάποιοι πολιτικοί χώροι και «αναφέρομαι συγκεκριμένα στον χώρο της Αριστεράς, οικειοποιήθηκαν στο παρελθόν τον δημόσιο χώρο θεωρώντας ότι ο νόμος ο δικός τους είχε κάποιου είδους ιδεολογική υπεροχή έναντι των νόμων του κράτους». «Το ίδιο φαινόμενο το είδαμε κατά κόρον και στις καταλήψεις στα δημόσια πανεπιστήμια. Δεν είναι κάτι διαφορετικό», τόνισε.
Επανέλαβε μετά από σχετική ερώτηση ότι η κυβέρνηση δεν στρέφεται εναντίον κανενός γονιού, αντίθετα συμπάσχει και η Δικαιοσύνη έδωσε λύση στο πρόβλημα με τις εκταφές για να καλυφθούν και οι τελευταίες ερωτήσεις που μπορεί να υπάρχουν στο μυαλό οποιουδήποτε απελπισμένου γονιού.
«Δεν απαντήσαμε με τρόπο πιο απόλυτο σε μια εικονική πραγματικότητα η οποία δημιουργήθηκε με έναν σκοπό μόνο: να κατηγορηθεί η κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά ότι δήθεν συγκάλυψα κάτι. Όταν όμως απεδείχθη ότι δεν υπήρχε κανένα παράνομο φορτίο, προφανώς η θεωρία της συγκάλυψης κατέρρευσε» υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης.