Τραγωδία στα Τέμπη: Τι ψάχνουν στην εκταφή – Έρευνα στις σακούλες τοποθέτησης των σορών

Μέχρι και την αφαίρεση δείγματος αέρα με σύριγγα ή και την «αποστράγγιση» – σάρωση των αεροσταγών σακουλών στις οποίες έχουν τοποθετηθεί οι σοροί – μελετούν νομικοί και τεχνικοί σύμβουλοι που θα χειριστούν την εκταφή θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών, λίγες ώρες μετά τη λήξη της απεργίας πείνας του Πάνου Ρούτσι, που δικαιώθηκε 23 ημέρες μετά.

Η επιλογή αυτή υπήρξε προκειμένου να βρεθούν, μέσω βιοχημικής (και όχι μόνο τοξικολογικής) ανάλυσης, τυχόν ίχνη τοξικών ουσιών και υπολείμματα καυσίμων από τη φονική έκρηξη, όχι μόνο στις ίδιες τις σορούς αλλά και στα αντικείμενα τοποθέτησής τους στη φάση της ταφής. Η εξέταση αυτή αναμένεται να πραγματοποιηθεί σε εξειδικευμένα εργαστήρια της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Η συγκεκριμένη εξέταση φαίνεται να έχει επιλεγεί από εκπροσώπους συγγενών των θυμάτων – με αρχική διερεύνηση από τον νομικό εκπρόσωπο ενός εξ αυτών, του δικηγόρου Γιάννη Μαντζουράνη – ύστερα από σχετική μελέτη βρετανικού ιατροδικαστικού φορέα που αφορά εξέταση σορών ύστερα από εκταφές. Μάλιστα σύμφωνα με τον ίδιο σχεδιασμό των εκπροσώπων των οικογενειών των θυμάτων, αναμένεται να ζητηθεί πλήρης βιντεοσκόπηση «από τη στιγμή που θα κτυπήσει το πρώτο φτυάρι» της διαδικασίας εκταφής, όπως χαρακτηριστικά λένε.

Και αυτό με το δεδομένο ότι τα αρμόδια ελληνικά εργαστήρια δεν διαθέτουν τις ειδικές συσκευές (φασματογράφους μάζας) που θα μπορούσαν να εντοπίσουν τέτοιου είδους ουσίες που θα είναι μάλιστα και σε εξαιρετικά μικρές ποσότητες. Ακόμη, οι χημικές αναλύσεις αναμένεται να ζητηθούν λόγω των σημαντικών δυσχερειών που παρουσιάζονται στις τοξικολογικές εξετάσεις σε υπολείμματα ιστών και σε οστά, σχεδόν 32 μήνες μετά το δυστύχημα, για την ανίχνευση τέτοιου είδους κυκλικών υδρογονανθράκων και άλλων ουσιών.

Σημειώνεται ότι δυνατότητα σχετικής χημικής ανάλυσης δεν υπάρχει ούτε από τα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ., ενώ θεωρείται πιθανόν να μη ζητηθεί από τους τεχνικούς συμβούλους των οικογενειών η σχετική εξέταση από το Γενικό Χημείο του Κράτους που είχε εξετάσει δείγματα εδάφους στα Τέμπη για τον εντοπισμό ξυλολίου.

Γιατί δεν έγιναν τότε οι τοξικολογικές εξετάσεις

Με αφορμή τις εκ των υστέρων τοξικολογικές εξετάσεις στις σορούς των νεκρών, πληθαίνουν τα ερωτήματα γιατί δεν διενεργήθηκαν αμέσως μετά τη σιδηροδρομική τραγωδία, όπως επιβάλλει το σχετικό πρωτόκολλο των μαζικών καταστροφών και όπως έχει συμβεί στα αεροπορικά δυστυχήματα του Helios (2005) και του Γιάκοβλεφ (1997), στις πυρκαγιές της Ηλείας και στο Μάτι. Κύριος στόχος αυτών των εξετάσεων θα ήταν να προσδιοριστεί ποιες ήταν ακριβώς οι αιτίες θανάτου των 57 νεκρών της τραγωδίας, αν δηλαδή σκοτώθηκαν από τις συντριβές, αν κάηκαν ζωντανοί ή και αν υπήρχαν ίχνη και ποιου είδους προϊόντων καύσης στις σορούς.

Αλλωστε, το 2023 είχε υποβληθεί σχετική μήνυση από συγγενείς θυμάτων κατά των ιατροδικαστών, οι οποίοι τότε είχαν υποστηρίξει ότι «είχαν εντολή από τις Αρχές να διερευνήσουν την τραγωδία των Τεμπών ως τροχαίο δυστύχημα και γι’ αυτό είχαν περιοριστεί στον έλεγχο μόνο για ναρκωτικές ουσίες και αλκοόλ σε όλους τους μηχανοδηγούς των δύο ηλεκτραμαξών». Από την άλλη πλευρά, αξιωματικοί της Τροχαίας στους οποίους απευθύνθηκαν «ΤΑ ΝΕΑ» σημείωσαν με σαφήνεια ότι «αυτοί ζήτησαν πράγματι την εξέταση, όπως προβλέπεται, για χρήση αλκοόλ κ.λπ. των μηχανοδηγών, αυτό όμως δεν σήμαινε ότι οι ιατροδικαστές δεν θα έπρεπε να κάνουν τις προβλεπόμενες τοξικολογικές εξετάσεις για να διαπιστώσουν ποιες ήταν οι αιτίες θανάτου των 57 επιβατών».

Επιπλέον, οι τοπικοί ιατροδικαστές ανέφεραν ότι δεν τους δόθηκε καμία εντολή να πραγματοποιήσουν τις προβλεπόμενες τοξικολογικές εξετάσεις από ιατροδικαστή (σ.σ.: σήμερα κορυφαίο υπηρεσιακό στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης) που ήταν μαζί με δύο άλλους συναδέλφους του ως απεσταλμένοι του υπουργείου στη Λάρισα. Οπως είχαν αναφέρει μάλιστα τότε σε υπόμνημά τους «ο (τότε) προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, που είχε μεταβεί μετά από εντολή του υπουργείου Δικαιοσύνης, καμία μομφή δεν εξέφρασε απέναντι στη διαδικασία, ούτε και προέτρεψε ή συμβούλευσε για άλλη διαδικασία πέραν της διεκπεραιωμένης, δηλαδή σαν τροχαίο δυστύχημα»…

Ο συγκεκριμένος ιατροδικαστής σε πρόσφατες δηλώσεις του ανέφερε ότι δεν είχε καμία συμμετοχή – όπως και οι δύο συνάδελφοί του από την Αθήνα – στο σχετικό ιατροδικαστικό έργο στη Λάρισα. Συμπληρώνοντας «είχα ρωτήσει αν χρειάζονται προσωπικό και μου είχαν πει στη Λάρισα ότι έχω τρεις ιατροδικαστές τι να σας κάνω εσάς».

Αυτές όμως οι αναφορές φαίνεται να μην επιβεβαιώνονται από τα έγγραφα της σχετικής δικογραφίας αλλά ούτε και από τις τότε δηλώσεις σε ΜΜΕ του νυν υψηλόβαθμου στελέχους του υπουργείου Δικαιοσύνης, καθώς όπως είχε υπογραμμίσει – σε δραματικούς τόνους – «παρά το γεγονός ότι έχω συμμετάσχει στην έρευνα πολύνεκρων περιστατικών, εντούτοις έκδηλη είναι η αγωνία και η θλίψη κατά την ιατροδικαστική διερεύνηση σορών μαζικών καταστροφών και ειδικότερα όταν τα θύματα είναι, όπως εν προκειμένω, νέοι άνθρωποι»…